Από τον Αργύρη Ντόβα
Τα φίδια από την εποχή του Αδάμ και της Εύας θεωρούνται κακά πλάσματα, τα οποία πρέπει να φοβόμαστε. Φίδια υπάρχουν σ’ όλες τις Ηπείρους της Γης, πλην της Ανταρκτικής. Από τα 3000 περίπου είδη φιδιών, μόνο το 15 % εξ αυτών θεωρείται ότι αποτελεί δυνητικό κίνδυνο για τους ανθρώπους. Σύμφωνα με βιβλιογραφικές εκτιμήσεις ο συνολικός ετήσιος αριθμός τσιμπημάτων από φίδια ανέρχεται στα 5.5 εκατομμύρια παγκοσμίως, εκ των οποίων τα 2.5 εκατομμύρια τσιμπήματα προέρχονται από δηλητηριώδη είδη φιδιών.
Ο συνολικός ετήσιος αριθμός θανάτων από τσίμπημα φιδιού στον Πλανήτη ανέρχεται στις 125.000 περίπου. Αν και οι θάνατοι από τσιμπήματα φιδιών είναι σπάνιοι στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική ( στις ΗΠΑ 15 θάνατοι ετησίως από τις 45.000 θύματα ), η νοσηρότητα αποτελεί σοβαρό πρόβλημα υγείας σε πολλές αγροτικές περιοχές. Τα συνηθέστερα σημεία του σώματος, στα οποία συμβαίνουν τα τσιμπήματα φιδιών, είναι κυρίως τα χέρια και λιγότερο συχνά τα πόδια.
Στην Ελλάδα, το μοναδικό δηλητηριώδες είδος φιδιού είναι η έχιδνα ή οχιά. Το δηλητήριο της έχιδνας περιέχει συνδυασμό αιματοτοξινών, κυτταροτοξινών, μυοτοξινών και νευροτοξινών, καθώς και διάφορα ένζυμα , μέσω των οποίων προκαλεί σημαντική κυτταρική βλάβη, η οποία μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις για όλα σχεδόν τα όργανα και συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού. Οι συνέπειες του τσιμπήματος εξαρτώνται από: το είδος του φιδιού, την περιοχή του σώματος στην οποία συνέβη, την ποσότητα του δηλητηρίου που εκχύθηκε στο σημείο του τσιμπήματος και την ηλικία του θύματος.
Συμπτώματα και κλινικά «σημεία»: Η πιο συνήθης συμπτωματολογία των τσιμπημάτων φιδιών είναι: πανικός, φόβος και συναισθηματική αστάθεια. ναυτία, εμετοί, διάρροια, ίλιγγος, λιποθυμία, ταχυκαρδία, μαζική εφίδρωση, πυρετός με ή χωρίς ρίγος, μυϊκός τρόμος, σπασμοί, διπλωπία ή άμβλυνση της όρασης, κεφαλαλγία, καθώς κρύο και γλοιώδες δέρμα.
Τα τσιμπήματα οχιάς, είναι ικανά να προξενήσουν τοπική λοίμωξη, η οποία στη συνέχεια μπορεί να γενικευθεί και να απειλήσει τη ζωή του θύματος. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το δηλητήριο, το οποίο εκχύνεται στο σημείο του τσιμπήματος, μπορεί να περιέχει επικίνδυνες μικροβιακές προσμίξεις, περιλαμβανομένου και του κλωστηριδίου του τετάνου. Δυνατόν επίσης το θύμα, μετά το τσίμπημα, να παρουσιάσει εικόνα αναφυλακτικού ( αλλεργικού ) shock.
Στην παραπάνω συμπτωματολογία δυνατόν να προστεθούν: λήθαργος, υπόταση, ταχύπνοια, έκδηλη ταχυκαρδία, διαταραχή των αισθήσεων και οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια. Ορισμένα τσιμπήματα από δηλητηριώδη είδη φιδιών, δυνατόν να προκαλέσουν διαταραχές της πηκτικότητας του αίματος (π.χ. διάχυτη ενδαγγειακή πήξη ), με αποτέλεσμα την « αυτόματη » εκδήλωση αιμορραγίας από τα διάφορα όργανα και συστήματα (γαστρορραγία, εγκεφαλική αιμορραγία, αιμόπτυση, ρινορραγία κτλ ). Άλλη σοβαρή συνέπεια των τσιμπημάτων των φιδιών είναι η καταστροφή των μυϊκών μαζών του σώματος του θύματος, μία παθολογική κατάσταση, η οποία είναι γνωστή με το όνομα ραβδομυόλυση. Η μυοσφαιρίνη, που προκύπτει από την καταστροφή των μυϊκών κυττάρων, κατά την αποβολή της από τα νεφρά, μπορεί να προκαλέσει απόφραξη των ουροφόρων σωληναρίων, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη οξείας νεφρικής ανεπάρκειας.
Τα περισσότερα τσιμπήματα φιδιών, προκαλούν τοπική αντίδραση ποικίλης έντασης. Συνήθως εκδηλώνεται πόνος, ερυθρότητα και οίδημα στο σημείο του τραύματος. Η ένταση των ως άνω συμπτωμάτων εξαρτάται από τη θέση στην οποία συνέβη το τσίμπημα.
