Ποια όμως ήταν τα χαρακτηριστικά του γνωρίσματα ως πολιτικός; Τι το ιδιαίτερο είχε η διακυβέρνησή του ώστε η Αθήνα να φτάσει σε εκείνο το υψηλό επίπεδο δόξας που ακόμη και σήμερα προκαλεί τον θαυμασμό;
Σύμφωνα με τον ιστορικό Θουκυδίδη, που ήταν μεγάλος θαυμαστής του, ο Περικλής δεν φοβόταν να πει την αλήθεια στον λαό. Στις εκκλησία του Δήμου, μιλούσε σπάνια και περισσότερο άκουγε τις απόψεις. Όσες φορές πήρε τον λόγο έλεγε την αλήθεια ανεξάρτητα από το αν άρεσε ή όχι στον λαό. Συχνά αντιτάχθηκε στην κοινή γνώμη με θάρρος και υποχωρούσε μόνο μπροστά στην τελική απόφαση της εκκλησίας του Δήμου. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν το συμφέρον της πόλης του. Κατά την περίοδο της διακυβέρνησής του, έπεισε τον μέσο Αθηναίο πολίτη ότι η δόξα της Αθήνας είναι προσωπική υπόθεση του καθενός. Ο κάθε πολίτης τοποθέτησε την πρόοδο της πόλης, πάνω από το προσωπικό του συμφέρον.
Όλοι οι ιστορικοί δέχονται ότι ήταν αδιάφθορος. Διαχειρίστηκε τα χρήματα της πόλης πάντα για τη δόξα της Αθήνας και ποτέ για προσωπικό πλουτισμό. Κατάλαβε αυτό που όλοι οι πολιτικοί γνωρίζουν ανά τους αιώνες αλλά που δυσκολεύονται να υλοποιήσουν, ότι δηλαδή η πρόοδος μιας κοινωνίας εξαρτάται από πράγματα που φαινομενικά είναι ασύνδετα μεταξύ τους. Η δικαιοσύνη, η πολιτική, οι τέχνες, η εκπαίδευση, η οικονομία, οι επιστήμες, όλα έχουν έναν συνδετικό κρίκο. Δουλειά του πολιτικού είναι να βρει το σημείο ένωσης, να τα αναπτύξει και αυτό θα οδηγήσει την κοινωνία στον δρόμο της πρωτοπορίας και της ευημερίας.
Δεν προσπάθησε ποτέ να επιβάλλει τις δικές του προσωπικές απόψεις στην λαό της Αθήνας. Η απόφαση για το τι θα πράξει η πόλη ήταν αποκλειστικά του λαού. Δική του ήταν μόνο η σκέψη. Οι ομιλίες του δεν είχαν σκοπό να επιβάλλουν ιδέες, αλλά να διαφωτίσουν, να ενημερώσουν και να κάνουν ξεκάθαρα τα υπέρ και τα κατά μιας απόφασης. Αν οι πολλοί υιοθετούσαν την άποψή του, τότε την έκαναν δική τους απόφαση και την επόμενη μέρα όλοι ένιωθαν σημαντικοί, γιατί όλοι είχαν συμμετάσχει στην διοίκηση της πόλης. Όλοι ένιωθαν ότι ήταν ελεύθεροι να σκεφτούν και ότι οι ίδιοι όριζαν τις τύχες τους. Αυτό κατά τον Περικλή ήταν το νόημα της ελευθερίας του πολίτη.
Απαιτούσε τη συμμετοχή του κάθε Αθηναίου πολίτη στη λήψη αποφάσεων. Κατάλαβε όμως ότι για να μπορεί ο πολίτης να λαμβάνει σωστές αποφάσεις πρέπει να καλλιεργήσει τον ορθό λόγο, να καλλιεργήσει το πολιτικό του κριτήριο. Γι’ αυτό μετέτρεψε την Αθήνα σε ένα απέραντο σχολείο. Οι καλύτεροι δάσκαλοι από όλο τον ελληνικό κόσμο έρχονταν να διδάξουν στην Αθήνα. Επένδυσε δηλαδή στη μόρφωση των συμπολιτών του και οργάνωσε για πρώτη φορά μια μορφή εκπαίδευσης του πληθυσμού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αναπτυχθούν επί των ημερών του το θέατρο, η φιλοσοφία, η αρχιτεκτονική, η ιστορία και όλες σχεδόν οι επιστήμες.
Είχε απόλυτη επίγνωση της θέσης του και ποτέ δεν προσπάθησε να την εκμεταλλευτεί. Θα μπορούσε να είχε γίνει τύραννος στην Αθήνα αλλά δεν το έκανε, παρά το γεγονός ότι αυτή ήταν η μόνιμη κατηγορία των πολιτικών του αντιπάλων. Ο ίδιος γνώριζε φυσικά τον ηγετικό του ρόλο στην πολιτική ζωή αλλά αυτή του την καθολική αποδοχή δεν την στήριξε ούτε στα όπλα, ούτε στον φόβο. Οι Αθηναίοι πολίτες ελεύθερα τον είχαν αποδεχτεί ως τον ηγέτη τους.
Κατά τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας σίγουρα έκανε και πολλά λάθη. Ίσως και να απέτυχε στα περισσότερα από αυτά που ήθελε να κάνει. Όσα όμως πέτυχε ήταν αρκετά ώστε να ανοίξουν ένα νέο δρόμο σκέψης στον κόσμο, να καλλιεργήσει ιδέες, που προβληματίζουν ακόμη και σήμερα για την πορεία των ανθρώπινων κοινωνιών. Σωστά έχει γραφεί ότι η περίοδο του Περικλή δεν ήταν ουσιαστικά πολίτευμα, αλλά μια παιδευτική διαδικασία που άλλαξε τον τρόπο που ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται την διακυβέρνηση. Ο ίδιος πάντως λίγο πριν πεθάνει είχε πει ότι το μεγαλύτερο κατόρθωμά του ήταν πως εξαιτίας του κανείς Αθηναίος πολίτης δεν είχε φορέσει μαύρα ρούχα.
Από τον Νίκο Τάχατο, φιλόλογο