Οι εδραιωμένες αυτές αντιλήψεις και τα στερεότυπα δεν επιτρέπουν εύκολα τη μετάβαση της οικογένειας σε έναν νέο τρόπο λειτουργίας. Οι γονείς πολλές φορές προσπαθούν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους με εργαλεία προηγούμενων δεκαετιών, κινούμενοι μεταξύ του παραδοσιακού ρόλου που έρχεται πολύ ισχυρός από τις πίσω γενιές και της επιδίωξής τους να διαφοροποιηθούν. Για να διαφοροποιηθούν όμως χρειάζεται να βιώσουν την «απώλεια». Να αφήσουν πίσω τους το «παλιό», δοκιμάζοντας νέους τρόπους να μεγαλώσουν τα παιδιά τους.
Μεταξύ της αδυναμίας μετάβασης και της διαχείρισης της «απώλειας» καταγράφονται κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στην ελληνική οικογένεια:
* Η δεμένη οικογένεια
Η οικογένεια στην Ελλάδα είναι καλή στο να μεγαλώνει τα παιδιά της αλλά δυσκολεύεται να τα μάθει να ζουν αυτόνομα. Πίσω από τους αόρατους και ορατούς δεσμούς με την οικογένεια κρύβονται φόβοι και ανασφάλειες που δεν επιτρέπουν την αυτονόμηση των μελών της. Η οικογένεια δομήθηκε πάνω στη συνθήκη της εγγύτητας. Πάνω εκεί κτιστήκαν τα διώροφα σπίτια με τους παππούδες από κάτω και τον γιο με την οικογένειά του από πάνω. Μια εγγύτητα που κάποτε είχε νόημα διότι υπηρετούσε την επιβίωση της ευρύτερης οικογένειας, σήμερα μετατρέπεται σε φυλακή, όπου δεν υπάρχει προσωπικός χώρος, καταστρατηγούνται τα όρια και πνίγονται τα συναισθήματα. Εγγύτητα όμως δεν σημαίνει κατάργηση των ορίων. Δεν γίνεται όλοι να εμπλέκονται σε όλα. Τα όρια δηλώνουν σεβασμό, εμπιστοσύνη και αλληλοεκτίμηση. Για παράδειγμα δεν μπορεί η γιαγιά να ακυρώνει την κόρη της μπροστά στο εγγόνι όταν η μητέρα του προσπαθεί να το οριοθετήσει. Αλλά όμως ούτε η μητέρα όταν ζητά τη βοήθεια της γιαγιάς να τη μαλώνει για τις ξεπερασμένες «μεθόδους» διαπαιδαγώγησής της. Λειτουργικό είναι να είναι σαφή τα όρια και οι ρόλοι. Δεμένη οικογένεια λοιπόν σημαίνει πως επιτρέπουμε το συναίσθημα να ρέει και είμαστε ανοιχτοί στην επικοινωνία κι όχι γινόμαστε μαλλιά κουβάρια. Σημαίνει πως ο καθένας γνωρίζει τα προσωπικά του όρια, τα διαφυλάσσει και με αυτό τον τρόπο μπορεί να εκπαιδεύσει και την κάτω γενιά (τα παιδιά) να κάνουν το ίδιο.
* Θυσία
Θυσιάστηκα για σένα είναι μια κλασική πλέον φράση της ελληνικής οικογένειας. Αποτυπώνει τις αξίες πολλών γενεών, που έβαζαν την ανάγκη της επιβίωσης της οικογένειας πάνω από τις προσωπικές ανάγκες. Ή καλύτερα αποτυπώνει μια εποχή που οι προσωπικές ανάγκες ταυτίζονταν με αυτές του συνόλου, επειδή και το άτομο ταυτιζόταν περισσότερο με την ομάδα. Στο μοντέλο αυτό που επιβιώνει ως τις μέρες μας, όλοι θυσιάζονται για όλους ενώ παράλληλα κινούνται συναισθήματα ανέκφραστα, όπως θυμός, αίσθηση αδικίας, αχαριστίας, κ.λπ.
Η γιαγιά παραδείγματος χάρη που θυσιάζεται για τα παιδιά και τα εγγόνια της, δίνει τη σκυτάλη στην κόρη της –που της μοιάζει, αλλά δείχνει διαφορετική- που θυσιάζεται και εκείνη για τα παιδιά της. Αλλά θυμώνει. Θυμώνει και με τα παιδιά της που είναι αχάριστα και με τη μητέρα της που επικροτεί τη θυσία.
Η έννοια της θυσίας με τον παραδοσιακό τρόπο δεν έχει πλέον θέση στη σύγχρονη οικογένεια. Μπορούμε να είμαστε «δεμένοι» δίχως να θυσιάζουμε δικές μας ανάγκες, προσφέροντας ο ένας το καλύτερο που μπορεί για τον άλλο. Μέσα σε μια διαδικασία αλληλεπίδρασης, όπου η οικογένεια καλλιεργεί την αίσθηση τόσο της ασφάλειας, όσο και της ελευθερίας. Να ανήκεις και συγχρόνως να είσαι ελεύθερος είναι το σύγχρονο διακύβευμα της οικογένειας. Το να ανήκεις είναι βασική ανάγκη και το να νιώθεις ελεύθερος σου δίνει την ευθύνη, αλλά και τη δυνατότητα να είσαι αυτόνομος.
* Υπερπροστασία
Ο κάθε γονιός αγαπά τα παιδιά του. Ή τουλάχιστον αυτό είναι το υγιές. Είναι ο πολυτιμότερος ρόλος που μπορεί να έχει κάποιος στην πορεία της ζωής του. Το να αγαπάς και να μεγαλώνεις παιδιά σε οδηγεί και στη δική σου ενηλικίωση. Όσο καλύτερα το καταφέρνεις τόσο πιο ώριμος γίνεσαι. Πολλές φορές αυτό όμως δημιουργεί φόβο και ανασφάλειες που οδηγούν στην υπερπροστασία. Υπάρχουν γονείς που παρέχουν τα πάντα στα παιδιά τους, δεν τους εκχωρούν καμία ευθύνη και φυσικά δεν τους επιτρέπουν ποτέ να μάθουν τι σημαίνει ευθύνη, αποδοχή του λάθους, κ.λπ. Είναι λογικό ο γονιός να θέλει να προστατεύει το παιδί του. Άλλο τόσο όμως λογικό είναι, ανάλογα με την ηλικία του, να του επιτρέπει να δοκιμάζει τις δυνάμεις του. Να είναι πάντα στο πλάι τού παιδιού, πάντα υποστηρικτικός, επιτρέποντάς του όμως να αναπτύξει τη δική του βούληση.
Όλες οι παραπάνω στερεοτυπικές αντιλήψεις, όπως και άλλες, που κάποτε υπηρετούσαν την οικογένεια χρειάζονται σήμερα αναθεώρηση και μετασχηματισμό. Είναι δύσκολη η μετάβαση από το παλιό στο καινούργιο, αλλά είναι ο μόνος δρόμος η οικογένεια να βρει τα νέα της πατήματα. Να είναι υποστηρικτική κι όχι προστατευτική, να συνδέεται και όχι να είναι δεμένη και να δίνει στο άτομο την αίσθηση του «ανήκειν» και του διαφορετικού.
* Του Γιώργου Γιαννούση, ψυχοθεραπευτή, οικογενειακού θεραπευτή, διδάκτορα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, info@nhmacenter.gr