Διήγημα

Είναι… βαριά η εργένικη ζωή

Δημοσίευση: 04 Νοε 2018 17:40

Ήταν ένα γλυκό πρωινό του Φθινοπώρου. Ο Πέτρος ξύπνησε αργά και βαριεστημένα, τράβηξε προς την κουζίνα. Ήπιε ένα ποτήρι νερό, μην ξέροντας πώς να ξεκινήσει τη… βαρετή του ημέρα.

Στη συνέχεια μπήκε στο μπάνιο, έκανε ένα γρήγορο ντουζάκι, σαν να συνήλθε κάπως και ένιωσε μια μικρή ενέργεια μέσα του. Ντύθηκε και κατέβηκε κάτω στο περίπτερο της γειτονιάς για να πάρει την εφημερίδα του. Ανεβαίνοντας αντάλλαξε μια «καλημέρα» με την κυρία που έμενε στον ίδιο όροφο δίπλα του.

Μπήκε στο διαμέρισμά του, έφτιαξε έναν δυνατό καφέ και βγήκε στην πίσω βεράντα, που δεν είχε ήλιο, να τον απολαύσει.

Άνοιξε την εφημερίδα να δει κάτι να του φτιάξει τη διάθεση, μα τίποτα, όλα… μαύρα κι εκεί. Πλημμύρες, καταστροφές, πυρκαγιές, θάνατοι, μνημόσυνα για τους αδικοχαμένους στην Αττική, κηδείες, φόνοι, κλοπές, περικοπές συντάξεων…

Εκεί στάθηκε, τον ενδιέφερε άμεσα αυτό. Συνταξιούχος εδώ και δέκα χρόνια ο Πέτρος, κάθε μήνα καρδιοχτυπούσε για το τι θα πάρει.

Δεν του είχε μείνει ούτε η μισή σύνταξη απ’ τις απανωτές περικοπές όλα αυτά τα χρόνια. Όσες κυβερνήσεις κι αν πέρασαν, το μάτι το είχαν πώς θα… ρημάξουν τον συνταξιούχο, αυτός είναι η εύκολη λύση, για να εισπράξουν και να βγει το περιβόητο πλεόνασμα.

Πέταξε την εφημερίδα στο τραπεζάκι και σηκώθηκε. Θα έβγαινε μια βόλτα μήπως και έφτιαχνε η διάθεσή του. Ίσως έβρισκε και κανέναν φίλο, συνάδελφο, να πει καμιά κουβέντα, να κυλήσει η μέρα του.

Ο Πέτρος ήταν εργένης, ήταν κατά του γάμου απ’ τα νιάτα του. Γοητευτικός, αρρενωπός, κομψός -και έτσι παρέμενε ακόμα στα εξηνταπέντε του- είχε στα πόδια του όσες γυναίκες ήθελε. Έκανε αρκετές σχέσεις, αλλά το ξεκαθάριζε απ’ την αρχή στις κοπέλες που γνώριζε, να… ξεχάσουν τον γάμο. Δεν ήταν… έτοιμος για τέτοια δέσμευση.

Και δεν ήταν, ούτε στα τριάντα, ούτε στα σαράντα ούτε και στα… πενήντα του.

Απολάμβανε την εργένικη ζωή και τη ρουφούσε σαν… δυνατό κρασί. Σφοδρό έρωτα δεν ένιωσε ποτέ, για καμιά κοπέλα που γνώρισε κατά καιρούς. Παρά μόνο για μία συνάδελφό του -δημόσιος υπάλληλος ήταν- ένιωθε κάτι διαφορετικό.

Όμως η Άννα, πέρα απ’ το «καλημέρα, τι κάνετε, πώς είστε σήμερα» και τα της δουλειάς, τίποτα παραπάνω.

Πολύ θα ήθελε να κάνει μια σχέση μαζί της και ποιος ξέρει, ίσως άλλαζε γνώμη και για τον γάμο. Όμως δεν έγινε έτσι και νάτος τώρα στα εξηνταπέντε του, μόνος μέσα στους τέσσερις τοίχους, να τον πνίγουν και να του κόβουν την ανάσα εκείνα τα χειμωνιάτικα ατελείωτα βράδια.

