Το τροχαίο ήταν σοκαριστικό – και το σοκ πολλαπλασιαζόταν από το γεγονός ότι το περιστατικό είχε καταγραφεί από κάμερα του σταθμού ανεφοδιασμού, όπου συνέβη. Ένα πολυτελές αυτοκίνητο εισβάλλει με ιλιγγιώδη ταχύτητα στο διάδρομο στάθμευσης και πέφτει σε σταματημένο αυτοκίνητο. Με την πρόσκρουση, και τα δυο οχήματα πιάνουν φωτιά. Αργότερα, πληροφορηθήκαμε ότι στο ένα επέβαιναν δύο νεαροί – ο γιος ενός γνωστού επιχειρηματία και ένας φίλος του. Στο άλλο, ήταν μια γυναίκα με το παιδί της. Και οι τέσσερις πέθαναν ακαριαία.
Το σοκ του δυστυχήματος, η εικόνα απ’ αυτό που διαδόθηκε αμέσως μέσω του διαδικτύου αλλά και τα δραματικά στοιχεία που είχε το περιστατικό τροφοδότησαν μια δημόσια συζήτηση στα κοινωνικά δίκτυα, κυρίως στο facebook και στο twitter, που στο όνομα μιας φτηνής κοινωνιολογίας επέτρεψε πολλές αδιακρισίες. Μια από τις δημοφιλείς προσεγγίσεις αυτής της συζήτησης έκαναν λόγο για ταξικό δυστύχημα, αφού το προκάλεσε ο γιος ενός πλουσίου. Η κατακλείδα αυτής της συζήτησης ήταν ότι οι πλούσιοι κακομαθαίνουν τα παιδιά τους – με αποτέλεσμα εκείνα να περιφρονούν τους άλλους, να ζουν χωρίς να υπολογίζουν το κοινωνικό συμβόλαιο.
Το συμπέρασμα αυτής της γενίκευσης, ασφαλώς, δεν στηρίζεται στην πραγματικότητα. Ίσα ίσα. Επιλέγει στοιχεία από ένα πραγματικό περιστατικό, φτιάχνοντας μια τερατώδη γενίκευση. Στην ουσία, οδηγεί στην ταξική ερμηνεία της κοινωνικής ζωής, που εκφράζεται με έναν ιδιότυπο κοινωνικό φθόνο: οι εύποροι πρέπει να αισθάνονται ένοχοι για τον πλούτο τους, καθόσον ο πλούτος αυτός προέρχεται από την εκμετάλλευση των φτωχών, ενώ η χρήση των προϊόντων του πλουτισμού τους γίνεται, συνήθως, σε βάρος της κοινωνίας.
Είναι προφανές ότι αυτή η ερμηνεία των πραγμάτων έχει ένα σοβαρό πρόβλημα: δεν λαμβάνει υπόψη τα δεδομένα της πραγματικότητας.
***
Το πρώτο και σημαντικότερο από τα δεδομένα αυτά: τα περισσότερα δυστυχήματα με αυτοκίνητα δεν συμβαίνουν στις εθνικές οδούς, αλλά στους αστικούς δρόμους και στις γειτονιές. Πράγμα που σημαίνει ότι οι πάντες είμαστε εκτεθειμένοι στους κινδύνους, μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις τους προκαλούμε, περιφρονώντας τους κανόνες.
Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα της Τροχαίας (στοιχεία του 2015), η πρώτη αιτία των τροχαίων ατυχημάτων είναι η παραβίαση του ορίου ταχύτητας. Ακολουθούν η μη χρήση ζώνης ή κράνους και η μέθη. Ψηλά στη λίστα των αιτιών είναι η χρήση κινητών τηλεφώνων την ώρα της οδήγησης και η παραβίαση φωτεινών σηματοδοτών. Επίσης, τα περισσότερα θανατηφόρα δυστυχήματα γίνονται από τα μεσάνυχτα ως τις 7 το πρωί – ώρες, δηλαδή, που οι περισσότεροι οδηγοί δεν εργάζονται αλλά επιστρέφουν από διασκέδαση ή πηγαίνουν να διασκεδάσουν. Τα παραπάνω δεδομένα επιτρέπουν ένα ασφαλέστατο συμπέρασμα:
Τα περισσότερα θανατηφόρα δυστυχήματα θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί, αν στη χώρα λειτουργούσαν οι κανόνες. Απλοί κανόνες, που έχουν νομοθετηθεί ακριβώς για να προστατεύεται η ζωή και η ασφάλεια των πολιτών.
