Όλα αυτά που ακούστηκαν και γράφτηκαν, γίνονται σε μία χώρα, που υποτίθεται, ότι είναι ευρωπαϊκή. Το αντίθετο, επικρατεί για δεκαετίες σ’ αυτή την ευρωπαϊκή χώρα με το ιδιόμορφο είδος κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Η οικογενειοκρατία –νεποτισμός ( από την πολιτική μέχρι τα πανεπιστήμια), η πελατοκρατία και φυσικά η υποκρισία και ο λαϊκισμός, είναι πολιτικές νοοτροπίες, που οδήγησαν το λαό σε χρεοκοπία, ενώ οι υπεύθυνοι της φτωχοποίησης πλούτισαν, την έβγαλαν καθαρή μέχρι τώρα και συνεχίζουν να «διδάσκουν πολιτική». Πρωταθλητές, όμως, στα χρόνια της αριστολατρείας στη διαφθορά και στην αναξιοκρατία.
Μέσα από αυτή την αριστολατρεία χρόνων οι γόνοι των πολιτικών καστών ( αυτόματη κληρονομικότητα ), πρωθυπουργοί, υπουργοί, βουλευτές και αξιωματούχοι έβλεπαν το εθνικό σύμβουλο, τη σημαία και συγκινούνταν, πράγματι, αλλά όταν το δημόσιο χρήμα το έκλεβαν οι θεματοφύλακες της εξουσίας, δεν τους συγκινούσε τίποτα, ούτε οι σημαίες έξω από τη Βουλή, ή στα Γραφεία τους, ούτε οι θεωρίες περί αριστείων, ούτε τα θεωρητικά αξιακά τρίπτυχα, ούτε η τυφλή δικαιοσύνη, που χρόνια δεν καταλαβαίνει τι κάνουν οι θεματοφύλακες της εξουσίας.
Ενώ ψηφίστηκε ένα νομοσχέδιο αλλαγών σημαντικών για την Παιδεία, το θέμα της επιλογής σημαιοφόρου και παραστατών στα σχολεία, επισκίασε τα υπόλοιπα. Πουλάει επικοινωνιακά, έχει ποικιλία μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων, υπερβολές, το σπουδαιότερο, αγγίζει και ενισχύει εκείνες τις παθολογικές περιπτώσεις βαθμοθηρικής πίεσης των γονιών, προς το σχολείο, που δεν είναι λίγες, για «να καμαρώσουν» το παιδί τους στις παρελάσεις ως σημαιοφόρο ή ως παραστάτη δίπλα στη σημαία. Θεμιτό, αλλά μέσα στα όρια των γονεϊκών ρόλων .
Το σχολείο; Ποιος ο ρόλος του απέναντι στις πιέσεις και στον πληθωρισμό των αρίστων; Ποιος ο ρόλος της περιγραφικής αξιολόγησης;
Το θέμα της επιλογής σημαιοφόρων και παραστατών είναι βεβαίως και πολιτικό ζήτημα, αφού πρέπει να νομοθετηθεί ο τρόπος επιλογής τους, αλλά είναι θέμα Παιδείας και η Παιδαγωγική έχει λόγο.
Πρέπει πρώτα, να διαπιστωθούν κάποια δεδομένα. Καταρχάς και στο προηγούμενο νομοθέτημα υπήρχε κλήρωση σε πληθώρα αρίστων.
Υπήρχε και θα υπάρχει ένα πρόβλημα, γιατί; Έχουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα εξετασιοκεντρικό, παπαγαλίστικο, που κουράρει τους μαθητές ( ιδιαίτερα το φροντιστήριο και ακολουθεί η δημόσια εκπαίδευση ) να τρέξουν μετά από δώδεκα χρόνια εντατικής προπόνησης σε μία κούρσα ιπποδρομιακή-εξετάσεων, που πιέζει ασφυκτικά τις μικρότερες εκπαιδευτικές βαθμίδες να στοιχηθούν στο παπαγαλίστικο χαρακτήρα του. «Τελείωνε εσύ το Λύκειο και κάπου θα σε βολέψουμε», ήταν η άλλη πιεστική πλευρά προς τα πάνω, του πελατειακού συστήματος με τους μπαρμπάδες.
