Του Ηλία Κανέλλη
Η Ρωσία είναι ένα διεφθαρμένο κράτος. Ο ηγέτης της, ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, ο “εγγονός” της ουτοπίας του Στάλιν, όπως τον αποκαλούν, θεωρείται παντοδύναμος. Με δεδομένη την επέκταση της φτώχειας στη χώρα του, την αδυναμία αποφυγής μιας οικονομικής κρίσης, και με επίσης δεδομένη την κοινωνική ανισότητα που εκφράζεται με την υπερβολική επίδειξη χλιδάτης ζωής από τους νέους ολιγάρχες, οι οποίοι πλούτισαν μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, θα περίμενε κανείς ότι ο Πούτιν θα εξασθενούσε σε ισχύ και σε κύρος. Δεν συνέβη, γιατί επένδυσε στην ισχύ, πραγματικά και συμβολικά. Η ενέργεια, τα ατελείωτα αποθέματα σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο, του εξασφαλίζουν αφειδώς πόρους. Οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας που βρίσκονται στην υπηρεσία του, είναι έτοιμες να εξουδετερώσουν οποιονδήποτε πραγματικό ή δυνητικό αντίπαλό του. Τα ΜΜΕ, τα οποία επίσης ελέγχει, είναι έτοιμα να διαδώσουν τις θέσεις του, χειραγωγώντας τα πλήθη. Επίσης, έχει καταφέρει να έχει μαζί του την κοινή γνώμη, στην οποία προσφέρει αυτό που θα λέγαμε εθνική υπερηφάνεια: η προσάρτηση της Κριμαίας από την Ουκρανία, ουσιαστικά χωρίς απώλειες και χωρίς ανυπέρβλητες εντάσεις με τη Δύση, οπλίζει τους πολίτες με ένα είδος εθνικής υπερηφάνειας που μεταφράζεται σε επιθετικό εθνικισμό – και ο Πούτιν έχει αρκετά ακόμα μέτωπα ανοιχτά, αν χρειαστεί να συνεχίζει να φανατίζει τον όχλο.
Οπαδός ενός αυταρχικού τρόπου διακυβέρνησης, ο Πούτιν φημίζεται κατά το παρελθόν για τη διακριτική εξουδετέρωση αντιπάλων του, στο οικονομικό, στο ιδεολογικό και στο πολιτικό πεδίο. Η δολοφονία της δημοσιογράφου Αννας Πολιτκόφσκαγια στις 7 Οκτωβρίου 2006, έξω από το διαμέρισμά της στη Μόσχα, αποτελεί το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του τρόπου να κυβερνά. Επίσης ο τρόπος που εξουδετέρωσε τις δημοφιλείς Pussy Riots, τις τρεις νεαρές γυναίκες που με το ροκ γκρουπ τους είχαν βάλει στο στόχαστρο τον Ρώσο πρόεδρο, ήταν υποδειγματικά κυνικός. Τις τύλιξε σε μια κόλλα χαρτί, επειδή τραγούδησαν εναντίον του σε μια εκκλησία και τις έστειλε δυο χρόνια φυλακή, ποινή σκληρή το μεγαλύτερο μέρος της οποίας εξέτισαν σε συνθήκες εξανδραποδισμού.
Τελευταίο κατόρθωμα του αυταρχικού ηγέτη της Ρωσίας ήταν η δολοφονία του φιλοευρωπαίου εκπροσώπου της αντιπολίτευσης, Μπορίς Νεμτσόφ, που πυροβολήθηκε πισώπλατα στο κέντρο της Μόσχας, σε μικρή απόσταση από το Κρεμλίνο.
***
Οι αντιδράσεις για τη δολοφονία, την οποία προφανώς ο Βλαντίμιρ Πούτιν καταδίκασε υποσχόμενος ότι τίθεται επικεφαλής των ερευνών για την ανεύρεση του ενόχου, ήταν ιδιαίτερα έντονες. Σύμφωνα με αναφορές, για πρώτη φορά μετά από χρόνια εκδηλώθηκε τόσο μεγάλη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στη Μόσχα – ιδιώτες παρατηρητες έκαναν λόγο για 70.000 διαδηλωτές.
