Γράφει ο Ηλίας Κανέλλης
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, οδήγησε τη διαπραγμάτευση με τους εταίρους στο μη περαιτέρω, αναζωπύρωσε την απειλή της εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη αλλά και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, επιδείνωσε τους οικονομικούς δείκτες, διέλυσε την ιδιωτική οικονομία, επιβάρυνε τους Έλληνες πολίτες με ένα τρίτο μνημόνιο...
Κι όμως. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση φαίνεται να αντέχει και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, παραμένει με υψηλή δημοτικότητα, πρώτος πολιτικός σε αποδοχή σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις.
Το πλεονέκτημα αυτό ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται ότι θα σπεύσει να το εκμεταλλευτεί το συντομότερο δυνατόν, πριν τα μνημονιακά μέτρα που θα έχουν τη δική του υπογραφή αλλάξουν τους βασικούς συσχετισμούς. Πολιτικά, ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα επιχειρήσει να απομακρύνει τους διαφωνούντες της δραχμής με όσο το δυνατόν λιγότερο κομματικό κόστος, ενώ πιθανόν να προσφύγει και στις κάλπες, εκμεταλλευόμενος την παρατεινόμενη αδυναμία της ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης να προβάλει ως το αντίπαλο δέος.
***
Η αλήθεια είναι ότι η σημερινή ευρωπαϊκή αντιπολίτευση δεν έχει καταφέρει να μετεξελιχθεί σε κάτι καινούργιο. Τα κόμματα που οδήγησαν τη χώρα στην κρίση και χειρίστηκαν τα πρώτα επεισόδιά της, συνεχίζουν να δεσπόζουν στην πολιτική ζωή της χώρας.
* Η Νέα Δημοκρατία είναι βαθύτατα τραυματισμένη από την ηγεσία, τις ιδεολογικές επιλογές και τις πολιτικές αποφάσεις του Αντώνη Σαμαρά. Η στροφή στην επαρχιώτικη λαϊκή Δεξιά, τα Ζάππεια και η αντιευρωπαϊκή κουλτούρα που απελευθέρωσαν, καθώς και το αποτυχημένο λαϊκιστικό φινάλε μιας αποφασιστικής κυβερνητικής προσπάθειας εκ μέρους του πρώην αρχηγού του κόμματος, συρρίκνωσαν την παραδοσιακή δεξιά παράταξη. Η καθυστερημένη αποχώρηση από την αρχηγία ενός τελειωμένου πολιτικού, όπως ο Αντώνης Σαμαράς, μπορεί να έδωσε καλή ευκαιρία στον έμπειρο Βαγγέλη Μεϊμαράκη να δείξει ότι ξέρει να αντιπολιτεύεται, αλλά είναι προφανές ότι ένα κόμμα όπως η ΝΔ χρειάζεται ανασυγκρότηση, ιδεολογική, οργανωτική και στελεχική. Ο κ. Μεϊμαράκης δεν είναι βέβαιο ότι έχει τη συγκρότηση ενός νέου ηγέτη, ικανού να εμπνεύσει πολιτικά μια επόμενη γενιά.
* Το ΠΑΣΟΚ, υπό την ηγεσία της Φώφης Γεννηματά, στην πραγματικότητα έκανε μια ιδεολογική και οργανωτική αναπαλαίωση. Ούτε το κόμμα, ούτε οι παλαιού τύπου πολιτικές του μπορούν να εμπνεύσουν, αναστρέφοντας την πορεία συρρίκνωσης την οποία έχει πάρει το κόμμα. Αρνούμενος την αποστρατεία, αυτό το έχει καταλάβει εγκαίρως ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος επιχειρεί να διαμορφώσει μια νέα δημόσια ταυτότητα: αφενός στη Βουλή προβάλλει ως ο αυστηρός εγγυητής της θεσμικής νομιμότητας και της ευρωπαϊκής πορείας, αφετέρου στις δημόσιες τοποθετήσεις του ακολουθεί τη χαλαρότητα και τη γλώσσα των social media (δεν είναι τυχαίο ότι τις προάλλες στηριξε ολόκληρη ανακοίνωσή του στη δραστηριότητα μιας ομάδας του facebook, που επιδιώκει την έκπτωση από την προεδρία της Βουλής της Ζωής Κωνσταντοπούλου).
