Ποιος το κάνει αυτό; Όποιος παραμένει στάσιμος ή ακόμα και αρνητικός με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις των καιρών. Τέσσερα συγκεκριμένα παραδείγματα.
-Πρώτο, στην οικονομία. Στο παρελθόν καμιά Κυβέρνηση ή τοπική εξουσία δεν είχε επεξεργαστεί συνολική αναπτυξιακή πολιτική. Περίμεναν από την αγορά να λύσει τα θέματα. Τα γνωστά… «να παραχτεί πλούτος και μετά τον μοιράζουμε». Και επήλθε χρεωκοπία. Ο ΣΥΡΙΖΑ, για πρώτη φορά στη χώρα, προωθεί ολιστική αναπτυξιακή πολιτική, που μετά τα μνημόνια αρχίζει να κτίζει ένα συνολικό στρατηγικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, των περιφερειών και του κάθε Δήμου ξεχωριστά. Σύντομα θα αναδειχτεί με συγκεκριμένο τρόπο όλη η θεματολογία σε υποδομές, παραγωγικούς τομείς, περιβάλλον, παιδεία, υγεία, πρόνοια, διεθνείς σχέσεις. Και ενώ όλος ο πλανήτης αναγνωρίζει τις διαφορές από το παρελθόν, παρά τις τρομακτικές δυσκολίες της συνολικής αποδιάρθρωσης και εγκατάλειψης που παρέλαβε η σημερινή Κυβέρνηση, η αντιπολίτευση με τη διαπλοκή κάνουν «το άσπρο –μαύρο», ενάντια ακόμα και στις διαπιστώσεις γνωστών παραγόντων της εσωτερικής αγοράς.
-Δεύτερο, στις διεθνείς σχέσεις. Η «Συμφωνία των Πρεσπών» λύνει ένα Βαλκανικό και Διεθνές πρόβλημα που εκτός των βασικών διακρατικών προβλημάτων που επιλύει, καταξιώνει τη χώρα σε σημαντικό γεωστρατηγικό παίκτη των Ευρωπαϊκών εξελίξεων και διαμορφώνει ένα πλαίσιο διαβαλκανικής συνανάπτυξης. Η αντιπολίτευση, εκτεθειμένη στην παγκόσμια κοινή γνώμη και προφανέστατα σε κάθε καλόπιστο παρατηρητή, ανέδειξε «θέματα» παρά το δεδομένο «ιστορικό» της -προφάσεις εν αμαρτίαις- που απορρίφτηκαν ολοκληρωτικά από τα ιστορικά δεδομένα και την πολιτική πραγματικότητα. Το χειρότερο ωστόσο είναι ότι ευνόησε με την επιχειρηματολογία της ακροδεξιές και εθνικιστικές προκαταλήψεις.
-Τρίτο, σε περιφερειακό επίπεδο. Ήταν φανερό ότι το «Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας» με τη συγχώνευση ΑΕΙ και ΤΕΙ, δημιουργεί νέα δεδομένα για την ανώτατη παιδεία και τη σχέση της με την ερευνητική-αναπτυξιακή διαδικασία, καθώς και τη διασύνδεσή του με τις τοπικές κοινωνίες. Η διαχείριση της πρότασης συγχώνευσης από ορισμένους αυτοδιοικητικούς και ακαδημαϊκούς παράγοντες, αρκετές φορές ξεπέρασε τα αποδεκτά πλαίσια αντιπαράθεσης απόψεων. Και δεν αναφέρομαι σε όσους έχουν μια αγωνία και μια ιδιαίτερη προσέγγιση για την τεχνολογική εκπαίδευση. Επισημαίνεται ωστόσο μια «πολεμική» που παραβλέποντας το κύριο και τη βασική κατεύθυνση των κυβερνητικών επιλογών, διαμόρφωνε συνεχώς «θέσεις» και αιτιάσεις, που όπως απέδειξαν και οι εξελίξεις δεν υιοθετήθηκαν από την πλειοψηφία της ακαδημαϊκής κοινότητας και τις τοπικές κοινωνίες.
-Τέταρτο, σε τοπικό επίπεδο. Το «Πάρκο των Ευχών» που τόσο επιτυχημένα -για όλο τον κόσμο- οργάνωσε η Δημοτική Αρχή της «Προοδευτικής Συμπαράταξης» σαν χειμωνιάτικο διαχρονικό εορταστικό θεσμό, επιχειρούν κάποιοι να διεμβολίσουν εφευρίσκοντας προσκόμματα που πάνε να μειώσουν την κοινωνική αποδοχή του. Όλη η κοινωνία «Λαρίσης και περιχώρων» χαίρεται, καμαρώνει και αξιοποιεί εμπορικά έναν καθολικά πετυχημένο θεσμό, ενώ κάποιοι δημιουργούν «θέματα» για δεύτερη φορά, πιστεύοντας ότι θα επηρεάσουν την αντίληψη του κόσμου για μια ολοφάνερα επιτυχημένη δημοτική επιλογή.
Είναι προφανές ότι ένα «κατεστημένο», κεντρικά και τοπικά, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών. Αδυνατεί να οδηγήσει τη χώρα και τις τοπικές κοινωνίες στη νέα εποχή, ζορίζεται και παλεύει με τα φαντάσματα.
Η χώρα αλλά και οι τοπικές κοινωνίες έχουν προβλήματα. Όλο και περισσότερο όμως στο μέλλον, σε καμιά περίπτωση αυτά δεν θα αντιμετωπίζονται με «θέσεις» που εφευρίσκονται για να ξεπερνιέται η αδυναμία πολιτικών να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της νέας εποχής που καλπάζει.
Από τον Κώστα Δεληγιάννη