Έντονη ήταν και η αντίδραση της Δύσης. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, απαίτησε την άμεση διερεύνηση της δολοφονίας, ενώ και Ευρωπαίοι ηγέτες έκαναν έντονη τη δυσαρέσκειά τους για το συμβάν, με δηλώσεις που εγκατέλειπαν τη διπλωματική γλώσσα και ζητούσαν ευθύνες από τον Ρώσο πρόεδρο – ιδιαίτερα χαρακτηριστική προς αυτή την κατεύθυνση ήταν η δήλωση του Γάλλου προέδρου, Φρανσουά Ολάντ.
Εντυπωσιακά διαφορετική, ωστόσο, ήταν η στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, που στο παρελθόν δήλωσε προπαιτώς ότι χάρη στην επικράτηση του κόμματός του η δημοκρατία επέστρεψε στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, έχοντας προσπαθήσει να κάνει διαπραγματευτικό επιχείρημα υπέρ του την αποστασιοποίηση της Ελλάδας από τη συνολική ευρωπαϊκή θέση για την παρουσία της Ρωσίας στην Ουκρανία, απέφυγε ακόμα και να πάρει θέση για τη δολοφονία του Νεμτσόφ. Όσο για τον υπουργό των Εξωτερικών της κυβέρνησης, Νίκο Κοτζιά (ο οποίος, μεταξύ άλλων, έχει επικριθεί για σχέσεις, τουλάχιστον ακαδημαϊκές, με Ρώσο εκπρόσωπο της ακραίας Δεξιάς και συνομιλητή της Χρυσής Αυγής), αυτός αρκέστηκε σε μια τυπική πράξη, που μοιάζει με υπεκφυγή: το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας έδωσε εντολή στην πρέσβειρα στη Μόσχα να αφήσει λουλούδια στον τόπο της δολοφονίας του Νεμτσόφ.
Η Ελλάδα είναι ιδιόμορφη περίπτωση. Ο μύθος της ξανθής φυλής είναι ζωντανός και πολιτικά ενεργός, όχι μόνο στα τμήματα του πληθυσμού που εμπνέονται από τους τηλεβιβλιοπώλες. Δεν είναι τυχαίο ότι εκτός της κυβέρνησης, επικριτική δήλωση για το συμβάν δεν έκαναν ούτε η ΝΔ, ούτε το ΠΑΣΟΚ. Μόνο το Ποτάμι είπε κάτι γενικόλογα, αποφεύγοντας να επικρίνει την κυβέρνηση για τη σιωπή της (έχει μάλλον τους λόγους του, πιστεύει ότι κάποια στιγμή θα φωνάξουν τους βουλευτές του να συγκυβερνήσουν).
Αλλά αυτή που έχει υποχρέωση να κάνει μνεία στο έγκλημα και στην ανάγκη να διαφυλαχτεί η δημοκρατία είναι η κυβέρνηση. Για δυο λόγους. Ο ένας έχει να κάνει με τις δημοκρατικές αρχές τις οποίες λέει ότι υπηρετεί. Ο άλλος είναι πιο πραγματιστικός: και στα οικονομικά προβλήματα της χώρας, και σε θέματα εθνικής ακεραιότητας (που χθες απειλήθηκε ανοιχτά από την Τουρκία), η Ελλάδα περιμένει στήριξη, πραγματική και συμβολική, από τις χώρες και τις δομές της Δύσης (Ε.Ε. και ΝΑΤΟ). Και κάθε πράξη που μοιάζει να μας βάζει απέναντι στους δυτικούς θεσμούς, μας κάνει όλο και πιο αποσυνάγωγους, όλο και πιο μόνους διεθνώς, χωρίς στήριξη και χωρίς συμπάθειες.
Είναι δυνατόν μια υπεύθυνη κυβέρνηση να μην μπορεί να κατανοήσει ούτε τα αυτονόητα; Τόσο ανεύθυνοι πια;