Αντιμετώπιση. Παροχή πρώτων βοηθειών μετά το τσίμπημα φιδιού: Οι πρώτες βοήθειες στο θύμα, συνίστανται: α) Στη διατήρηση της ψυχραιμίας και την ενθάρρυνση του θύματος, ώστε να μην καταληφθεί από πανικό. β) Στην προσπάθεια αναγνώρισης του είδους του φιδιού. Αν στο σημείο του τσιμπήματος είναι ορατές οι δύο χαρακτηριστικές τρύπες από τα δόντια του φιδιού, τότε πρόκειται για οχιά. γ) Στην ακινητοποίηση του θύματος, ώστε να μειωθεί ο βασικός μεταβολισμός και η εξάπλωση του δηλητηρίου. δ) Στον καθαρισμό του δέρματος, στην περιοχή του τσιμπήματος, με αραιό διάλυμα αντισηπτικού ( π.χ. Betadine ). ε) Στην τοποθέτηση ελαστικού επιδέσμου σε απόσταση 5 εκατοστών πάνω από το σημείο του τσιμπήματος ή πολύ κοντά στην πλησιέστερη άρθρωση. Το δέσιμο πρέπει να είναι τόσο σφικτό , ώστε να αποκλείει μόνο τη λεμφική κυκλοφορία, μέσω της οποίας μεταφέρεται το δηλητήριο, και τόσο χαλαρό, ώστε να μην εμποδίζει τη φλεβική και την αρτηριακή κυκλοφορία. στ) Στην άμεση μεταφορά του θύματος στο πλησιέστερο Κέντρο Υγείας ή στο Νοσοκομείο.
Ενέργειες που δεν επιτρέπεται να γίνονται: Σ’ αυτές περιλαμβάνονται : 1) Η προσπάθεια αφαίρεσης του δηλητηρίου από το σημείο του τσιμπήματος με το στόμα. Μια τέτοια ενέργεια μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη του τραύματος από μικρόβια του στόματος και αντίστροφα, καθώς και απορρόφηση του δηλητηρίου από τραύματα ή εξελκώσεις του στόματος και των ούλων. 2) Η εφαρμογή περίδεσης ακριβώς στο σημείο του τσιμπήματος ή η σφικτή περίδεση πάνω από το σημείο του τσιμπήματος. 3) Η διενέργεια τομών με ξυραφάκι, μαχαίρι ή «σουγιά» γύρω από το σημείο του τσιμπήματος, ιδιαίτερα αν αυτό έχει συμβεί στο χέρι. 4) Η τοποθέτηση πάγου ή ψυχρών επιθεμάτων, αλλά και αμμωνίας ή άλλων ερεθιστικών ουσιών 5) Η χρησιμοποίηση αντιοφικού ορού εκτός Νοσοκομείου, διότι υπάρχει πάντα ο κίνδυνος σοβαρών αλλεργικών αντιδράσεων. 6) Η χορήγηση στο θύμα αλκοόλ ή ισχυρών παυσίπονων.
Νοσηλεία του θύματος στο Νοσοκομείο: Παρέχει τη δυνατότητα: α) αποκατάστασης της υδρικής και ηλεκρολυτικής ισορροπίας, β) χορήγησης: αντιοφικού ορού, αντιτετανικού ορού, αντιβίωσης, κορτικοειδών, αντιϊσταμινικών και οξυγόνου, γ) αντιμετώπισης: των διαταραχών του πηκτικού μηχανισμού (διάχυτη ενδαγγειακή πήξη), της ραβδομυόλυσης, των καρδιακών ( οξεία μυοκαρδίτιδα) και αναπνευστικών (οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια) επιπλοκών, καθώς και των τυχόν αλλεργικών αντιδράσεων, απότοκων είτε της δράσης του δηλητηρίου είτε της χρήσης του αντιοφικού ορού (αναφυλακτικό shock).
Πρόληψη: Τα φίδια γίνονται επιθετικά, όταν αισθάνονται ότι απειλούνται. Φρόνιμο είναι, όταν συναντούμε ένα φίδι, να το θεωρούμε επικίνδυνο και να απομακρυνόμαστε από την περιοχή. Οι αγρότες, οι κτηνοτρόφοι, οι κυνηγοί και γενικά οι άνθρωποι της υπαίθρου γνωρίζουν καλά ότι την Άνοιξη και τους πρώτους μήνες του Καλοκαιριού, τα φίδια δεν παραμερίζουν εύκολα στο πέρασμα του ανθρώπου και ότι « χτυπάνε » πιο συχνά.
Ένας προληπτικός τρόπος αποφυγής των φιδιών είναι το « βαρύ » βάδισμα και η πρόκληση δονήσεων στο έδαφος, ώστε να γίνεται αισθητή η παρουσία μας. Οι μπότες, οι χονδρές κάλτσες και τα χονδρά παντελόνια είναι απαραίτητα στα άτομα, τα οποία βαδίζουν σε μέρη, που αποτελούν εστίες φιδιών.
Ο Δρ Αργύρης Β. Ντόβας είναι τ. Διευθυντής Β΄ Παθολογικής Κλινικής Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας & Παθολογικής Κλινικής ΕΣΥ Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας.