Αδιαμφισβήτητη είναι η σημερινή πραγματικότητα στον ελληνικό πολιτικό χάρτη. Κόμματα πλέον εξαϋλώνονται και δεν υφίστανται κοινοβουλευτικά αλλά και χωρίς την παραμικρή απήχηση στην κοινωνία. Βουλευτές που με άλλη ρητορική εξελέγησαν το 2015 μπροστά στο εκλογικό τους κοινό προς άγραν ψήφων και άλλα πρεσβεύουν σήμερα. Κόμματα που συγκυβερνούσαν και πλέον αλληλοεκβιάζονται, ενώ μένει ανοιχτό ακόμη και το ενδεχόμενο να αλλάξει ο Κανονισμός της Βουλής προκειμένου ορισμένα κόμματα να διατηρήσουν την κοινοβουλευτική τους ομάδα. Και σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί μια κυβέρνηση μειοψηφίας εντός Βουλής και ανοχής από την κοινωνία γιατί αυτός είναι ο ακριβής συνταγματικός όρος. Νομίζω ότι ζούμε τον πλήρη ευτελισμό της λειτουργίας του Κοινοβουλίου.
Η παρούσα σύνθεση της Βουλής δεν έχει καμία σχέση με αυτή του 2015. Οκτώ κόμματα εξελέγησαν το 2015 δημοκρατικά μέσω των εθνικών εκλογών. Από αυτά 5 κόμματα ουσιαστικά υφίστανται σήμερα, αφού 2 είναι με κατακερματισμένες κοινοβουλευτικές ομάδες και ένα πλέον χωρίς κοινοβουλευτική ομάδα. Επιπλέον βιώνουμε μια πρωτοφανή κατάσταση αφού έχουμε στην ουσία ακόμη μια Κοινοβουλευτική ομάδα με 16 ανεξάρτητους Βουλευτές, που το 2015 θυμίζω ότι εξελέγησαν υπό τη σημαία κομμάτων, τα οποία ψήφισαν οι πολίτες.
Οι συσχετισμοί σήμερα είναι διαφορετικοί και φυσικά η επιθυμία, που καταγράφεται έντονα στις δημοσκοπήσεις, όπου οι 7 στους 10 πολίτες ζητούν επιτακτικά εκλογές, νομίζω ότι το αποδεικνύει. Επομένως όποιος θεωρεί ότι το παρόν κοινοβουλευτικό περιβάλλον είναι ταυτόσημο με τις επιταγές του Συντάγματος και η ελληνική κοινωνία εκπροσωπείται επάξια πολιτικά από τις παρούσες κοινοβουλευτικές δυνάμεις, διαπράττει μέγα σφάλμα.
Η βασική συνταγματική αρχή της λαϊκής κυριαρχίας παραβιάζεται κατάφωρα όπως και η αρχή της δεδηλωμένης, σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση οφείλει να έχει τη «δεδηλωμένη» εμπιστοσύνη της απόλυτης πλειοψηφίας των βουλευτών δηλαδή τουλάχιστον 151 από τους 300. Διαχρονικά αυτή η εμπιστοσύνη εκδηλώνεται με σχετική ψηφοφορία εντός Βουλής, όποτε το ζητήσει ο Πρωθυπουργός. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η δημοκρατική νομιμοποίηση της κυβέρνησης εντός κοινοβουλίου, μια νομιμοποίηση, που το 2015 πράγματι είχε ουσία αλλά σήμερα δεν νομίζω ότι υφίσταται, με την ψήφο περιφερόμενων Βουλευτών να ψηφίζουν κατά περίπτωση χωρίς να ανήκουν στην κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος κόμματος.
Επιπλέον γίνεται μεγάλη συζήτηση για τη διεθνή συνθήκη, που υπέγραψε η χώρα με το γειτονικό κράτος των Σκοπίων και ψηφίστηκε πριν λίγες ημέρες από την Ελληνική Βουλή. Τα αρνητικά αυτής της συμφωνίας και όσα θα βρούμε μπροστά μας τα έχω αναλύσει σε προηγούμενο άρθρο μου. Εκεί που θέλω να μείνω όμως και που δεν είδα να απασχολεί πολλούς στον ευρύτερο δημόσιο διάλογο είναι ότι ετέθησαν και εθίγησαν πολύ σημαντικά ζητήματα συνταγματικής τάξης. Ενός Συντάγματος που έχει καταντήσει δυστυχώς ως ένα απλό κείμενο διατάξεων, εφαρμοζόμενο κατά το δοκούν αν και θα έπρεπε να διατηρεί τον ρόλο του ως το υπέρτατο νομοθέτημα της χώρας, το οποίο όλοι σέβονται.
Ο κορυφαίος θεσμός του Ελληνικού κοινοβουλίου διανύει μια από τις χειρότερες εποχές του, τόσο σε επίπεδο κοινοβουλευτικού διαλόγου, όσο και επιχειρημάτων, πραγματικότητα που νομίζω ότι η πλειοψηφία των πολιτών επιβεβαιώνει. Η συζήτηση της ‘’γκαζόζας’’ δεν περιποιεί ασφαλώς τιμή ούτε στον χώρο μέσα στον οποία λαμβάνει χώρα, ούτε έναντι των πολιτών, που τίμησαν κάποιους ανθρώπους με την ψήφο τους.
Νομίζω ότι τώρα είναι η ώρα των κρίσιμων πολιτικών αλλά και εκλογικών αποφάσεων. Δεν θέλω να μπω καν στη συζήτηση για το πότε θα γίνουν οι Εθνικές εκλογές. Άλλωστε το πρόσφατο παρελθόν απέδειξε ότι οι κυβερνήσεις ωθούνται από μόνες τους σε εκλογικές ανακοινώσεις γιατί Συνταγματικά μπορεί να έχουν τη δυνατότητα να κυβερνούν αλλά πολιτικά υπάρχει ζήτημα ηθικής.
Οι γενναίες κυβερνήσεις αλλά και οι σπουδαίοι ηγέτες του μακρινού παρελθόντος δεν δείλιαζαν να αναλάβουν το όποιο πολιτικό κόστος κάνοντας μια υπεύθυνη εθνική επιλογή που ήταν αντιδημοφιλής, αλλά ταυτόχρονα σπουδαία για την πολιτική τους υστεροφημία. Κοινοβουλευτικές δυνάμεις, αδύναμες ουσιαστικά από τη μία και κύρωση διεθνών συνθηκών της χώρας με δεδομένη παραβίαση του Συντάγματος από την άλλη. Τελικά τα όρια της συνταγματικής και της θεσμικής εκτροπής έχουν ξεπεραστεί από καιρό. Απλά κάποιοι εθελοτυφλούν μιας και η ‘’καρέκλα’’ της εξουσίας είναι εξαιρετικά αναπαυτική.
* Από τον Βάσο Π. Καραμπίλια, δικηγόρο Αθηνών, ειδικευθέντα στο Αθλητικό Δίκαιο-MBA in Sports Management, επιστημονικό συνεργάτη στη Βουλή των Ελλήνων