Η δε Ιαπωνία ζητούσε από τον Ιούλιο της χρονιάς αυτής τη σύναψη ειρήνης με τους Συμμάχους, αλλά υπό όρους. Η Βρετανία και οι ΗΠΑ, ωστόσο, επέμεναν στην παράδοση της χώρας άνευ όρων, με αποτέλεσμα η Ιαπωνία να αποσύρει την πρόταση ειρήνης. Την ίδια εποχή πραγματοποιείται, επιτυχώς, στην έρημο Αλαμογκόρντο η δοκιμή της πρώτης πυρηνικής βόμβας. Η ρίψη ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα του 20ου αιώνα που σφράγισαν τη νίκη των Συμμάχων κατά του Άξονα. Η χρήση αυτού του όπλου θεωρήθηκε απαραίτητη από τις ΗΠΑ για την αποφυγή μεγάλης στρατιωτικής απόβασης με πολλούς νεκρούς, καθώς κρίθηκε ως ο μόνος ικανός τρόπος να πεισθεί ο αντίπαλος στην άνευ όρων παράδοσή του. Μέσω αυτού του οδυνηρού γεγονότος επήλθε ο τερματισμός του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με την παράδοση της Ιαπωνίας λίγες μέρες αργότερα. Τις πρωινές ώρες της 6ης Αυγούστου του 1945 το βομβαρδιστικό Β-29, «Enola Gay», απογειώθηκε από τη νήσο Tinian, στον Ειρηνικό Ωκεανό, με σκοπό να βομβαρδίσει την ιαπωνική πόλη της Χιροσίμα. Στις 08:15 της ημέρας αυτής σημειώθηκε η ρίψη της πρώτης ατομικής βόμβας ουρανίου (την οποία οι Αμερικανοί βάφτισαν «Little Boy») που χρησιμοποιήθηκε ποτέ σε πόλεμο, πλήττοντας την πόλη των 300.000 ανθρώπων και σπέρνοντας τον όλεθρο. «Ένα εκτυφλωτικό φως γέμισε το αεροσκάφος. Γυρίσαμε και κοιτάξαμε τη Χιροσίμα. Η πόλη ήταν σκεπασμένη από ένα τρομερό σύννεφο… που ανέβαινε σαν μανιτάρι. Κανείς δεν μιλούσε. Αίφνης, όλοι άρχισαν να φωνάζουν. Κοιτάξτε, κοιτάξτε, κοιτάξτε!» Ο συγκυβερνήτης του Enola Gay Λιούις έγραψε στο ημερολόγιό του: «Θεέ μου! Τι κάναμε;»
Η κυβέρνηση της Ιαπωνίας δεν γνώριζε τι ακριβώς είχε συμβεί για αρκετές ώρες. Όλες οι επικοινωνίες με την πόλη σταμάτησαν στις 08:16 το πρωί και σταδιακά έφταναν πληροφορίες για μια μεγάλη έκρηξη. Τελικά ένας αξιωματικός απεστάλη με αεροσκάφος να επιθεωρήσει από αέρος τι είχε συμβεί. Ενώ βρισκόταν ακόμα 100 μίλια μακριά άρχισε να δίνει αναφορές για ένα τεράστιο σύννεφο που κάλυπτε την πόλη.
Η πρώτη επιβεβαίωση της επίθεσης με ατομική βόμβα ήρθε 16 ώρες αργότερα, όταν οι ΗΠΑ έκαναν την επίσημη ανακοίνωση. Τα ραδιόφωνα μετέδιδαν στις ΗΠΑ δήλωση του προέδρου Τρούμαν, που πληροφορούσε το κοινό ότι οι ΗΠΑ έριξαν μια βόμβα νέου τύπου στη Χιροσίμα. Ο Τρούμαν προειδοποιούσε ότι αν η Ιαπωνία εξακολουθούσε να αρνείται την παράδοσή της άνευ όρων - όπως προέβλεπε η Δήλωση του Πότσνταμ της 26ης Ιουλίου – οι ΗΠΑ θα έπλητταν κι άλλους στόχους με συντριπτικά αποτελέσματα. Στις 8 Αυγούστου η Σοβιετική Ένωση κηρύσσει τον πόλεμο στην Ιαπωνία, τερματίζοντας τις ελπίδες των ΗΠΑ για λήξη του πολέμου πριν την είσοδο της Ένωσης στο πολεμικό θέατρο του Ειρηνικού. Την επόμενη μέρα, αμερικανικά αεροσκάφη πετούσαν φυλλάδια πάνω από την Ιαπωνία, στα οποία αναγραφόταν: «Έχουμε στην κατοχή μας το πιο καταστρεπτικό εκρηκτικό που δημιούργησε ποτέ ο άνθρωπος. Μοναχά μία από τις νέες μας ατομικές βόμβες έχει ίση εκρηκτική ισχύ με 2000 φορτία βομβαρδιστικών Β-29. Οφείλετε να αναλογιστείτε το φοβερό αυτό γεγονός και σας διαβεβαιώνουμε ότι είναι απόλυτα ακριβές. Μόλις ξεκινήσαμε να χρησιμοποιούμε αυτό το όπλο κατά της πατρίδας σας. Αν εξακολουθείτε να αμφιβάλετε, ρωτήστε για το τι συνέβη στην Χιροσίμα, όπου έπεσε μοναχά μία ατομική βόμβα».
