Δεν εξηγεί όμως πως, ό, τι «πάρει», στο χρόνο που αυτό θα συμβεί, δεν θα αποτελεί προϊόν δικής του διαπραγματευτικής επιτυχίας, αλλά δέσμευση των εταίρων από το 2012 στην ελληνική κυβέρνηση, τότε που κουρεύτηκαν 106 δις. ευρώ ονομαστικού χρέους και άλλα τόσα περίπου με τις παραμετρικές αλλαγές του OSI, τότε δηλαδή που με όρους παρούσης αξίας κουρεύτηκε χρέος πάνω από 200 δις. ευρώ! Ήταν και παραμένει το μεγαλύτερο κούρεμα χρέους που έγινε ποτέ ιστορικά σε χώρα. Για να είμαστε αντικειμενικοί με την ιστορία, το παραπάνω γεγονός πιστώνεται στην τότε ελληνική κυβέρνηση και προσωπικά στον κ. Βενιζέλο. Ο κ. Τσίπρας αρνείται να κατανοήσει το αυτονόητο: Ότι δηλαδή χωρίς εκείνο το κούρεμα, σήμερα η Ελλάδα θα ήταν μια τριτοκοσμική χώρα, μια μαύρη κηλίδα στον διεθνή και ευρωπαϊκό χάρτη. Κατανοητή αυτή του η αδυναμία, δεδομένου ότι το πρότυπο δημοκρατικής και ευημερούσας χώρας για εκείνον είναι η Βενεζουέλα του Μαδούρο!
Η αμφισημία Τσίπρα μεταθέτει διαρκώς τη συζήτηση για το χρέος.
Ας έρθουμε όμως στο προκείμενο. Τι κάνει ο κ. Τσίπρας για να «πάρει» όπως λέει το υπόλοιπο του 2012 που χρωστάνε οι εταίροι στη χώρα μας; Ποια είναι η πρότασή του; Καμία. Αμήχανος και απαράσκευος, επαφίεται απλώς στην καλή θέληση των ξένων! Τους μπερδεύει με την αμφισημία και τη θολούρα των λόγων του και συνεπώς, τους επιτρέπει να μεταθέτουν συνεχώς τη συζήτηση αυτή. Συγκεκριμένα, ενώ στο εσωτερικό μιλάει για το «καταραμένο PSI», στα διεθνή δικαστήρια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι υπέρμαχος, υποστηρικτής και διαφημιστής της διαγραφής χρέους του 2012!
Επίσης, στην πρόσφατη «Επεξηγηματική Έκθεση στο Σχέδιο Νόμου για το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021», η κυβέρνηση αναφέρει ρητά (σελ. 146), ότι το Eurogroup της 25ης Μαΐου του 2016, υιοθετεί τον δείκτη των εκάστοτε ετήσιων μεικτών χρηματοδοτικών αναγκών που προκύπτουν μετά το κούρεμα του 2012, ως βασικό κριτήριο βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους! Είναι αυτό που κάθε φορά ο κ. Βενιζέλος επισημαίνει, ότι δηλαδή σημασία δεν έχει η ονομαστική αξία του χρέους, αλλά οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της εξυπηρέτησης του, που έχουν μειωθεί στο ελάχιστο μετά την αναδιάρθρωση του 2012! Στο ίδιο μήκος κύματος, εξηγεί η κυβέρνηση αυτολεξεί, στο ίδιο κείμενο παρακάτω: «Ο στόχος που έχει τεθεί είναι ο δείκτης των ετήσιων χρηματοδοτικών αναγκών να μην υπερβαίνει το 15% του ΑΕΠ, για τα έτη έως τα τέλη της δεκαετίας 2030-2040, ποσοστό που είναι σημαντικά χαμηλότερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης, ενώ μετέπειτα ο δείκτης δεν θα υπερβαίνει το 20% του ΑΕΠ, ποσοστό που ισοδυναμεί με αυτό του μέσου όρου των χωρών της Ευρωζώνης». Αυτά, τα λέει η κυβέρνηση! Αλήθεια, πως περιγράφει αυτή την αλλαγή πλεύσης τους ο κ. Βενιζέλος και την ευθεία αναγνώριση του αποτελέσματος της παρέμβασής του το 2012; «Γλύφουν εκεί που έφτυναν». Ή άλλως «Τσακαλώτος και Χουλιαράκης, Βενιζελικότεροι του Βενιζέλου». Έχει άδικο; Προφανώς όχι. Συνεπώς, από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό πως, αν και όταν, φορέσει γραβάτα ο κ. Τσίπρας, θα το χρωστάει στην ιστορική τομή του 2012 και προσωπικά στον κ. Βενιζέλο. Αυτό όμως είναι το λιγότερο…
Η αυτοπαγίδευση της κυβέρνησης
