Η ανικανότητα διοίκησης, η ατιμωρησία και η θεσμική απαξίωση, έγιναν η φούσκα που παγίωσε την κοινωνική αν(τ)οχή στην αταξία. Σε όλα τα επίπεδα, η εκτροπή από το μέτρο καλλιεργεί είτε την τάση του «δεσποτισμού» δηλαδή του αυταρχισμού είτε την τάση του «αδέσποτου», δηλαδή της ασυλίας και της αναρχίας. Η ανικανότητα και η παρακμή, διαχέονται σε όλο το φάσμα της ελληνικής κοινωνίας και δεν εξαιρούν κανένα πλέον τμήμα της.
Ο Αριστοτέλης διέκρινε τρεις μορφές πολιτευμάτων: τη μοναρχία, την αριστοκρατία και τη δημοκρατία με αντίστοιχες εκτροπές αυτών την τυραννία, την ολιγαρχία και την οχλοκρατία. Στη χώρα μας, τα οθωμανικά κατάλοιπα μαζί με τον ωχαδελφισμό και την θεσμική απαξίωση από τους ίδιους τους πολιτικούς, έχουν διαμορφώσει ένα ιδιότυπο «πολίτευμα» που εμπεριέχει όλες τις παραπάνω εκτροπές που περιγράφονται από τον αρχαίο φιλόσοφο! Εν μέσω της διεθνοποιημένης χρηματοοικονομικής τυραννίας των αγορών, η δημοκρατία μας υφίσταται βιασμό υπό την ανοχή ή τη συμμετοχή των πολιτικών. Παράλληλα, τα ΜΜΕ με την επιλεκτική αδιαφορία ή κριτική τους, ωθούν την κοινωνία στην οχλαγωγία και την οχλοκρατία. Η ατιμωρησία, αποθρασύνει όσους παρανομούν και απογοητεύει την κοινωνική πλειοψηφία των νομοταγών πολιτών που εισπράττοντας την φτώχεια ενσαρκώνουν ολοένα και περισσότερο την ψυχολογία του θύματος.
Η κοινωνία, χάνοντας την πραγματική δύναμη και τη δυνατότητα να συνεισφέρει σε ουσιαστικές αλλαγές, κατακερματίζεται σε επιμέρους όχλους με κοινά απωθημένα ή αντικρουόμενα συμφέροντα. Με την πολιτική να απαξιώνεται από τη διαφθορά ή την ανικανότητα των ίδιων των εκπροσώπων της, η φαινομενικά αδιάφορη νεολαία, κρύβει μέσα της αποθέματα αρνητικής ενέργειας, καθώς βιώνει έντονα τις συνέπειες της αναξιοκρατίας και κυρίως την έλλειψη προοπτικής. Διάχυτη είναι η αίσθηση ότι δεν επιβραβεύεται ο άξιος, ο ικανός, αυτός ο οποίος κοπιάζει, αλλά ο φαύλος, ο θρασύς και όποιος διαθέτει τις κατάλληλες γνωριμίες. Κατά κανόνα, δεν κερδίζει αυτός που παράγει αλλά αυτός που μεσολαβεί. Ζητούμενο δεν είναι πλέον το νόμιμο αλλά το νομότυπο και ως εναλλακτικά πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς, προβάλλονται η δουλοπρέπεια ή ο αυταρχισμός. Οι νέοι δεν διαπαιδαγωγούνται ούτε με την ηδονή (επιβράβευση) ούτε με την οδύνη (τιμωρία) και βαδίζουν δίχως σημεία αναφοράς. Έτσι, η «ελπίδα», αναδύεται από το να αρπάξει κανείς την ευκαιρία, να βρει τον εύκολο τρόπο, το κατάλληλο παραθυράκι και να αξιοποιήσει δεόντως το οποιοδήποτε οθωμανικό κατάλοιπο του συστήματος. Ατιμωρησία, επικοινωνισμός και αναξιοκρατία οδηγούν στο γενικευμένο μπαχαλισμό.
Η χώρα μας πληρώνει το τίμημα της οδύνης, αφού με την ατιμωρησία επέτρεψε να χαλαρώσουν οι θεσμοί και να διαστρεβλωθεί η έννοια του συλλογικού. Με ευθύνη των ηγετών της, κινδυνεύει να ταυτιστεί με τη μιζέρια και την παρακμή, εκεί όπου ο κάθε νεοέλληνας, βρίσκει άλλοθι για την οποιαδήποτε προσωπική του ανεπάρκεια κι επιζητά την… ισότητα στην παρανομία. Έτσι η δημοκρατία μας, συνεχίζει δυστυχώς να συμψηφίζει την ανικανότητα των εκλεγμένων της. Για να ανορθωθεί, οφείλει να αρχίσει να αποδίδει τιμωρία (οδύνη) σε όσους ευθύνονται και επιβράβευση (ηδονή) σε όσους κοπιάζουν, ξεκινώντας πρώτα από ψηλά...
*Ο Μιλτιάδης Γ. Δεληχάς είναι διδάκτωρ
της Ιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ.