Στις σταγόνες που έπεφταν, άκουγε την καρδιά του, ένιωθε ότι ήταν δίπλα της, και τα χέρια του να αγγίζουν την αγκαλιά της, όπως τότε.
Μονολογούσε, νιώθοντας μια ερημιά στην ψυχή της. Εψαχνε να βρει, μια ζωντανή αίσθηση, ξεφυλλίζοντας όλα αυτά που έζησε στην πορεία του χρόνου.
Την πλημμύρισαν μνήμες και οι εικόνες έμειναν ανεξίτηλες γύρω της.
Ωρες - ώρες, η σιωπή λέει περισσότερα και η ζωή δεν μπορεί να βαστάξει.
Αραγε τα συναισθήματα αντέχουν στον χρόνο; Γίνονται συνήθεια και αλλάζουν νόημα;
Πόσο πολύ της λείπουν εκείνες οι όμορφες στιγμές. Η βροχή άρχισε να δυναμώνει. Γυρίζοντας σπίτι, καθισμένη δίπλα στο τζάκι, μες στη σιγαλιά, σκέφτεται ένα συναρπαστικό σενάριο.
Η ζωή της δίνει έμπνευση και κίνητρα για να γράφει. Κρατώντας το στυλό στο χέρι της, διώχνει κάθε πόνο της καθημερινότητας.
Η γραφή είναι η πιο γλυκιά παρέα που έχει.
Πολύ λίγο προφταίνει ο άνθρωπος να γευτεί τις όμορφες στιγμές και ύστερα χάνονται στο πέρασμα του χρόνου.
Ο,τι πιο όμορφο της έχει απομείνει, είναι η μορφή του ανθρώπου που πέρασε από τη ζωή της και τώρα μοναξιά!
Μια γυναίκα μόνη, περπατώντας στη βροχή, με τη θλίψη ζωγραφισμένη στο όμορφο πρόσωπό της, τώρα θέλει να ρουφήξει δύο σταγόνες βροχής για να διώξει τον πόνο της και να δροσίσει την ψυχή της.
Αν κάποτε με θυμηθείς
ψάξε μες στη βροχή να με βρεις
Δεν ξέρω τότε αν υπάρχω!!!
Νίκη Κεφαλέα - Παναγούλη