Αυτή η διαχρονική παθογένεια έχει και άλλα αρνητικά ( εκτός των τυποποιήσεων ), ιδιαίτερα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, που επικρατεί η αλόγιστη βαθμοθηρία, βαθμοπλημμύρα, γιατί ο χαρακτήρας της περιγραφικής αξιολόγησης έχει πνιγεί από την παπαγαλίστικη τυποποίηση, τον αυτοσχεδιασμό και τις πιέσεις γονιών για αυτοπροβολή, όπως η περίπτωση της σημαίας, ως επάθλου στις παρελάσεις. Έχει χαθεί ο στόχος της εκπαίδευσης και έχει μετατοπισθεί στο κυνήγι των βαθμών με κάθε μέσο επιτυχίας.
Η σύνδεση των παρελάσεων με αριστεία ( επιλογή σημαιοφόρων και παραστατών ) είναι δύο διαφορετικές δραστηριότητες. Οι παρελάσεις είναι ένα είδος στρατιωτικής εκπαίδευσης, που έχουν άλλα κριτήρια επιδόσεων, άρα και για την επιλογή σημαιοφόρων. Αντίθετα το σχολείο έχει άλλες προτεραιότητες. Προετοιμάζει τον μαθητή, τον αυριανό πολίτη. Επιβραβεύει, ενισχύει, επιδοκιμάζει και υποστηρίζει κάθε του προσπάθεια και κάθε του επίδοση, σύμφωνα με τους σκοπούς και στόχους της εκπαίδευσης.
Κάθε παιδαγωγική επιβράβευση ενισχύει την αυτοεκτίμησή του, άρα τον φέρνει και πιο κοντά στο επιδιωκόμενο παιδαγωγικό στόχο.
Μέσα από αυτό το σύστημα εκπαίδευσης γεννιούνται και ορισμένα εύλογα ερωτήματα : Λύθηκαν όλα τα καθημερινά προβλήματα της ελληνικής εκπαίδευσης και ασχολούμαστε μ’ ένα σχολικό καθημερινό αξιολογικό θέμα;
Θα μπορούσε ποτέ ο Αϊνστάιν ( γνωστή η σχολική συμπεριφορά του ) να γίνει σημαιοφόρος σ’ ένα τέτοιο εκπαιδευτικό σύστημα.
Μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες θα μπορούσαν να γίνουν σημαιοφόροι;
Φαίνεται, ότι από τα λάθη μας δεν μαθαίνουμε, πολιτικοί και λαός. Τα λάθη έχουν παιδαγωγική αξία, που οι πολιτικοί μας τα αγνοούν επιδεικτικά εδώ και χρόνια, παρόλες τις θεωρίες τους για αριστεία και για αξιακά πρότυπα. Αριστεία για κάποιους σημαίνει, προίκα, κληρονομιά, που θα χρησιμοποιηθεί στην ώρα τους.
Οι πολιτικές μετριότητες δεν έχουν το πολιτικό ανάστημα να λύσουν ζητήματα Παιδείας, αλλά και ο λαός, φαίνεται να αρέσκεται, να ακούει υποκρισίες, να ζει με παθογένειες αρκεί να γίνεται το δικό του, να υπηρετεί σκοπιμότητες εθισμένος από πελατειακά δίκτυα, προσωπικές εξυπηρετήσεις» και άρα αναμενόμενες ανταποδόσεις, εξαρτήσεις ποικίλης φύσεως.
Προσκολλάται σε δυναστείες, όπως οι κολλήγοι στα τσιφλίκια των γαιοκτημόνων, συγκινείται, όμως για τα εθνικά σύμβολα και ψηφίζει τους «αρίστους πολιτικούς γόνους» για εξυπηρέτηση. Αγανακτεί για την κατάργηση της αριστείας για τη σημαία, αλλά ξεχνά το διογκωμένο και αντιπαραγωγικό δημόσιο τομέα με «διορισμένους αρίστους», τις αναξιοκρατικές διοικήσεις και τους παχυλούς μισθούς, εφάπαξ και συντάξεις. Και τώρα κλαψουρίζει.
Όλα αυτά έχουν μεταβάλλει έστω και αυτή τη δημοκρατία σε θλιβερή κληρονομική ολιγαρχία τριτοκοσμικού τύπου, πελατειακών σχέσεων. Είναι γνωστό, πως κάθε λαός έχει την κυβέρνηση, που του αξίζει. Μέτριος λαός, μέτρια αντιπολίτευση, μέτρια κυβέρνηση για να συνηθίζει στην κάθε υποταγή. Πελατειακές σχέσεις, δηλαδή.
* Καρανάσιος Γεώργιος – gkaranasios24@gmail.com