Συνεπώς, η εξέγερση του Πολυτεχνείου συνόψιζε: το αίτημα για πτώση της χούντας, τη διάθεση απελευθέρωσης των νέων της εποχής εκείνης από τις αγκυλώσεις και την εσωστρέφεια της τότε κοινωνίας, την προσπάθεια να ξεφύγουν από το καθεστώς της πολλαπλής πολιτικής φαυλότητας και διαφθοράς δηλαδή τη χειραφέτηση από τον παλαιοκομματισμό και, ασφαλώς, το κεντρικό αίτημα για Παιδεία χωρίς αποκλεισμούς καθώς και για άνοδο του βιοτικού επιπέδου.
Ο εθνικός διχασμός, ο εμφύλιος και τα διεθνή ρεύματα των αρχών της δεκαετίας του 1960 και μετά (π.χ. Γαλλικός Μάης) καθόρισαν το ιδεολογικό και πολιτικό «φορτίο» του φαινομένου που ονομάστηκε «Γενιά του Πολυτεχνείου». Η γενιά του 1-1-4 της κληροδότησε την κουλτούρα των κινητοποιήσεων που ανεδείχθη σε ιδιότυπο πολιτισμικό μας χαρακτηριστικό ενώ η «αποκάλυψη» των μηχανισμών που «επέβαλαν» την ελληνική χούντα πυροδότησαν τον αντιαμερικανισμό της.
Είναι θέμα κοινής λογικής το να αντιληφθούμε ότι δεν ευθύνεται αποκλειστικά και μόνο η Γενιά του Πολυτεχνείου για τη σημερινή κατάσταση της χώρας όπως κάποιοι ισχυρίζονται. Διότι ουδείς π.χ. εκ των πρωθυπουργών της περιόδου 1974-2004 δεν μετείχε -λόγω ηλικίας- στα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Αλλά και από τους διατελέσαντες, κατά την ίδια περίοδο, 21 υπουργούς Εθνικής Οικονομίας ή Οικονομικών μόνο o εξαιρετικά αποτελεσματικός Νίκος Χριστοδουλάκης ανήκε στη γενιά του Πολυτεχνείου. Γενικώς, η εκπροσώπησή της, σε επίπεδο αποφάσεων που δημιουργούν κατευθύνσεις σε κρίσιμους τομείς της κυβερνητικής πολιτικής, ήταν πενιχρή.
Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι στελέχη της ενσωματώθηκαν πλήρως, όχι κατ’ ανάγκην σε πρωτοκλασάτο επίπεδο, και υπηρέτησαν λογικές του συστήματος αποκομίζοντας υλικά και άλλα οφέλη. Λειτούργησαν, δηλαδή, εκουσίως ή ακουσίως ως το άλλοθι και το «καλλωπιστικό επίχρισμα» του διεφθαρμένου «παλαιού».
Η γενίκευση, όμως, δεν ευσταθεί διότι, τότε, με τον ίδιο τρόπο, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι η γενιά των Βαλκανικών Πολέμων ευθύνεται για τη Μικρασιατική Καταστροφή ή η γενιά του ’40 ευθύνεται για την τραγωδία του Εμφυλίου κ.ο.κ. Δεν είναι όμως έτσι διότι τότε παραγνωρίζουμε όλες τις άλλες παραμέτρους που επηρεάζουν τις εξελίξεις και είναι σαν να απαλλάσσουμε τις εκάστοτε ηγεσίες από τις ευθύνες τους.
Γεγονός είναι πως η εξέγερση του Πολυτεχνείου αναπτέρωσε την πίστη των Ελλήνων στην Πολιτική. Η εμπιστοσύνη, όμως, στην Πολιτική, 44 χρόνια μετά, είναι και πάλι ζητούμενο μέγεθος όχι μόνο στην πατρίδα μας αλλά και παγκοσμίως. Οι λόγοι για αυτή την αρνητική εξέλιξη είναι ποικίλοι και συνδέονται με την πλήρη επικράτηση του καπιταλιστικού προτύπου. Η υπερ-συγκέντρωση πλούτου σε πολύ λίγους, σε συνδυασμό με αδύναμες και φαύλες διοικήσεις σε χώρες με θεσμική υστέρηση όπως η Ελλάδα αλλά και σε χώρες-μητροπόλεις που βρίσκονται σε τροχιά ύφεσης και παρακμής αποτελούν σοβαρότατο κίνδυνο για τη Δημοκρατία στα επόμενα χρόνια.
Διότι η ανεξέλεγκτη δύναμη των επονομαζόμενων «αγορών» -που ενισχύεται περαιτέρω από τον έλεγχο εκ μέρους τους της νέας τεχνολογικής επανάστασης-απαιτεί και επιβάλλει την υποταγή της Πολιτικής στα κελεύσματά τους. Κάθε τι που δεν ευνοεί τη «λογική» τους θεωρούν ότι πρέπει να ισοπεδωθεί. Σε έναν τέτοιο κόσμο η μη «προσαρμογή» ισοδυναμεί με περιθωριοποίηση, με πτώχευση και δυστυχία.
Οι κοινωνίες, πάντως, που θα αρνηθούν να αλλάξουν ή δεν θα μπορέσουν να μεταρρυθμισθούν θα στραφούν κατά πάσα πιθανότητα προς τις διάφορες εκφάνσεις του «βαθέως» συντηρητισμού και της μεγάλης εσωστρέφειας και θα οχυρωθούν πίσω από δόγματα και αντιλήψεις που παραπέμπουν στους επικίνδυνους εθνικισμούς και στους εν γένει αναχρονισμούς. Το BREXIT και η ανάδειξη Τραμπ στο ύπατο αξίωμα των ΗΠΑ το δείχνουν.
Εκτός κι αν υπάρξει ένα άλλο «αφήγημα» που θα εμπνεύσει και θα συγκλονίσει, στον καιρό της παγκοσμιότητας, τις νέες γενιές του πλανήτη. Ένα «αφήγημα» που θα επανακαθορίζει τις προτεραιότητες της ανθρωπότητας σε έναν πλανήτη που θα είναι βιώσιμος. Όπου οι έννοιες ανισότητα, εκμετάλλευση, πείνα, προσφυγιά, έλλειψη εκπαίδευσης, έλλειψη περίθαλψης και έλλειψη ελευθερίας θα απουσιάζουν από το καθημερινό λεξιλόγιο των απλών ανθρώπων.
Το «αφήγημα» αυτό θα μπορούσε να φυτέψει και πάλι “τυφλές ελπίδες στις καρδιές των ανθρώπων” όπως συνέβη τότε στο Πολυτεχνείο. Το «αφήγημα» αυτό θα μπορούσε να σημάνει το τέλος της απληστίας των ισχυρών και την αρχή των δράσεων σε έναν κόσμο όπως τον οραματίστηκαν οι μεγάλοι Δάσκαλοι του Ανθρώπου: ο Προμηθέας, ο Ιησούς, ο Μάρξ και ο ονειροπόλος αυτόχειρας Ααρών Σουόρτζ.
Όπως τον ονειρεύτηκαν οι φοιτητές του Πολυτεχνείου «που τους έλεγαν αλήτες».
Του Δημήτρη Νούλα
* Ο Δημήτρης Νούλας είναι Χημικός