Λίγες ώρες αργότερα, η κατά 40% ισχυρότερη από αυτή της Χιροσίμα, βόμβα πλουτωνίου με το παρωνύμιο «Fat Man», έπληξε την πόλη Ναγκασάκι. Στις 15 Αυγούστου η Ιαπωνία ανακοίνωσε την παράδοσή της στις Συμμαχικές Δυνάμεις, θέτοντας τέρμα στον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι δύο αυτές ρίψεις έγιναν με προσωπική απόφαση του τότε Προέδρου των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν. Για να πραγματοποιηθούν, ο διοικητής της μοίρας της Αεροπορίας Στρατού, Σπάτζ, στην οποία ανήκαν τα αεροσκάφη, ζήτησε εγγράφως τη διαταγή από την πολιτική ηγεσία, «αρνούμενος να σκοτώσει ίσως 100.000 άτομα με προφορικές μόνον εντολές». Η διαταγή, πράγματι, στάλθηκε εγγράφως με τις υπογραφές του Υπουργού Εσωτερικών Τζορτζ Μάρσαλ και του Υπουργού Στρατιωτικών Χάνρι Στίμσον.
Η τελική, ωστόσο, απόφαση, σύμφωνα με το Σύνταγμα των ΗΠΑ, έπρεπε να ληφθεί μόνον από τον Πρόεδρο, ο οποίος και την έλαβε, με την αιτιολογία ότι οι ρίψεις αυτές θα έφερναν ένα γρήγορο τέλος στον πόλεμο στο θέατρο του Ειρηνικού και πως τα θύματα από τις βόμβες θα ήταν λιγότερα από τις απώλειες σε μια ενδεχόμενη απόβαση στην Ιαπωνία ή από τη συνέχιση του πολέμου. Οι κάτοικοι της Χιροσίμα εγκατέλειψαν την πόλη τους όσοι επέζησαν απομακρύνθηκαν, αφήνοντας πίσω τους τις ομαδικές καύσεις νεκρών και τις φήμες που έλεγαν πως στη γη τους δεν θα φυτρώσει τίποτα για τα επόμενα 70 χρόνια. Οι φήμες αποδείχθηκαν υπερβολικές. Μόλις η σκόνη καταλάγιασε υπήρξαν φωνές, οι οποίες ζητούσαν εκδίκηση από τις ΗΠΑ, που ήταν ήδη η κατέχουσα δύναμη στη χώρα. Οι πιο ψύχραιμες φωνές επικράτησαν. Η πόλη χρειαζόταν χρήματα και η κατοχική κυβέρνηση της Ιαπωνίας - έπειτα από επανειλημμένα αιτήματα της Χιροσίμα - συμφώνησε σε ένα σχέδιο ανοικοδόμησης.
Πρόσφατα, ο καθηγητής Πανεπιστημίου της Χιροσίμα Νοριόκι Ισιμάρου εξήγησε στο περιοδικό «Time» πως «οι πολιτικοί της εποχής ήταν αρκετά έξυπνοι, για να μην απαιτήσουν με επιθετικό και καταγγελτικό τρόπο χρήματα, αλλά να ζητήσουν με επιμονή και διπλωματία». Ο άνθρωπος που αποφάσισε να εγκριθεί το σχέδιο ανοικοδόμησης ήταν ο Αμερικανός στρατάρχης Ντάγκλας Μακ Άρθουρ, ο κατοχικός διοικητής της Ιαπωνίας στη μετάβασή της προς το μεταπολεμικό εκδημοκρατισμό της. Αν και για τέσσερα χρόνια η πόλη έμεινε ακατοίκητη, ωστόσο η κανονικότητα επέστρεψε, όπως πάντα επιστρέφει. Και έπρεπε να χτιστεί εκ νέου. Έτσι, στο επόμενο διάστημα, μια έκταση ακτίνας δεκάδων χιλιομέτρων εγκαταλείφθηκε, προκειμένου να καθαριστεί. Ο Β` Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε, αλλά η πόλη έμεινε.
Βιβλιογραφία: «Παγκόσμια Ιστορικά Γεγονότα» (τόμοι: 1ος, 2ος)
Από τον Γεώργιο Ν. Ξενόφο
* Ο Γεώργιος Ν. Ξενόφος, είναι πρώην (Π.Υ.) «ΥΠ.ΕΘ.Α», Λογοτέχνης