τη φιλοσοφία του Ναυσιφάνη, ο οποίος ασπαζόταν τη φιλοσοφία του Δημόκριτου. Σε ηλικία 18 χρονών πήγε στην Αθήνα για να εκπληρώσει τα στρατιωτικά και πολιτικά του καθήκοντα. Το 310 π.Χ. ίδρυσε σχολή στην Μυτιλήνη, που την μετέφερε αργότερα στη Λάμψακο και το 306 π.Χ. αφού αγόρασε μια έκταση γης κοντά στην Ακαδημία του Πλάτωνα μετέφερε εκεί την σχολή του – τον Κήπο του Επίκουρου- όπου και δίδαξε για 35 ολόκληρα χρόνια. Βασική αρχή της φιλοσοφίας του είναι η αναζήτηση των αιτιών που προκαλούν την ανθρώπινη δυστυχία. Θέλει να βοηθήσει τους ανθρώπους να γλιτώσουν από τον πόνο και τον φόβο και να τους οδηγήσει σε μια ζωή αυτάρκειας και ευτυχίας. Για να συμβεί αυτό πρέπει να επικρατήσει ηρεμία-γαλήνη στην ψυχή και να φτάσει ο άνθρωπος σε μια ουδέτερη κατάσταση αταραξίας. Ο Επίκουρος πιστεύει ότι ο άνθρωπος έχει τις ικανότητες να δημιουργήσει την ευτυχία του αρκεί να στηριχθεί στη λογική και να απαλλαγεί από δεισιδαιμονίες και προκαταλήψεις. Αποκλείει κάθε επέμβαση υπερφυσικών αιτιών στη λειτουργία του κόσμου, γιατί κάτι τέτοιο θα αφαιρούσε από τον άνθρωπο την ψυχική του γαλήνη και θα τον κρατούσε σε διαρκή φόβο και εξαρτημένο από αστάθμητες δυνάμεις. Οι Θεοί υπάρχουν, αλλά δεν επεμβαίνουν στη λειτουργία του κόσμου. Αφήνουν τους ανθρώπους να τα καταφέρουν ή να αποτύχουν μόνοι τους. Απέρριπτε τη μετά θάνατον ζωή, λέγοντας ότι μετά τον θάνατο τα άτομα που αποτελούν την ψυχή σκορπίζονται γιατί δεν κρατιούνται πια ενωμένα με το σώμα. Μετά τον θάνατο παύουμε να υπάρχουμε απλά και αυτό ο Επίκουρος το θεωρούσε πολύ παρήγορο, καθώς μας γλιτώνει από τον φόβο για τις φρικαλεότητες του Άδη. Θεωρεί την φιλοσοφία απλό μέσο για την αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων. Η απόκτηση γνώσης γι' αυτόν έχει αξία μόνο από τη στιγμή που βοηθά στην αντιμετώπιση πρακτικών προβλημάτων της ζωής. Γι' αυτό και δεν πολύ ενδιαφέρθηκε για τις μαθηματικές επιστήμες, καθώς πίστευε ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Μέτρο για την εκτίμηση των αγαθών και των κακών είναι το συναίσθημά μας. Το μόνο απόλυτο αγαθό είναι αυτό που επιδιώκουν όλα τα έμψυχα, η ηδονή, και το μόνο απόλυτο κακό είναι αυτό που όλα αποφεύγουν, ο πόνος. Ο Επίκουρος θεωρεί την ηδονή τον τελικό σκοπό της κάθε πράξης μας. Η κύρια σημασία της ηδονής βρίσκεται στην ικανοποίηση μιας ανάγκης και στην απομάκρυνση έτσι μιας δυσαρέσκειας. Πολύ άδικα αιώνες αργότερα το όνομα του Επίκουρου ταυτίστηκε με μια ζωή γεμάτη σωματικές ηδονές. Ο ίδιος θεωρούσε την πνευματική ηδονή ή λύπη ανώτερες από τις σωματικές. Εξάλλου όσοι τον είχαν γνωρίσει μιλούσαν για έναν άνθρωπο ολιγαρκή, ήρεμο και γεμάτο καλοσύνη. Θεωρούσε τη φρόνηση τη σημαντικότερη προσωπική αρετή και τη φιλία το σημαντικότερο κοινωνικό αγαθό. Στη σχολή του όλοι, άντρες, γυναίκες, εταίρες, δούλοι, συμμετείχαν ως ίσοι. Η φιλοσοφία του άσκησε τεράστια γοητεία στα πλήθη κατά την αρχαιότητα. Ήταν εξαιρετικά δημοφιλής τόσο στην Ελλάδα, όσο και στη Ρώμη αργότερα. Οι οπαδοί του ήταν τόσοι πολλοί, που όπως μας πληροφορεί ο Διογένης ο Λαέρτιος, "ούτε ολόκληρες πόλεις δεν μπορούσαν να τους χωρέσουν". Ο Επίκουρος πέθανε το 270 π.Χ. στην Αθήνα, όπου και τάφηκε. Ένα από τα πιο όμορφα αποφθέγματά του είναι το εξής: Μην θυσιάζεις αυτό που έχεις, επιθυμώντας αυτό που δεν έχεις. Να θυμάσαι ότι αυτό που τώρα έχεις ήταν κάποτε στην κορυφή της λίστας όσων επιθυμούσες να έχεις.
Από τον Νίκο Τάχατο, φιλόλογο