Με βάση τα στοιχεία που έχει η ΑΔΕΔΥ, οι δημόσιοι υπάλληλοι κατά την πολυετή οικονομική κρίση είδαν τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται έως και κατά 40%, ενώ μία σειρά παρεμβάσεων στο ασφαλιστικό
-με τελευταίο παράδειγμα τον νόμο Κατρούγκαλου-ανέτρεψαν συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Την ίδια στιγμή, ευαίσθητοι τομείς του δημοσίου τομέα -όπως για παράδειγμα η παιδεία και η υγεία- παραμένουν υποστελεχωμένοι. Ενδεικτικά, μόνο θα αναφέρω πως ξεκινά το σχολικό έτος με 20.000 έως 23.000 αναπληρωτές, ενώ αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στα νοσοκομεία. Στο «μέτωπο» των μισθών, η ΑΔΕΔΥ ζητά να αποκατασταθούν οι αδικίες των μνημονιακών χρόνων. Μεταξύ άλλων, διεκδικούμε τον υπολογισμό της διετίας 2016 και 2017 στη μισθολογική εξέλιξη και την επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού στον δημόσιο τομέα. Είναι αναγκαίο να εφαρμοστεί νέο μισθολόγιο για το 2020, που θα αποκαθιστά σταδιακά τα εισοδήματα. Παράλληλα, απαιτείται ένα ευρύτερο πλέγμα δράσεων για τη στήριξη του εισοδήματος των εργαζομένων, όπως η αύξηση του αφορολόγητου, η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και η λήψη μέτρων για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Στο ασφαλιστικό, η ΑΔΕΔΥ έχει ζητήσει την κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου, που άλλαξε άρδην τα δικαιώματα χιλιάδων συνταξιούχων και, ειδικά, των νέων. Θέλω ενδεικτικά να επισημάνω πως με τον συγκεκριμένο νόμο οι νέοι συνταξιούχοι -από τον Μάιο του 2016- παίρνουν λιγότερη σύνταξη έως και 30% σε σχέση με τους παλαιότερους, παρά το ότι έχουν τα ίδια χρόνια δουλειάς και έχουν καταβάλει τις ίδιες εισφορές. Δεν είναι δυνατόν με τα 40 χρόνια εργασίας το ποσοστό αναπλήρωσης να έχει υποχωρήσει στο 40%. Είναι απαραίτητο από τα 35 χρόνια και πάνω το ποσοστό να έχει ετήσια αύξηση 3%, ώστε να φτάσει το ποσοστό αναπλήρωσης τουλάχιστον στο 55%.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνουμε στο θέμα των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων. Ενδεικτικά, θέλω να επισημάνω πως είναι αναγκαίο να υπάρξει επέκταση του θεσμού στον δημόσιο τομέα ανάλογα με τον ιδιωτικό, ώστε να υπάρξει ένα ενιαίο καθεστώς στα όρια συνταξιοδότησης και τον χρόνο εργασίας.
Δεν μπορώ να μην αναφερθώ και στο πολυσυζητημένο θέμα της αξιολόγησης στο Δημόσιο. Από τον Μάρτιο του 2017 μέχρι και σήμερα, έχουμε δώσει μία τιτάνια μάχη για το θέμα αυτό. Θέλουμε την αξιολόγηση. Ωστόσο, ζητάμε μία αξιολόγηση που θα είναι δίπλα στον δημόσιο υπάλληλο, που δεν θα είναι τιμωρητική, που δεν θα έχει σύνδεση με τη μισθολογική εξέλιξη, αλλά θα στοχεύει στην καλύτερη λειτουργία του Δημοσίου.
Ιδιαίτερη βαρύτητα θέλω να δώσω και στην ανάγκη κάλυψης όλων των οργανικών κενών στο Δημόσιο. Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί σε ευαίσθητους τομείς, όπως είναι η παιδεία, η υγεία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί η κάλυψη των κενών θέσεων με ελαστικές μορφές απασχόλησης, όπως είναι η ενοικιαζόμενη και η εκ περιτροπής εργασία.
Η νέα κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, μιλά για επιστροφή στην κανονικότητα. Κανονικότητα για εμάς σημαίνει: μισθοί που θα παρέχουν αξιοπρεπή διαβίωση για τους εργαζόμενους και δεν θα οδηγούν σε πένητες υπαλλήλους, παροχή υπηρεσιών υγείας για όλους τους πολίτες, βιώσιμο και δίκαιο συνταξιοδοτικό σύστημα, που θα εξασφαλίζει αξιοπρέπεια στους απόμαχους της εργασίας, δικαιοσύνη για όλους μακριά από πολιτικά συμφέροντα, αίσθημα ασφάλειας στην καθημερινότητα των πολιτών, δημόσιο σύστημα παιδείας με ίσες ευκαιρίες και ανάπτυξη της οικονομίας με δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, ώστε να υπάρξει ελπίδα και προοπτική για τους νέους.
Αυτούς τους βασικούς «άξονες» κανονικότητας πρέπει να διασφαλίσει η νέα κυβέρνηση, ώστε να φανεί αντάξια των προεκλογικών της δεσμεύσεων. Τότε θα δώσει δείγματα έμπρακτης στήριξης στην ελληνική κοινωνία, που τόσο δοκιμάστηκε τη μνημονιακή περίοδο. Τότε και μόνο οι πολίτες θα αρχίσουν να πιστεύουν σε κάτι διαφορετικό. Χρειάζεται άμεση δράση και αποτελεσματικότητα, όχι χάσιμο χρόνου με πολιτικάντικους υπολογισμούς και «χρεώσεις» πολικού κόστους. «Οι καιροί ου μενετοί». Για όλα αυτά τα θέματα που ανέφερα, η ΑΔΕΔΥ πραγματοποιεί αύριο 7 Σεπτεμβρίου συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη.
Από τον Γιάννη Πάιδα,
πρόεδρο της ΑΔΕΔΥ