Μόνο που κάποιοι θα πρέπει να εφαρμόζουν τους κανόνες και να τιμωρούν την παραβίασή τους. Αυτοί στους οποίους το κοινωνικό συμβόλαιο έχει επιφορτίσει με αυτό το καθήκον είναι οι αστυνομικοί. Η Τροχαία, η αστυνομία (και όπου υπάρχει η δημοτική αστυνομία) έχουν αρμοδιότητα να εφαρμόζουν τους κανόνες και να τιμωρούν την παράβασή τους.
Απ’ όσο γνωρίζουμε όλοι, δεν το κάνουν. Το προχθεσινό δυστύχημα, για παράδειγμα, ίσως να είχε αποφευχθεί αν κάποιοι από τους αστυνομικούς που στη χώρα μας ισοδυναμούν σε έναν ανά χίλιους, ρεκόρ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έκαναν το αυτονόητο: έλεγχαν τα όρια ταχύτητας και φρόντιζαν για την επιβολή ποινών σε όσους τα παραβίαζαν. Το αυτοκίνητο που έφτασε ιλιγγιωδώς στο πάρκινγκ του σταθμού ανεφοδιασμού είναι σίγουρο ότι έτρεχε με μεγάλες ταχύτητες για πολλά χιλιόμετρα.
Ο έλεγχος για τη χρήση της ζώνης ασφαλείας έχει ατονήσει απολύτως. Η υποχρέωση όσων ανεβαίνουν σε μηχανή να φορούν κράνη ελέγχεται πλημμελώς. Όσο για τους σηματοδότες, είναι ανέκδοτο αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα: σπανίως οι οδηγοί κόβουν ταχύτητα για να σταματήσουν στο κόκκινο – κι αν το κάνουν θα τους βρίσουν όσοι τους ακολουθούν.
***
Ανεξαρτήτως, λοιπόν, της κοινωνικής κατάστασης των οδηγών, εξάγονται αβίαστα μερικά συμπεράσματα:
Συμπέρασμα πρώτο: τα περισσότερα δυστυχήματα στον δρόμο οφείλονται σε παραβιάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας από τους οδηγούς.
Συμπέρασμα δεύτερο: για να γίνονται τόσες παραβιάσεις, που οδηγούν σε τέτοια αποτελέσματα, σημαίνει ότι οι επιφορτισμένες γι’ αυτό αρχές στην πράξη δεν ελέγχουν αν τηρείται η νομιμότητα. Καμιά φορά, απλώς, κυρίως για εισπρακτικούς λόγους, κυνηγούν το παράνομο παρκάρισμα – κι αυτό είναι όλο.
Συμπέρασμα τρίτο: η κοινωνία δεν θέλει αστυνόμευση της παραβατικότητας στους δρόμους, και η αστυνομία συμφωνεί, διότι είναι περισσότερο κουραστικό να τιμωρείς τις παραβάσεις από το να μην τις τιμωρείς.
Τα παραπάνω ισχύουν για όλους. Κράτος, πολιτική, πολίτες και αρχές βολεύονται με αυτή την ατιμωρησία. Αυτό το βόλεμα είναι ο πολιτισμός της Ελλάδας: ένας πολιτισμός που περιφρονεί τους κανόνες. Ένας πολιτισμός που ανέχεται ή ενθαρρύνει την περιφρόνηση των κανόνων. Ναι, είμαστε ο χειρότερος λαός.
Γράφει ο Ηλίας Κανέλλης