* Όσο για το Ποτάμι, το αμιγώς φιλοευρωπαϊκό κόμμα που δημιούργησε ο Σταύρος Θεοδωράκης, για την ώρα συνεχίζει να πολιτεύεται όχι ως κόμμα αλλά ως Μέσο Ενημέρωσης: με τον ιδρυτή να έχει τη μερίδα του λέοντος της δημοσιότητας, με μια χαλαρή κοινοβουλευτική ομάδα και με αντιφατικές, κατά καιρούς, δηλώσεις, να χάνουν χρόνο και εμπιστοσύνη αφήνοντας θολή τη σχέση του με τον ΣΥΡΙΖΑ.
***
Η εκκρεμότητα των λεγόμενων φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων να ανασυγκροτηθούν, τροφοδοτεί μια ανυπόμονη κραυγή που ζητεί από τους αρχηγούς να παραμερίσουν τις ιδεολογικές διαφορές τους και να οργανωθούν ως ενιαίο κόμμα, φτιάχνοντας μια ενιαία φιλοευρωπαϊκή παράταξη. Το αντιμνημόνιο, δηλαδή, απ’ την ανάποδη.
Μια τέτοια κίνηση που θα μπορούσε να είναι ρεαλιστική ενέχει έναν σοβαρό κίνδυνο. Να συρρικνώσει ακόμα περισσότερο τα ήδη συρρικνωμένα υπάρχοντα κόμματα, οδηγώντας στην απολιτικοποίηση ακόμα περισσότερους ψηφοφόρους.
Από την πολιτική ζωή, άλλωστε, στο άμεσο μέλλον, δεν λείπει ακριβώς ο φιλοευρωπαϊκός λόγος. Τα κόμματα έμαθαν και έπαθαν. Λείπουν τα πρόσωπα που θα προσωποποιήσουν πειστικά την αντίθεση στον Αλέξη Τσίπρα. Πρόσωπα που θα αποκαταστήσουν το κύρος του πολιτικού λόγου, αλλά και θα μπορούν να εμπνεύσουν ευρύτερες κοινωνικές ομάδες.
Τέτοια πρόσωπα υπάρχουν. Διαθέτουν κύρος, πολιτικές περγαμηνές, καλή παρουσία και σοβαρή συγκρότηση. Εκτός του Βαγγέλη Βενιζέλου ο οποίος θα επιδιώξει να παίξει ρόλο (πρέπει ωστόσο να κάνει σοβαρή αυτοκριτική για το παλαιοκομματικό παρελθόν του), πολιτικά πρόσωπα κύρους με σοβαρή παρουσία και στο τελευταίο δημοψήφισμα είναι ο δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης (σοσιαλδημοκράτης, γέννημα-θρέμμα της κοινωνίας των πολιτών) και ο περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας Κώστας Μπακογιάννης (φιλελεύθερος νεοδημοκράτης, με άριστη γνώση των μηχανισμών και μεγάλη πολιτική αποτελεσματικότητα). Προφανώς, υπάρχουν και άλλοι, περισσότερο αφανείς – και αρκετοί που περιμένουν την ευκαιρία να αναδειχτούν.
Οι επόμενοι μήνες θα είναι σκληροί. Μήνες συλλογικών θυσιών, αλλά και πολιτικών συγκρούσεων. Αν στη δίνη της πραγματικότητας, ο ηγέτης που θα αναδειχθεί ως το αντίπαλο δέος του Αλέξη Τσίπρα, ο αντι-Τσίπρας, καταφέρει να ξανακάνει ελκυστική την πολιτική, η ευρωπαϊκή Ελλάδα της προόδου θα μπορούσε να βρει το νήμα που θα οδηγήσει τη χώρα στην ευρωπαϊκή τροχιά της ανάκαμψης και της προόδου. Αν όχι, θα παραμείνουμε κολλημένοι στα βαλτόνερα του λαϊκισμού, με πλάνους ρήτορες που θα ξεκοκαλίζουν τα απομεινάρια μιας το πάλαι ποτέ ισχυρής Ελλάδας.