Στο Βουτζά, την Πεντέλη, το Μαραθώνα, το Μάτι, την Κινέτα. Εκεί, όπου η πύρινη λαίλαπα πήρε από τη ζωή 102 συνανθρώπους μας και βύθισε τη χώρα σε μεγάλο πένθος. Μία θλιβερή μέρα που χαράχθηκε και παραδόθηκε στην ιστορία, από την πύρινη καταιγίδα, ως μία από τις τραγικότερες ημέρες των τελευταίων πενήντα χρόνων. Σε τούτη τη γραπτή μου κατάθεση της πολύτιμης προσωπικής μου εμπειρίας μπορώ να καταθέσω και να αναφέρω με πόνο ψυχής τους πρωταίτιους της συμφοράς, κρατώντας για τον εαυτό μου αναφαίρετο το δικαίωμα της κρίσης μου αυτής και της επιλογής. Δεν είμαι ο μόνος που έχω αυτήν την άποψη, υπάρχει πληθώρα ανθρώπων που πιστεύουν και ενστερνίζονται τα ίδια με εμένα. Η αμερόληπτη λαϊκή κρίση, με βαθύ το βίωμα της οδύνης έχει αποκρυσταλλώσει την ετυμηγορία της. Και η ετυμηγορία της είναι καθολική. Εκφρασμένη με απλή καθαρή διατύπωση από την μια άκρη της ελληνικής πατρίδας ίσαμε με την άλλη. Υπεύθυνη αυτής της τραγωδίας είναι η ελληνική πολιτεία. Τα όργανα και οι φορείς της, που δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν μία συνηθισμένη κρίση. Άσχετα αν οι ίδιοι υποστηρίζουν, ότι πρόκειται για μία κρίση με πολύ ακραία φαινόμενα που δεν μπορούσε να αντιμετωπισθεί. Η ανεξήγητη νωχέλεια των διοικητικών οργάνων της πολιτείας, η αδράνεια, η μεταξύ τους ασυνεννοησία, η έλλειψη συντονισμού και πρωτοβουλιών, άφησαν ανοικτό και ελεύθερο το πεδίο δράσης της φωτιάς, με συνέπεια να μην μπορεί κανείς να τη δαμάσει. Να τη χαλιναγωγήσει. Να την περιορίσει. Να κόψει τη φόρα και τον δρόμο της, να τη σβήσει, με συνέπεια να γίνουν αυτά που έγιναν. Να χαθούν 102 ψυχές και να διασυρθεί η χώρα διεθνώς για την ανικανότητά της και την ανοργανωσιά της. Τα υπεύθυνα διοικητικά κρατικά όργανα κατά τη διάρκεια των συνταρακτικών γεγονότων βρέθηκαν μακριά απ’ αυτά. Έμειναν στην κατάψυξη. Δεν μίλησαν. Δεν έπραξαν αυτό που έπρεπε να πράξουν. Άφωνα και άλαλα στις κλήσεις και τις κραυγές του κόσμου. Κανείς δεν γνώριζε την αποστολή του και το έργο του. Πραγματική Βαβέλ.
Μετράω και ξαναμετράω τα θύματα αυτής της πύρινης καταστροφικής θύελλας. Μετράω και τις υλικές καταστροφές. Τον ανθρώπινο πόνο και την οδύνη και τη λύπη. Τις ευθύνες των ανθρώπων που επέτρεψαν αυτήν την καταστροφή και γελοιοποίησαν το κράτος. Γυρίζω λίγο πίσω και από το αρχείο της μνήμης μου, φέρνω μπροστά μου τα γεγονότα. Βλέπω ερειπωμένες οικογενειακές εστίες. Πολύ πόνο. Διάχυτη την απόγνωση και την κατακραυγή. Ποιες απώλειες να μετρήσω και ποιες πληγές να επουλώσω, όταν σ΄ αυτή τη θλιβερή ιστορία υπάρχουν 102 ανθρώπινα θύματα με τους πρωταίτιους να παραμένουν ακόμα ατιμώρητοι και να προσπαθούν να ρίξουν ο ένας τις ευθύνες και βάρη στον άλλο. Ακόμα και ο πρωθυπουργός της χώρας «ανύστακτος» και εν «αγωνία», όταν αποφάσισε να δραστηριοποιηθεί και να κινητοποιηθεί, το έπραξε όχι για να αποκόψει τα σαθρά μέλη που είχε μπροστά του και τον ενημέρωναν πλημμελώς, αλλά για να τους επικαλύψει. Να τους δώσει άφεση αμαρτιών . Να τους περισώσει προσωρινά από την αγανάκτηση και την οργή του λαού. Ποιους; Τους πρωταίτιους αυτής της τραγωδίας. Θα ήταν λάθος μου να μην αναφερθώ σ΄ εκείνη, την κατά παραγγελία ενημέρωση, μέσα στα μεσάνυχτα , όπου τα πάντα είχαν τελειώσει. Τα αποκαΐδια, η χόβολη, οι στάχτες και πολύ μικρές εστίες φωτιάς, υπήρχαν μόνο για να μαρτυρούν και να πιστοποιούν το μέγεθος της μεγάλης καταστροφής. Τότε μπροστά στις κάμερες, παρουσία του πρωθυπουργού, πέντε υπουργών και άλλων υψηλόβαθμων κρατικών παραγόντων, δηλώθηκε από τον πρωθυπουργό, ότι μέχρι εκείνη την ώρα δεν υπήρχαν ανθρώπινα θύματα. Ενώ αυτά ξεπερνούσαν τα είκοσι. Το ηγετικό «πάνθεο» της βραδιάς παρουσιάστηκε λίγο και ανεπαρκές. Στην τραγωδία της Αν. Αττικής απεδείχθησαν ανίκανοι και ανήμποροι να διαχειριστούν μία συνηθισμένη κρίση. Η εποχή μας διαφημίζει την αξία του ανθρώπου. Σ΄αυτή την τραγωδία , δυστυχώς δεν βρέθηκε ούτε ένα άτομο να αναλάβει τις πρωτοβουλίες, να σηκώσει τον σταυρό του μαρτυρίου, να ηγηθεί και να φρενάρει την παθιασμένη φθορά του ολέθρου. Ολόκληρο κράτος υπήρχε εκεί. Κανείς όμως δεν πήρε μια πρωτοβουλία να σταματήσει το κακό. Απεδείχθησαν όλοι τους μικροί και ανίκανοι. Όλοι τους κακέκτυποι, που το μόνο που ξέρουν, είναι να βυζαίνουν τον κρατικό κορβανά. Μέσα στο παγερό κλίμα της ημέρας αυτής, ας βρούμε το θάρρος να γονατίσουμε μπροστά στη μνήμη των θυμάτων της τραγωδίας αυτής, να καταθέσουμε τη συντριβή μας. Να κλάψουμε και να θρηνήσουμε. Να τους υποσχεθούμε, ότι δεν πρόκειται να τους ξεχάσουμε ποτέ και ότι η μνήμη τους θα είναι αιώνια.
Από τον Αθανάσιο Φώτου, επί τιμή δικηγόρο