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ παγίδευσε τη χώρα από την πρώτη στιγμή με την στρατηγική του «chicken game» του κ. Βαρουφάκη, τις αυτοκαταστροφικές απειλές «θα ανατινάξουμε το Κούγκι» του κ. Καμμένου και τις αυταπάτες του κ. Τσίπρα. Την οδήγησε μοιραία στο τρίτο αχρείαστο και τώρα στο τέταρτο μνημόνιο. Για την ώρα δηλαδή έχουμε θηλιά διαρκείας αντί γραβάτας! Με πολλά, δυσβάσταχτα μέτρα… και την δημοκρατικά ακατανόητη δέσμευση… να τα υλοποιήσει η επόμενη κυβέρνηση! Έτσι δυστυχώς πληρώνεται το έλλειμμα αξιοπιστίας και η αιχμαλωσία του κ. Τσίπρα, ο οποίος αδυνατεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της χώρας του, αφού αρνείται να αντιληφθεί το πραγματικό μέγεθος του χρέους μετά το PSI. Ενός χρέους που σε παρούσα αξία, σύμφωνα με τον Paul Kazarian είναι της τάξης του 60% του ΑΕΠ, ενός χρέους που και κατ’ άλλους αναλυτές, έχει την θετική διαφορά μεταξύ ονομαστικής και παρούσας αξίας πάνω από 80% του ΑΕΠ, όταν η διαφορά αυτή στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης είναι 1,5% - 5% του ΑΕΠ. Τα παραπάνω αποτελούν μια στρατηγικού τύπου αυτοπαγίδευση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και μια παγίδευση επί της ουσίας της χώρας και των πολιτών της. Έτσι, αντί να αξιοποιηθεί η παρέμβαση του 2012 στο χρέος, ώστε να δημιουργηθεί ο αναγκαίος δημοσιονομικός χώρος που θα διευκολύνει την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, η χώρα, αντί να βλέπει το ξέφωτο, διαπιστώνει το στραγγαλισμό της οικονομία της. Δεν υπάρχει αναπτυξιακό σενάριο. Κυριαρχεί μια λαθεμένη στρατηγική στόχευση. Κυρίως όμως, με ευθύνη της κυβερνητικής πλευράς, κυριαρχεί ένας διχαστικός, αντί του συμφιλιωτικού λόγου και του συνεργατικού πνεύματος που αποτελούν τις προϋποθέσεις μιας επιτυχούς αναπτυξιακής προσπάθειας.
Η πρόσφατη «Επεξηγηματική Έκθεση στο Σχέδιο Νόμου για το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021», ακυρώνει τον κ. Τσίπρα και σε άλλο της σημείο, τονίζοντας ότι μετά το PSI «οι χώρες της Ευρωζώνης δεσμεύονται για την προστασία του χαρτοφυλακίου του χρέους από κινδύνους των αγορών και οι πιστωτές υπογραμμίζουν τη βούλησή τους για την αποτροπή οποιουδήποτε είδους πιστωτικού γεγονότoς στο μέλλον, βάζοντας παράλληλα οριστικό τέλος στην όποια συζήτηση περί GREXIT.» Τα παραπάνω λέει η κυβέρνηση αποτελούν αποφάσεις του Eurogroup της 25ης Μαΐου του 2016. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι αν ο κ. Τσίπρας υιοθετούσε τα όσα με τις δημόσιες παρεμβάσεις του υποστήριζε ο κ. Βενιζέλος εξαρχής, θα είχε αποφύγει ο ίδιος τον αυτοεγκλωβισμό του, την περιττή και βλαπτική προσωπική του δεκαεφτάωρη διαπραγμάτευση το καλοκαίρι του 2015 και η χώρα τις οικονομικές περιπέτειες. Δεν θα περιμέναμε να μας μιλήσει για την επαναπεικόνιση (Reprofiling) του χρέους και άλλα αυτονόητα το Eurogroup το 2016! Δεν θα παλεύαμε επί ματαίω, μετά από περιδίνηση -ποιος ξέρει πόσων χρόνων- να φτάσουμε στην κατάσταση στην οποία βρισκόμασταν το 2014! Και αλήθεια, ποιας τάξης παρέμβαση αναμένει κανείς στο εξωτερικό χρέος, όποτε και αν γίνει αυτή; Προφανώς, παρεμβάσεις σε επίπεδο παραμετρικών αλλαγών, που θα αποτελούν ένα ελάχιστο συμπλήρωμα, την ουρά δηλαδή της μεγάλης παρέμβασης του 2012. Είναι προφανές ότι αυτό αποτελεί την αναγκαία συνθήκη, η οποία όμως δεν είναι επαρκής για να αυξήσουμε το ΑΕΠ μας, που αυτό θα έπρεπε να είναι το ζητούμενο της οικονομικής μας πολιτικής. Με λίγα λόγια θα πρέπει να καταλήξουμε στο εξής απλό και αυτονόητο συμπέρασμα: Η παρεμπόδιση της αποδοχής της αλήθειας, πέραν του ότι είναι εξοργιστικά ανόητη και μικρόψυχη, δεν αποβαίνει τελικά σε βάρος του PSI, αλλά σε βάρος της εθνικής οικονομίας και των πολιτών.
* Του Λάζαρου Μακρή