Επειδή τα προϊόντα αυτά υποκατάστασης προκαλούν έντονο και αθέμιτο ανταγωνισμό προς τα γαλακτοκομικά προϊόντα και επειδή έπρεπε να βελτιωθεί η διάθεση των γαλακτοκομικών προϊόντων στην αγορά με προώθηση της κατανάλωσής τους, το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εξέδωσε τον Κανονισμό ( ΕΟΚ) 1898/87 «Σχετικά με την προστασία της ονομασίας του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων κατά τη διάθεσή τους στο εμπόριο» , με σκοπό την προστασία της φυσικής σύνθεσης του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων προς το συμφέρον των παραγωγών κτηνοτρόφων καθώς και την προστασία του καταναλωτή. Σύμφωνα με τον Κανονισμό η ονομασία « γάλα» προορίζεται αποκλειστικά για το προϊόν της φυσιολογικής έκκρισης των γαλακτοφόρων αδένων θηλαστικών , το οποίο λαμβάνεται με μία ή περισσότερες αμέλξεις χωρίς οποιαδήποτε προσθήκη ή αφαίρεση.
Ωστόσο η ονομασία «γάλα» μπορεί να χρησιμοποιείται :
α) για το γάλα που έχει υποστεί επεξεργασία που δεν δημιουργεί οποιαδήποτε τροποποίηση της σύνθεσής του ή για το γάλα του οποίου η περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες είναι τυποποιημένη σύμφωνα με τον Κ.2597/97.
β) σε συνδυασμό με έναν ή περισσότερους όρους για τον καθορισμό του τύπου, της ποιοτικής κατηγορίας, της καταγωγής ή και της προβλεπόμενης χρήσης του γάλακτος ή για την περιγραφή της φυσικής επεξεργασίας που έχει υποστεί ή των τροποποιήσεων ως προς τη σύνθεσή του, υπό τον όρο ότι αυτές συνίστανται μόνο στην προσθήκη ή και την αφαίρεση φυσικών συστατικών του γάλακτος. Με την απλή ονομασία γάλα εννοείται ότι αυτό είναι αγελαδινό. Όταν προέρχεται από άλλο ζώο υποχρεωτικά πρέπει να δηλώνεται η προέλευσή του(πρόβειο, γίδινο, κλπ). Ως γαλακτοκομικά προϊόντα ο Κανονισμός ορίζει εκείνα τα οποία προέρχονται αποκλειστικά από το γάλα, όπως η έννοιά του ορίζεται παραπάνω. Είναι δυνατό να προστίθενται ουσίες που είναι απαραίτητες για την παρασκευή τους , εφόσον οι ουσίες αυτές δεν χρησιμοποιούνται με σκοπό την ολική ή μερική αντικατάσταση οποιουδήποτε από τα συστατικά του γάλακτος.
Για τα γαλακτοκομικά προϊόντα χρησιμοποιούνται οι ονομασίες: Ορός γάλακτος, κρέμα, βούτυρο, βουτυρόγαλα, βουτυρέλαιο, καζεΐνες, άνυδρες λιπαρές ουσίες του γάλακτος, τυριά, γιαούρτι, κεφίρ, κούμις. Η ονομασία « γάλα» και οι ονομασίες που χρησιμοποιούνται για τον ορισμό των γαλακτοκομικών προϊόντων μπορεί να χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με έναν ή περισσότερους όρους για τον ορισμό των σύνθετων προϊόντων ,των οποίων κανένα στοιχείο δεν υποκαθιστά ή δεν πρόκειται να υποκαταστήσει οποιοδήποτε συστατικό του γάλακτος και των οποίων το γάλα ή ένα γαλακτοκομικό προϊόν αποτελεί ουσιώδες μέρος είτε λόγω της ποσότητας είτε λόγω του ότι η επίδρασή του χαρακτηρίζει το προϊόν. Οι ονομασίες που αναφέρονται παραπάνω δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για κανένα άλλο προϊόν ,εκτός από αυτά που προέρχονται αποκλειστικά από το γάλα. Για προϊόντα άλλα από αυτά που προαναφέρονται δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ετικέτες, εμπορικά έγγραφα ή οποιαδήποτε μορφή διαφήμισης που να δηλώνει , να συνεπάγεται ή να υπαινίσσεται ότι το προϊόν αυτό είναι γαλακτοκομικό.
-Ποια είναι τα μη γαλακτοκομικά προϊόντα;
Σύμφωνα με την Κοινή Υπουργική Απόφαση 278186/7-8-02 ως μη γαλακτοκομικά προϊόντα νοούνται τα προϊόντα ως υποκατάστατα ή αναπληρώματα ή απομιμήσεις κλπ προϊόντων γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων ,τα οποία δεν είναι σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού 1898/87 του Συμβουλίου.
Σαν τέτοια αναφέρονται:
Αυτά για τα οποία χρησιμοποιείται γάλα που υπέστη θερμική επεξεργασία πάνω από 85 βαθμούς Κελσίου με αρνητικές δοκιμές για τα ένζυμα φωσφατάση και υπεροξειδάση. Αυτά που προκύπτουν από δεύτερη μεταποίηση ,όπως με χρήση σκόνης γάλακτος, συμπυκνωμένου γάλακτος, καζεϊνών κλπ. Αυτά στα οποία έχουν αλλοιωθεί τα φυσικά συστατικά του γάλακτος , π.χ. αφαίρεση και αντικατάσταση των συστατικών του. Αυτά στα οποία έχουν προστεθεί ξένες ουσίες , γλυκαντικά(ζάχαρη, σιρόπι, κλπ) ή άλλες μη επιτρεπόμενες ουσίες , όπως είναι τα επιδόρπια.
Τα παραπάνω προϊόντα δεν είναι , ούτε πρέπει να λέγονται τυριά ή γιαούρτια , ούτε πρέπει να τοποθετούνται στους ίδιους χώρους πώλησης με τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Είναι τα μη γαλακτοκομικά προϊόντα νηστίσιμα; Ακούει κανείς τις ημέρες της Σαρακοστής περισσότερο, ή άλλων περιόδων νηστειών, σε καταστήματα πώλησης τροφίμων καταναλωτές, συνήθως κυρίες, να ζητούν να προμηθευτούν «νηστίσιμο τυρί». Τα τυριά είναι γαλακτοκομικά προϊόντα, είναι ζωικής προέλευσης και κανένα από αυτά δεν είναι νηστίσιμο. Βιομηχανίες παραγωγής υποκατάστατων τυριών και εισαγωγείς τέτοιων προϊόντων τα προτείνουν στις ετικέτες τους και στις διαφημίσεις για νηστεία και τα τοποθετούν στην αγορά ακόμα και με την ονομασία «νηστίσιμο». Μη γαλακτοκομικό προϊόν που ένα από τα συστατικά του είναι ζωικής προέλευσης , όπως το ζωικό λίπος, πρωτεΐνες του γάλακτος, τα καζεϊνικά άλατα , η λακτόζη, δε μπορεί να είναι νηστίσιμο. Κάποια υποκατάστατα τυριών αναγράφουν στην ετικέτα τους συστατικά μόνο φυτικής προέλευσης, όπως φυτικά λίπη ή έλαια και φυτικές πρωτεΐνες και είναι αυτά περισσότερο που διατίθενται ως νηστίσιμα. Και στην περίπτωση αυτή μπαίνει το θέμα, αν η νηστεία που ακολουθεί κάποιος είναι άλαδη ή όχι.
Φρόνιμο θα ήταν ο κάθε πιστός Χριστιανός, που τις μέρες αυτές προετοιμάζεται για το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας, να συζητήσει το θέμα των νηστίσιμων τροφίμων με τον πνευματικό του. Εκείνοι που του προτείνουν για νηστίσιμα κάποια υποκατάστατα τυριών, ίσως ενδιαφέρονται περισσότερο να πωλήσουν.
Μήπως τον παραπλανούν;
Του Δημήτρη Κουλουκτσή, γεωπόνου