Το σύστημα των διαπλεκομένων συμφερόντων δεν κατανόησε ποτέ τη σημασία δύο κρίσιμων συγκυριών… Κατά πρώτον εκείνης του Σεπτεμβρίου του 2015, όταν παρά την υπογραφή του 3ου μνημονίου (που συνετελέσθη με όρους πολιτικού πραξικοπήματος από την πλευρά του συστήματος Σόιμπλε) και παρά τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ η κοινωνική πλειοψηφία επέλεξε τον δύσκολο δρόμο του αγώνα, έχοντας ήδη διαμορφώσει ένα βαθύ κοινωνικο-πολιτικό και αξιακό ρήγμα προς το σύστημα εξουσίας που οδήγησε τη χώρα στα μνημόνια, τα οποία και διαχειρίσθηκε μάλιστα με ιδιαίτερο φανατισμό και πάθος.
Η δεύτερη κρίσιμη συγκυρία ήταν το καλοκαίρι του 2017, οπότε έγινε φανερό ότι είχε διαμορφωθεί ένα ευνοϊκό πολιτικό πλαίσιο από την πλευρά των ηγεμονικών ευρωπαϊκών κύκλων, που συμπυκνώνονταν στην απόφασή τους για έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια και για ένα οριστικό πέρας στην κρίση της «ευρωζώνης».
Αυτή η πολιτική στρατηγική αφορούσε κατ΄ εξοχήν στα συμφέροντα των οικονομικο-πολιτικών ευρωπαϊκών ελίτ, σε μια περίοδο όπου η Ευρώπη και η «ευρωζώνη» αντιμετωπίζουν μια πολύπλευρη κρίση. Το θετικό αυτό πολιτικό περιβάλλον δεν οφείλεται προφανώς σ΄ έναν «ξαφνικό έρωτα» προς τη χώρα μας και στην ελληνική κυβέρνηση. Αφορά περισσότερο στην ανάγκη των ηγεμονικών αυτών ελίτ να διεξαχθούν οι ευρωεκλογές του 2019 μέσα σε ένα όσο το δυνατόν «ήρεμο κλίμα» χωρίς εντάσεις και συγκρούσεις. Γι΄ αυτό και στο ευρύτερο πλαίσιο γίνονται αποδεκτές, σε επίπεδο θεωρητικών αναζητήσεων, οι προτάσεις Μακρόν για μια νέα στρατηγική της Ευρώπης, προκειμένου να αμβλυνθούν οι οξείες αντιθέσεις προς το αυταρχικό πρόσωπο που επέδειξε σ΄ όλη την προηγούμενη περίοδο η γερμανική ελίτ.
Το εγχώριο σύστημα των διαπλεκομένων συμφερόντων δεν θέλησε (ή δεν μπόρεσε) να κατανοήσει τη σημασία των ιστορικών αυτών δεδομένων που αφορούν τόσο άμεσα όσο και έμμεσα τη χώρα μας. Η τυφλή εμμονή στη «στρατηγική» που απέβλεπε στην ανατροπή της κυβέρνησης και στην κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίστηκε και συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, οδηγώντας τα κόμματα που την υποστηρίζουν σε προφανή πολιτικά και λογικά αδιέξοδα. Όπως αυτό της πρότασης για άμεση προσφυγή στις κάλπες την περίοδο που διεξάγονται οι κρίσιμες διαπραγματεύσεις, οι οποίες δεν αφορούν μόνο στην έξοδο από τα μνημόνια αλλά στην ίδια τη δυνατότητα της χώρας και της κοινωνίας προκειμένου διασφαλισθεί μια σταθερή προοπτική ανάπτυξης και προόδου.
ΑΛΛΑΓΕΣ
Τέτοιου είδους «αιτήματα» δεν συνιστούν απλώς ευτελή, μικροπολιτικά τεχνάσματα, αλλά προκλητικές και ανεύθυνες ενέργειες απέναντι σε έναν ολόκληρο λαό.
Τα τελευταία χρόνια η κλασική- παραδοσιακή δομή του «τριγώνου της διαπλοκής» έχει τροποποιηθεί και «μετασχηματισθεί»:
- Ο αφειδώλευτος και με εγγύηση «τον αέρα» δανεισμός από τις Τράπεζες σε τίποτε δεν θυμίζει το παρελθόν των θαλασσοδανείων...
- Το σύστημα των ΜΜΕ επιχειρείται να τεθεί σε θεσμικό-νομικό πλαίσιο χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι παλιοί και νέοι ολιγάρχες δεν κυριαρχούν στο «νέο τοπίο».
- Όσο για τη σχέση πολιτικής και οικονομικής εξουσίας του «συστήματος» της διαπλοκής, εδώ διαμορφώνονται ήδη νέα δεδομένα.
Η επιχειρηματική-ολιγαρχική «συνιστώσα» της διαπλοκής δεν χρειάζεται πλέον εκπροσώπηση και διαμεσολάβηση από τους κομματικούς φορείς της διαπλοκής και τις ηγεσίες τους. Γι΄ αυτό και εμφανίζεται στην «πρώτη γραμμή» της πολιτικής σύγκρουσης, και δρα ως πολιτικό κόμμα, ως φορέας πολιτικής εξουσίας. Τα κόμματα και τα πρόσωπα που συγκροτούν την «πολιτική συνιστώσα» του συστήματος της διαπλοκής θεωρούνται τουλάχιστον ανεπαρκή από τους επιχειρηματίες-ολιγάρχες που αναλαμβάνουν οι ίδιοι πρωταγωνιστική πολιτική δράση.
Άλλωστε, εδώ και καιρό, η οικονομική-επιχειρηματική «συνιστώσα» του μετώπου της διαπλοκής, έχοντας διασφαλίσει την απόλυτη σχεδόν κυριαρχία στα ΜΜΕ, τηλεοράσεις και Τύπο, αποτελεί τον ιδεολογικό μηχανισμό και τον πολιτικό και κομματικό καθοδηγητή του όλου συστήματος της διαπλοκής.
Η συστηματική απαξίωση και υπονόμευση του κυβερνητικού έργου, η υιοθέτηση κάθε ακραίας άποψης των δανειστών, η κατασκευή ψευδών ειδήσεων σε καθημερινή βάση, η σπίλωση προσώπων, η πλήρης διαστρέβλωση και συκοφάντηση του κυβερνητικού έργου και των υπεύθυνων υπουργών συγκροτούν καθημερινώς την πολιτική «επιχειρηματολογία» και την πολιτική «ατζέντα», η οποία παραλαμβάνεται και αναπαράγεται πιστά από τα γραφεία Τύπου της Ν.Δ. και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ο ίδιος ο Κυρ. Μητσοτάκης άλλωστε χρησιμοποιεί στην «επιχειρηματολογία» του, μέσα στην ίδια τη Βουλή, τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων που συγκροτούν τους ιδεολογικούς μηχανισμούς της διαπλοκής.
Η οργανική σχέση, η οιονεί «όσμωση» των κομμάτων της διαπλοκής και των ολιγαρχών - επιχειρηματιών οδήγησε σε ανατροπή των συσχετισμών ανάμεσα στις δύο «συνιστώσες» του αποκαλούμενου «μαύρου μετώπου» της διαπλοκής. Οι ολιγάρχες θεωρούν τις κομματικές ηγεσίες ανεπαρκείς, ανίκανες να προασπίσουν τα συμφέροντά τους. Γι΄ αυτό τις παραμερίζουν, τις αντιμετωπίζουν όπως ένα ανώτατο στέλεχος της επιχείρησής τους που πέφτει σε δυσμένεια ή όπως τον προπονητή της ομάδας τους που δεν μπόρεσε να κατακτήσει το πρωτάθλημα... Και το χειρότερο από όλα είναι ότι οι ηγεσίες της Ν.Δ. και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. όχι μόνο αποδέχονται αυτόν τον υπάλληλο και απαξιωτικό ρόλο αλλά ζητούν και εξηγήσεις από την κυβέρνηση για το μεσονύκτιο τηλεφώνημα του Β. Μαρινάκη...
«ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ»
Το σενάριο της ενσωμάτωσης του ΣΥΡΙΖΑ στο συστημικό πλαίσιο, αποτέλεσε μια δευτερεύουσα εναλλακτική εκδοχή της «στρατηγικής» της «αριστερής παρένθεσης». Ενεργοποιήθηκε για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 2015, όταν είχε ήδη υπογραφεί το 3ο μνημόνιο και «πλασαρίσθηκε» εμμόνως μάλιστα από τους συστημικούς κύκλους με κύριο κομματικό προπαγανδιστή το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, όταν «πάσα ελπίς απέδρα» αλλά και μέχρι πρόσφατα, το σενάριο αυτό «ετέλει εν υπνώσει».
Σήμερα, με το αίτημα των εκλογών αλλά και με αφορμή τον «διάλογο» περί (μελλοντικής;) συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με την αυτοαποκαλούμενη «κεντροαριστερά» το σενάριο της «ενσωμάτωσης» του ΣΥΡΙΖΑ επανενεργοποιείται.
Διατυπώνεται και πάλι «αιδημόνως» και σε «χαμηλούς τόνους» η πρόταση περί σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ με συμμετοχή, βεβαίως, του ΚΙΝ.ΑΛ. μετά τις, άμεσα προτεινόμενες, εκλογές. Βασική προϋπόθεση ενός τέτοιου σεναρίου είναι να ορισθεί πρωθυπουργός κοινής αποδοχής εκτός του Α. Τσίπρα... Και όλα αυτά, εάν δεν προκύψει αυτοδυναμία...
Άλλωστε, σύμφωνα και με ορισμένους «προοδευτικούς» κύκλους μια παρόμοια κίνηση θα επέτρεπε τον απεγκλωβισμό του ΣΥΡΙΖΑ από τους ΑΝ.ΕΛ. και θα διαμόρφωνε τους όρους για μια μελλοντική σύμπλευση ΣΥΡΙΖΑ και Κεντρο-αριστεράς...
Το μαύρο-διαπλεκόμενο μέτωπο διαθέτει, τελικά, ένα ευρύ «οπλοστάσιο» που εκτείνεται από την ανοικτή σύγκρουση μέχρι τις «φίλιες προσκλήσεις». Το νεοφιλελεύθερο μνημονιακό περιβάλλον αποτελεί άλλωστε τον ζωτικό χώρο, το πεδίο της επιβίωσης και αναπαραγωγής του μετώπου αυτού γι’ αυτό και επιδιώκει να το διατηρήσει με κάθε τρόπο... όχι μόνο με ένα 4ο μνημόνιο και με νέα επαχθή επιτροπεία αλλά και με εθνικές κυβερνήσεις.
Όμως, η κλεψύδρα του πολιτικού χρόνου του μαύρου- διαπλεκόμενου μετώπου και των στόχων του εξαντλείται με γρήγορους ρυθμούς... Γι΄ αυτό και θα πρέπει, επιτέλους, να κατανοήσει ότι οι κκ. Γιουνκέρ, Μοσκοβισί, Γκουρία, Σεντένο είναι γνήσιοι διαχειριστές του «συστήματος» και όχι κομματικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Του Μενέλαου Γκίβαλου
(*) Ο Μενέλαος Γκίβαλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών.