Από τη Μαρίνα Αποστολοπούλου
Τρίτη πρωί.
Ένας υποστράτηγος της Αστυνομίας σηκώνεται το πρωί από το κρεβάτι και μισοκοιμισμένος, με την κούπα του καφέ στο χέρι, το ένα μάτι ανοιχτό και το άλλο μισόκλειστο να παλεύει να απαλλαγεί από την αγκαλιά του Μορφέα, κάθεται στον καναπέ, ξύνει το κεφάλι του και αναρωτιέται: «Τι να κάνω σήμερα για περάσει η μέρα; Να πάω στο γραφείο και να παίξω τρίλιζα; Μπα βαρετό! Να πάω στο γραφείο και να δω κανένα επεισόδιο από το «CSI New York» να ξεπατικώσω καμιά μεγαλοφυή αστυνομική ιδέα να την εφαρμόσουμε κι εμείς εδώ; Μπα, αυτοί είναι πολύ προχωρημένοι. Εδώ είναι Ελλάδα, εμείς έχουμε τους δικούς μας τρόπους. Α, το βρήκα! Θα βγάλω μία διαταγή και θα τη στείλω παντού! Να ανοίξουν όλα τα κέντρα κράτησης παράνομων μεταναστών και να τους αμολήσουν όπου να ’ναι και, από δω και πέρα, όποιος παράνομα εντοπίζεται ότι βρίσκεται στη χώρα δεν θα συλλαμβάνεται. Θα του δίνουμε μία κάρτα μηνιαία προσωρινής παραμονής και άμα δεν του φθάνει θα την ανανεώνουμε και άμα δεν του φθάνει και τότε, θα την ανανεώνουμε και πάλι και πάει λέγοντας. Μα τι ωραία ιδέα είχα ο υποστράτηγος! Μα τζάμπα τα φοράμε τα γαλόνια τέλος πάντων!».
Ρούφηξε στα γρήγορα την τελευταία γουλιά καφέ, ντύθηκε γρήγορα-γρήγορα μην του φύγει η έμπνευση, έφθασε στην υπηρεσία, κάθισε στο γραφείο του και εξέδωσε τη διαταγή.
Κατά τα λεγόμενα του υπουργού Προστασίας του Πολίτη, πάνω-κάτω έτσι έγιναν τα πράγματα.
Την ώρα που ο ίδιος κοιμόταν τον ύπνο του δικαίου, ένας... υπερδραστήριος και «βασιλικότερος του βασιλέως» υποστράτηγος της Αστυνομίας εξέδωσε το ως άνω φιρμάνι, χωρίς να ρωτήσει κανέναν, χωρίς να δώσει λογαριασμό σε κανέναν, χωρίς να έχει συζητήσει με κανέναν και χωρίς να έχει ουδένα ενδοιασμό ως υπηρεσιακός παράγων και δη της Αστυνομίας (που είναι ιδιαίτερα «σφιχτή» όσον αφορά τους τύπους και τους κανόνες), σχετικά με τη συγκεκριμένη του πρωτοβουλία.
Να μας συγχωρεί ο συμπαθέστατος κατά τα λοιπά κ. Πανούσης, αλλά όλο αυτό είναι εξόχως απίστευτο. Ούτε ο Τζιμάκος ο Πανούσης να μας το έλεγε για να σπάσει πλάκα και πάλι δεν θα το αποδεχόμασταν έτσι, χωρίς πολλά-πολλά και μεγάλα ερωτηματικά.
Και στο κάτω-κάτω της γραφής και αν ακόμη έγιναν έτσι τα πράγματα την πολιτική ευθύνη και πάλι φέρει ο ίδιος, έστω και αν ήταν ανημέρωτος, διότι αυτό καταδεικνύει ότι ως πολιτικός προϊστάμενος δεν έχει τον έλεγχο των υπηρεσιών του.
Αν πάλι ο υποστράτηγος έπαιξε τον ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου (αφού ζήτησε παραιτήσεις ο υπουργός) προκειμένου να καλυφθεί μία πολιτική γκάφα ολκής, τότε, το πρόβλημα και πάλι είναι προφανές και εκτός από πολιτική έχει και ηθική διάσταση.
Τώρα επί της ουσίας. Το να βγάζουμε τις... ανθρωπιές μας να τις μετρήσουμε, λόγω λαθρομεταναστών, είναι από μόνο του θλιβερό.
Γιατί όταν φθάνει η… ανθρωπιά να μετριέται και να αποτελεί μέτρο σύγκρισης και άσκησης πολιτικής, τότε δεν είναι η αυθόρμητη έκφραση συναισθημάτων που μετουσιώνονται σε συγκεκριμένες πράξεις. Είναι «εργαλείο» άσκησης πολιτικής και αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης. Είναι δηλαδή ένα θλιβερό λάθος, το οποίο συντελείται εις βάρος ανήμπορων ανθρώπων που σέρνουν τις ζωές τους ελπίζοντας στο καλύτερο.
Το να χάνουμε το μέτρο εις το όνομα αυτού του «ανθρωπισμού» και να υποβάλλουμε τη ρημαγμένη χώρα που λέγεται Ελλάδα, σε μία σειρά επιπλέον προβλημάτων και ανεξέλεγκτων εν πολλοίς καταστάσεων, είναι επικίνδυνο. Και δεν βοηθάει ούτε τους λαθρομετανάστες ούτε βεβαίως τη χώρα.
Το ζήτημα είναι εξαιρετικά πολύπλοκο.
Ξεκινάει από το γεγονός ότι η Μεταναστευτική Πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει πολλά κενά, τα οποία ελπίζουμε ότι με τον Δ Αβραμόπουλο στη θέση του αρμοδίου επιτρόπου θα τύχουν μίας άλλης αντιμετώπισης. Διότι οι έως τώρα συνθήκες ή αφήνουν ακάλυπτη την Ελλάδα εσκεμμένα ή απλά δεν εφαρμόζονται. Οι Ευρωπαίοι «βολεύονται» από το γεγονός ότι ως «πύλη εισόδου» η Ελλάδα συσσωρεύει λαθρομετανάστες και την αφήνουν μόνη της να λύσει το πρόβλημά της. Πράγμα που δεν μπορούσε να κάνει τις καλές εποχές, πόσο μάλλον τώρα που δεν έχει ούτε το χρήμα ούτε τα μέσα. Από την άλλη η Τουρκία όχι μόνον δεν σέβεται τις διεθνείς συμφωνίες αλλά αντιθέτως φροντίζει σκοπίμως να διοχετεύει προς την Ελλάδα μάζες ανθρώπων που ψάχνουν μία καλύτερη τύχη εγκαταλείποντας την πατρίδα τους. Όπως δείχνουν δε και οι αριθμοί αυξάνεται η ροή των μεταναστών προς την ΕΕ καθώς ο αριθμός τους τριπλασιάστηκε το 2014 σε σύγκριση με το 2013. Μία αύξηση της τάξεως του 180% η οποία κατά κύριο λόγο οφείλεται στα γεγονότα της Συρίας και στην ενίσχυση των τζιχαντιστών.
Είναι προφανές ότι χρειάζεται η πολιτική βούληση, όχι μόνον στα λόγια αλλά και στην πράξη, το ανθρωπιστικό, πρωτίστως ζήτημα, που λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις να αντιμετωπιστεί συγκεκριμένα και συντεταγμένα από την ΕΕ και με ίση κατανομή (ανάλογα με το μέγεθος και τις δυνατότητες κάθε χώρας), των ανθρώπων αυτών, εφόσον η επιστροφή στην πατρίδα τους δεν είναι εφικτή.
Από την άλλη, αυτή η ιστορία περί «πολιτικού ασύλου» σηκώνει πολύ νερό.
Όλοι μιλάνε για «πολιτικό άσυλο», όλοι ζητάνε «πολιτικό άσυλο» γιατί είναι ο πιο εύκολος τρόπος, αλλά όλοι δεν δικαιούνται πολιτικό άσυλο.
Η εν πάση περιπτώσει, όταν η συνολική έξοδος από μία χώρα, προκύπτει ως αποτέλεσμα των εσωτερικών αναταραχών ή πολέμων, τότε η «παραγωγή» πολιτικών προσφύγων είναι τέτοια που δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο, που κάποτε θεσπίστηκε ο όρος «πολιτικό άσυλο» γιατί τα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα του όρου έχουν αλλάξει.
Δεν είναι λοιπόν λιγότερο «ανθρωπιστής» αυτός που σκέφτεται την ισορροπία των πραγμάτων και τη διασφάλιση της συγκεκριμένης μικρής και αποδυναμωμένης χώρας. Είναι ρεαλιστής.
Και ο ρεαλισμός των καιρών επιτάσσει, οι όποιες αποφάσεις να λαμβάνονται με γνώμονα και σε συνάρτηση με τα όσα σήμερα συμβαίνουν στην Ελλάδα.
Χρειάζεται συνολική αλλαγή πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ, χρειάζεται αναβάθμιση των συνθηκών κράτησης των παράνομων μεταναστών (όπως έχει επικρατήσει να λέγονται για λόγους… ευγενίας) στην Ελλάδα, ώστε να είναι όντως ανθρώπινη η διαβίωσή τους, αλλά σε καμία περίπτωση δεν χρειάζεται η ανεξέλεγκτη είσοδός τους και παραμονή τους στη «χώρα του ποτέ». Γιατί αυτό ακριβώς είμαστε. Η χώρα όπου ποτέ δεν εφαρμόζεται σωστά ή και καθόλου ό,τι αποφασίζεται και νομοθετείται.