Τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών στις περισσότερες τάξεις του Γυμνασίου και Λυκείου είναι παρωχημένα, «αποστεωμένα», προάγουν τη συσσώρευση άχρηστων γνώσεων και πληροφοριών και απηχούν αντιλήψεις άλλων εποχών, φαινομενικά μακρινών, καθώς οι αλλαγές που επισυμβαίνουν στην κοινωνία έχουν συνήθως χαρακτήρα κατεπείγοντος και το ελληνικό σχολείο αδυνατεί, ως φαίνεται, να ανταποκριθεί σε αυτές.
Για δε την τρίτη τάξη του Λυκείου νομίζω ότι η κατάσταση δε χρήζει κανενός ιδιαίτερου σχολίου, καθώς είναι κοινή και «διαπαραταξιακή» διαπίστωση ότι παρά τις αλλαγές που έχουν γίνει στο πρόγραμμα σπουδών και ισχύουν από φέτος, συνεχίζεται το φαινόμενο η τάξη αυτή να λειτουργεί ως ένα «κακέκτυπο» εργαστήριο μαζικής παραγωγής φοιτητών, ημιμαθών στην καλύτερη περίπτωση, αγραμμάτων στη χειρότερη, «μυημένων», ωστόσο, στα «μυστικά» της αποστήθισης και της «αχώνευτης» γνώσης. Πάντως δεν ευθύνονται οι μαθητές...
Οι ίδιοι, χωρίς σχέδιο και προοπτική για το μέλλον τους, εισάγονται στο πανεπιστήμιο σχεδόν αγεληδόν και άναρχα, θύματα ενός συστήματος που προωθεί την ψηφοθηρία και τη συναλλαγή, ενώ συνήθως βγαίνουν από τα πανεπιστήμια στην αγορά εργασίας με την ταμπέλα του «ανειδίκευτου πιστοποιημένου».
Κι αυτό γιατί οι δεξιότητες που αποκτούν οι νέοι μας κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στο πανεπιστήμιο δεν εναρμονίζονται με τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας, που γίνεται ολοένα και πιο απαιτητική και αναδεικνύει –ορθά, φρονώ– την πράξη σε βάρος της θεωρίας, πρακτική όμως που δεν είναι κανόνας στο ελληνικό πανεπιστήμιο.
Είναι φανερό ότι οι μαθητές δεν προετοιμάστηκαν κατάλληλα στο σχολείο ώστε να επιλέξουν σωστά, για να μη βρεθούν αργότερα «ξεκρέμαστοι» στην αγορά εργασίας, να μη μείνουν αδικαίωτοι οι κόποι που κατέβαλαν στις σπουδές τους και κυρίως να μην εξαναγκαστούν να αλλάξουν πλεύση υπό την πίεση δυσμενών συνθηκών ή να αναζητήσουν επαγγελματική στέγη σε «ξένη πατρίδα», όπως συμβαίνει στα χρόνια της κρίσης.
Προφανώς το εκπαιδευτικό σύστημα, που αποτελεί στην πραγματικότητα την πυραμίδα της κοινωνικής οργάνωσης, εκτρέφει αυτό το ίδιο τις παθογένειες που γίνονται αργότερα αντιληπτές στο κοινωνικό σύνολο. Ελληνικό σχολείο περίκλειστο, χωρίς ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, μαθητές που δεν έχουν μάθει να σκέφτονται και να αυτενεργούν, δεξιότητες και ταλέντα που δεν ανακαλύπτονται στο χώρο του σχολείου ή όταν ανακαλύπτονται δεν καλλιεργούνται και δεν αναδεικνύονται, αξιολόγηση με σαθρά κριτήρια κι όχι αυθεντική, αποστήθιση, μειωμένο ενδιαφέρον, ατονία, βαρεμάρα..
Αντίθετα, το σύγχρονο σχολείο πρέπει να απελευθερώνει τις δημιουργικές δυνάμεις των μαθητών του, να υιοθετεί καινοτόμες και βιωματικές μεθόδους διδασκαλίας, να στοχεύει σε πολίτες ανεξάρτητους, απροκατάληπτους, ψηφιακά καταρτισμένους, να καθοδηγεί τους μαθητές στην επιλογή επαγγέλματος με κριτήριο το ταλέντο αλλά και τον ρεαλισμό, να τους κοινωνικοποιεί, να τους μαθαίνει να κοινωνούν και να «μοιράζονται» τις ιδέες τους, να αλληλεπιδρούν με τους άλλους. Να είναι τολμηροί και να επιχειρούν...
Η εξωστρέφεια και η ανοιχτότητα του ελληνικού σχολείου που μπορεί να εκφραστεί με την απαγκίστρωσή του από τις παραδοσιακές μορφές διδασκαλίας και γενικότερα λειτουργίας του, αποτελεί πλέον αδήριτη ανάγκη. Οι καινοτόμες δράσεις είναι σκόπιμο να πλαισιώσουν και να «πυκνώσουν» στα προγράμματα σπουδών ώστε να αξιοποιηθεί το ήδη υπάρχον πλαίσιο της διαθεματικότητας και της ευέλικτης-καινοτόμου ζώνης.
Οι φορείς της εκπαίδευσης οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι η εισαγωγή της καινοτομίας στο ελληνικό σχολείο είναι ζήτημα που συνδέεται με την αναβάθμιση της ποιότητας των σπουδών και όχι απλώς θέμα πρεστίζ.
Από τον Βασίλη Πλατή, φιλόλογο-δρα Ιστορίας Α.Π.Θ.