Σίγουρα το γέλιο μακραίνει τη ζωή, μα πού είναι εκείνο το γέλιο βρε παιδιά; Το πηγαίο, το τρανταχτό, το ξεκαρδιστικό; Το ακούσατε εσείς πουθενά; Γιατί εγώ έχω χρόνια να το ακούσω.
Τα πρόσωπα που αντικρίζω μόλις ξυπνήσω κι ανοίξω το παράθυρό μου, είναι σκυθρωπά, προβληματισμένα και με το ζόρι ψελλίζουν μια «καλημέρα», έτσι από τη συνήθεια και βιάζονται να εξαφανιστούν. Φαντάζομαι πως η πραγματική τους διάθεση είναι άλλη. Να με… στείλουν από εκεί που ήρθα ή να βάλουνε τις φωνές και να βαράνε κλωτσιές στον τοίχο.
Φταίνε τα πολλά προβλήματα; Φταίει ο τρόπος ζωής που ίσως αυτός δημιουργεί και τα προβλήματα; Έχουμε πολλές απαιτήσεις απ’ τη ζωή, δε φθάνουμε και δε σώνουμε και τα βάζουμε με τα πάντα και τους πάντες; Φταίει η μεγάλη κρίση, αυτή κι αν φταίει…
Τι να φταίει συνάνθρωποι, ας ψάξουμε όλοι μαζί να το βρούμε, μπας και ξαναγυρίσει το γέλιο. Παλιότερα και λιγότερα είχαμε κι ευτυχισμένοι ήμασταν. Κατά την ταπεινή μου άποψη, μέσα μας βρίσκεται η ευτυχία και η δυστυχία.
«Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα. Αν όμως διαλέξεις να ζωγραφίσεις την κόλαση, μην κατηγορείς κανέναν γι’ αυτό». Κάπου το λέει ο μεγάλος Καζαντζάκης.
Όταν έχεις σφιγμένα τα χείλη και την καρδιά, πώς να περάσει μια ηλιαχτίδα να σε ζεστάνει; Μάταια προσπαθούν και οι θεατρίνοι σε κάποιες χιουμοριστικές σειρές ελληνικές και ξένες, ν’ αποσπάσουν το γέλιο μας, ή έστω ένα χαμόγελο.
Κάποιες ξένες σειρές επινόησαν το ... κονσερβοποιημένο γέλιο, σαν δόλωμα, μπας και ψαρέψουν το γνήσιο. Λέει κάτι ένας ηθοποιός, κι αμέσως πέφτει το γέλιο. Αυτό γίνεται κάθε δευτερόλεπτο, κι έχει σαν αποτέλεσμα να σου σπάει τα νεύρα.
Αποτυχία λοιπόν, κανένα τέχνασμα δεν πιάνει, κι αφού έλειψε το γνήσιο, το αληθινό γέλιο, ας αρκεστούμε σε κάποια πλατιά χαμόγελα, - τυποποιημένα κι αυτά και επαγγελματικά, που μας σερβίρουν οι καταστηματάρχες σαν μας «κόψουν» από μακριά, πως θα ψωνίσουμε οπωσδήποτε.
Θα σας έχει τύχει φαντάζομαι, να μπαίνετε σ’ ένα μαγαζί και να σπεύδουν καμιά δεκαριά γελαστά πρόσωπα, να σ’ εξυπηρετήσουν και σαν δούνε πως είσαι διστακτικός κι αναποφάσιστος, ένας — ένας να εξαφανίζονται και να μη βρίσκεις άνθρωπο να χαιρετίσεις φεύγοντας και ν’ αναρωτιέσαι τι λάθος έχεις κάνει!
Ύστερα απ’ όλα αυτά, κι από μερικές χιλιάδες ακόμα, πώς να πιστέψεις σ’ ότι βλέπεις αλήθεια! Πώς να πιστέψεις σε γνωριμίες, σε φιλίες και σ’ αυτόν ακόμα τον έρωτα! Όταν όλα είναι ψεύτικα και κάλπικα και πίσω απ’ την κουρτίνα κρύβονται άλλα διαφορετικά απ’ αυτά που φαίνονται!
Πώς να μην είμαστε κουμπωμένοι και επιφυλακτικοί προς τους άλλους και οι άλλοι προς εμάς; Τι έμεινε αληθινό και γνήσιο στις μέρες μας; Η βροχή που πέφτει σήμερα κι αυτό το ουράνιο ψιθυρισμό της που γαληνεύει το «μέσα» μας, λέτε να είναι αληθινή…;
Ο αέρας που παίζει με τα φύλλα της ακακίας στο πάρκο και μας δροσίζει στον καύσωνα του καλοκαιριού, λέτε να 'χει κάποιο… συμφέρον από εμάς κι ακόμα δεν το αντιληφθήκαμε; Σε λίγο θα κοιτάζουμε με καχυποψία ο ένας τον άλλον, κι αν κάποιος μας σπάσει χαμόγελο θα το βάζουμε στα πόδια, γιατί θα σκεφτόμαστε πως ή τρελός είναι, ή κάτι γυρεύει από εμάς.
Έφυγε λοιπόν το γέλιο, χάθηκε, έδυσε πίσω απ' τα βουνά των προβλημάτων, του άγχους, της καχυποψίας, της πονηριάς, της δύσκολης καθημερινότητας ... «Ίσως με χρόνια με καιρούς, πάλι δικό μας να ‘ναι». Ποιος ξέρει! Μπορεί οι άνθρωποι να ξαναγίνουν ωραίοι, ολιγαρκείς, με ειλικρινή αισθήματα.
Μπορεί να επαναστατήσουν και να ελευθερωθούν απ' τα δεσμά της ύλης και να αναζητήσουν άλλες αξίες στη ζωή που τώρα παραγκωνίζονται. Ίσως και να συνειδητοποιήσουν κάποια στιγμή πως δεν θα περπατάμε αιώνια πάνω στη γη.
Ας μην απογοητευόμαστε, μπορεί να έρθουν καλύτερες μέρες - όχι αυτές που μας υπόσχονται κάθε φορά οι ψεύτες πολιτικοί μας απ’ τα μπαλκόνια. - Μέρες ωραίες, ανθρώπινες που θα ζούμε πραγματικά και δεν θα κινούμαστε σαν τα πιόνια στη σκακιέρα, σαν κουρδιστά παιχνίδια.
Θα ακούει ο ένας τον άλλον και θα επικοινωνούμε πραγματικά. Θα χαμογελάει ο ένας στον άλλον χωρίς υστεροβουλία θα ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια όταν ακούμε κάτι αστείο, χωρίς να φοβόμαστε πως θα μας χαρακτηρίσουν «χαζοχαρούμενους».
Θα ξεκλειδώσουμε την καρδιά μας και ίσως τότε να λιγοστέψουν οι τρόφιμοι στα ψυχιατρεία. Ως τότε ας αρκεστούμε στο κονσερβοποιημένο, στο τυποποιημένο, στο τηλεκατευθυνόμενο, στο κάλπικο γέλιο κι ας προσπαθήσουμε να το φανταστούμε γνήσιο και πηγαίο.
Από την Καλλίτσα Γκουράβα Δικτά
* Η Καλλίτσα Γκουράβα Δικτά είναι λογοτέχνις