Αφού ντύθηκε κατέβηκε στον δρόμο. Περπάτησε ως την πλατεία της πόλης, δεν ήταν και πολύ μακριά.

Εκεί συνάντησε ένα συνάδελφο, συνταξιούχος κι εκείνος, βγήκαν στη σύνταξη πολύ γρήγορα και οι δύο. Κάθισαν σ’ ένα τραπεζάκι εκεί στην πλατεία και τα είπανε. Κάποια στιγμή ο Νίκος -αυτό ήταν το όνομα του φίλου- του είπε.

«Ξέρεις Πέτρο ο σύλλογός μας διοργανώνει μια εκδρομή την Κυριακή στη Μακεδονία. Θα επισκεφθούμε πολλές πόλεις, αρχής γενομένης απ’ τη Θεσσαλονίκη. Αξιοθέατα, μουσεία, μοναστήρια, θέλεις να δηλώσεις; Εγώ θα πάω, το θέλει πολύ και η γυναίκα μου».

Ο Πέτρος δεν χρειάστηκε και πολύ να το σκεφθεί. Δεν είχε και τίποτα καλύτερο να κάνει.

«Καλή ιδέα Νίκο, μια εκδρομή θα ήταν ό,τι μου χρειάζονταν αυτόν τον καιρό που νιώθω φοβερή πλήξη».

Το λεωφορείο ξεκίνησε χαράματα απ’ την κεντρική πλατεία της πόλης.

Ένιωσε πολύ όμορφα ο Πέτρος. Συνάντησε συναδέλφους, φίλους, γνωστούς και το ταξίδι ήταν υπέροχο. Όπως του είχε πει ο Νίκος επισκέφθηκαν πολλές πόλεις, με όλα τα παραπάνω, αξιοθέατα, μουσεία και τέλος σε μια μικρή πόλη της Μακεδονίας ένα μοναστήρι.

Ήταν γυναικείο, καμιά δεκαριά μοναχές νέες κοπέλες πηγαινοέρχονταν για τις ανάγκες του μοναστηριού. Η ηγουμένη τούς υποδέχτηκε καλόκαρδα και τους πέρασε στο αρχονταρίκι να τους προσφέρει καφεδάκι και λουκουμάκι, όπως συνηθίζεται. Ήταν απόγευμα και ένας καφές ήταν ό,τι έπρεπε.

Ο Πέτρος απ’ τη στιγμή που αντίκρισε εκείνη τη μοναχή, την ηγουμένη, ένιωσε κάπως. Ένωσε μια ζεστασιά, μια οικειότητα, κάτι απροσδιόριστο. Αφού ξεναγήθηκαν σε όλους τους χώρους του μοναστηριού, άναψαν το κεράκι τους, προσευχήθηκαν, πήραν τον δρόμο της επιστροφής, ευχαριστώντας προηγουμένως τις καλόκαρδες μοναχές, ιδιαίτερα την ηγουμένη για τη φιλοξενία.

Ο Πέτρος σε όλο τον δρόμο ήταν σκεπτικός και ολιγόλογος. Ο Νίκος που καθόταν πίσω με τη γυναίκα του, κάποια στιγμή έσκυψε προς το μέρος του…

«Πέτρο είσαι καλά; Σε βλέπω κάπως. Μη μου πεις ότι δεν περάσαμε καλά, εγώ ενθουσιάστηκα, ιδίως στο μοναστήρι. Η αδελφή Θεολογία, είναι θησαυρός, κατά κόσμον Άννα, δεν τη θυμάσαι, ήταν συνάδελφός μας…;

«Συνάδελφός μας; Άννα είπες;» Έπιασε το κεφάλι του, ώστε αυτή λοιπόν ήταν η Άννα! Η μηχανή του χρόνου έτρεξε πίσω. Θυμήθηκε το γραφείο, τα νιάτα τους, την Άννα, σοβαρή και συγκρατημένη… Προσπάθησε να φέρει τον χρόνο πίσω αλλά δεν τα κατάφερε…

Από την Καλλίτσα Γκουράβα-Δικτά

* Η Καλλίτσα Γκουράβα-Δικτά είναι συγγραφέας

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass