Όποιον αγγίξεις, τον επαλαβώνεις (ύμνος στον έρωτα, απόσπασμα από την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή).
Ο λόγος για τον έρωτα και η αφορμή ο εορτασμός του αγίου Βαλεντίνου, αλλά και η μεγάλη συχνότητα με την οποία με επισκέπτονται άνθρωποι που τους απασχολούν οι ερωτικές τους σχέσεις. Ξεκινώντας με μια πρώτη διαπίστωση, θα λέγαμε πως είναι δύσκολο να δουλεύεις ψυχοθεραπευτικά με ερωτευμένους. Αυτό γιατί η ψυχοθεραπεία είναι μια προσπάθεια αυτογνωσίας που απαιτεί μακροβούτια στον εσωτερικό μας εαυτό κι ο έρωτας είναι τόσο εμμονικά εστιασμένος στο πρόσωπο του άλλου που είναι σχεδόν αδύνατο να πείσεις έναν ερωτευμένο να πάρει το βλέμμα του από εκεί. Η μοναδική ρωγμή στην εν λόγω εμμονή δύναται να γίνει όταν η γοητεία του έρωτα δώσει τη θέση της στην ερωτική απογοήτευση.
Ο έρωτας είναι ένα δυνατό συναίσθημα, είναι στη φύση μας, είναι πηγή έμπνευσης και ζωής, κουβαλά μια αρχέγονη ορμή, η οποία μέσα από την εξέλιξη των πολιτισμών πήρε τρεις διαφορετικές μορφές, τον έρωτα που συνδέεται με τη σεξουαλικότητα, τον ρομαντικό έρωτα και τη συναισθηματική εγγύτητα.
Τι είναι όμως ο έρωτας, μια εσωτερική διεργασία η οποία ενσαρκώνεται στο πρόσωπο του άλλου ή μια εξωτερική συνθήκη που μας βρίσκει σαν βέλος; Το αντικείμενο του πόθου είναι ένα και πάντα συγκεκριμένο ή είναι ο δικός μας πόθος που μπορεί να βρει αντανάκλαση σε διάφορα πρόσωπα, καταστάσεις ή/και ιδέες;
Ο έρωτας είναι μια διαρκής αναζήτηση του άλλου ως εαυτού, είναι ως εκ τούτου αντιφατικός, αμφίσημος και περικλείει μέσα του τα πάντα ή το τίποτα, είναι δηλαδή ταυτόχρονα άπειρος και μηδενικός. Στον έρωτα παραδίδεις τα κλειδιά του εαυτού σου στον άλλο, το εγώ συγχωνεύεται και ταυτόχρονα δραπετεύει από τα στενά όρια του σώματος. Όταν ερωτεύεσαι αλλάζει το σύμπαν γύρω σου, αλλάζεις οπτική, χαμογελάς, έχεις διάθεση, νιώθεις να σε διαπερνά μια αίσθηση ευφορίας. Ως ερωτευμένος αισθάνεσαι μια πληρότητα, ο έρωτας κατακλύζει το είναι σου, δεν χωρά τίποτα άλλο εκτός από το βλέμμα του άλλου. Ακόμη και σε βιολογικό επίπεδο αισθάνεσαι τις αλλαγές, φουσκώνουν τα στήθη, πετούν πεταλούδες στο στομάχι, γυαλίζει το μάτι, κ.ά.
Ο ερωτευμένος φτάνει στο μέγιστο της υποκειμενικότητας, αγγίζει τα όρια της τρέλας ή ενός υπεράνθρωπου ψυχισμού. Αυτό που αισθάνεται είναι ένα κράμα επιθυμίας, φόβου και ηδονής που δημιουργεί ένα δικό του χρόνο, ο οποίος διαπερνά το παρόν και σταματά σε ένα συντελεσμένο μέλλοντα που αφήνει πάντα την αίσθηση του ανικανοποίητου. Με άλλα λόγια, ο ερωτευμένος δεν χορταίνει, δεν του αρκεί ο χρόνος, τον διακατέχει μια διαρκή αίσθηση έλλειψης και προσμονής της συνάντησης με τον άλλο. Ο ερωτευμένος ζει μόνο για τον άλλο, χάνει τον εαυτό του μέσα σε μια γλυκιά περιδίνηση που μοιάζει λιγάκι με αυτή της ψύχωσης. Ο ερωτευμένος είναι «τρελός», ζει σε μια κατάσταση ασυνείδητου άγχους διάλυσης του Εγώ και συγχώνευσης με τον άλλο. Έχει, επομένως, και το άγχος του αποχωρισμού, γι’ αυτό και η ερωτική απογοήτευση μοιάζει πάντοτε να είναι ανυπέρβλητη.
Αντιλαμβανόμενοι την ορμή του έρωτα κατανοούμε πως αυτός κινείται τόσο σε συμβολικό και φαντασιακό όσο και σε πραγματικό επίπεδο. Ειδικότερα, είναι μια μαγική κατάσταση που αγγίζει ολόκληρο το είναι του ανθρώπου, τα ένστικτα, τις αισθήσεις, τα συναισθήματα, τον ψυχισμό, τη λογική και το σώμα του. Αφού, λοιπόν, είναι τόσο απόλυτος που μπορεί να μας κάνει να χάσουμε τον εαυτό μας, τι συμβαίνει και ερωτευόμαστε; Γιατί είναι τόσο σημαντικός ούτως ώστε να ασχολούνται μαζί του και να τον εξυμνούν ποιητές, ζωγράφοι, φιλόσοφοι, ακόμη και επιστήμονες; Ίσως, διότι κουβαλάει ένα αίτημα αλλαγής, μας βγάζει από τη ρουτίνα, μας κινητοποιεί και ανοίγει το συναίσθημα στο «όλο», πέρα και έξω από το αντικείμενο του πόθου. Έχει, ταυτόχρονα, τη δύναμη της μεταμόρφωσης, την ιερότητα της τρέλας και βρίσκεται στον αντίποδα του θανάτου, άρα κουβαλάει τη δύναμη της ζωής και της εξέλιξης. Αποτελεί την αντανάκλαση αυτού που γυρεύουμε και το βρίσκουμε στον άλλο, τον αντικατοπτρισμό των ελλειμμάτων μας στην εικόνα του. Για τον λόγο αυτό τον συναντούμε συχνά στην εφηβεία και στην πρώτη νιότη, εκεί όπου η ταυτότητά μας είναι υπό διαμόρφωση οπότε ο άλλος αναλαμβάνει το ρόλο μιας συνεχούς υπενθύμισης αυτού που μας λείπει. Ο έρωτας μπορεί, επομένως, να μας διδάξει την αλλαγή, αφού καθρεπτικά μας καταδεικνύει τις ελλείψεις μας. Στα μάτια του άλλου μπορούμε να βρούμε το επόμενο βήμα προς την εξέλιξη και την αυτοπραγμάτωσή μας. Αυτή ακριβώς είναι και η δύναμη του έρωτα, το να δημιουργεί μια κίνηση προς τα εμπρός και να δίνει ζωή.
Ο έρωτας έχει μεγάλη ένταση και μικρή διάρκεια, γιατί ουσιαστικά λειτουργεί ως δόλωμα για τον μετασχηματισμό του εαυτού μας. Αποτελεί ένα στιγμιαίο κέντρισμα που δημιουργεί συναισθήματα ευφορίας. Είναι σα να φυσάει ένα αεράκι γλυκό και δροσερό αλλά αυτό το αεράκι είναι το προοίμιο μιας αλλαγής. Περιλαμβάνει μια διαρκή αναζήτηση, σαν ένα διαρκές ερωτηματικό που εκκινεί τις δυνάμεις της ψυχής. Πίσω από την εξιδανίκευση του έρωτα υπάρχει ο πόθος για αυτοπραγμάτωση και η διαδρομή προς την εσωτερική αναζήτηση του άλλου μας μισού εαυτού. Ο αληθινός έρωτας κρύβει, θα λέγαμε, την προτροπή «γίνε το άλλο σου μισό». Υπό αυτή την έννοια ο έρωτας μας ξεγελά, γιατί αυτός είναι που ξεγελά, όχι ο άλλος, οδηγώντας μας μέσα από την ευφορία στον δύσκολο δρόμο της αυτοπραγμάτωσης. Ειδάλλως, ο διαρκής έρωτας, αυτός που ψάχνει συνεχώς να ολοκληρωθεί μέσα από τον άλλο, μας αφήνει μισούς και εξαρτημένους από το αντικείμενο του πόθου.
Αχ έρωτα!
* Του Γιώργου Γιαννούση, ψυχοθεραπευτή, οικογενειακού θεραπευτή