Το μικρό παιδί φανερά ενοχλημένο που η μητέρα του δεν του είχε πάρει πριν λίγο ένα παιχνίδι, δυσανασχετεί, φωνάζει χτυπώντας τα πόδια του στο δρόμο και αρνείται να ακολουθήσει την μητέρα του, εκτός εάν του ικανοποιηθεί η επιθυμία του. Η μητέρα του φανερά αγανακτισμένη και αφού έχει δοκιμάσει και έχει εξαντλήσει, μπροστά σε κόσμο, την αυστηρότητά της, γυρίζει προς το παιδί και λέει: ΄΄ κάτσε φρόνιμα, αλλιώς τους βλέπεις τους αστυνομικούς; Θα σε πιάσουν και θα σε βάλουν φυλακή. ΄΄ Το παιδί κοιτά έντρομο τους πάνοπλους αστυνομικούς και ακαριαία σταματά κάθε αντίδραση. Μέχρι να χαθεί από το οπτικό του πεδίο η ομάδα των αστυνομικών, γυρίζει και ρίχνει κλεφτές ματιές, γεμάτες φόβο, προς αυτούς.
Η παραπάνω σκηνή ίσως σε κάποιους να φανεί φανταστική. Για πάρα πολλούς αστυνομικούς, όμως, είναι μια πραγματικότητα που συχνά έχουν αντιμετωπίσει κατά την διάρκεια της υπηρεσίας τους.
Κάπως έτσι, λοιπόν, το παιδί μαθαίνει να φοβάται τους αστυνομικούς και να τους θεωρεί τους κακούς της υπόθεσης. Μεγαλώνοντας, ο φόβος γίνεται αντίδραση, καθώς μέσα του υπάρχει το απωθημένο εκείνου του παιδικού εκβιασμού που υπέστη από τους γονείς του προκειμένου να το συνετίσουν. Ο αστυνομικός γι’ αυτά είναι κακός και όχι κάποιος στον οποίο μπορούν να στραφούν για βοήθεια.
Φόβος. Πρόκειται για μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού, που στόχο έχει να τον κινητοποιήσει και να αντιδράσει με τελικό αποτέλεσμα την προστασία του. Διακρίνεται σε έμφυτους και επίκτητους. Έμφυτοι είναι όσοι παρουσιάζονται στο παιδί χωρίς να τους δημιουργεί το περιβάλλον, π.χ. ο φόβος του ύψους, του πόνου. Επίκτητοι, είναι όσοι παρουσιάζονται χωρίς να υπάρχουν πραγματικές αιτίες. Πηγές επίκτητων φόβων μπορεί να γίνουν η τηλεόραση, τα παραμύθια, αλλά και οι ίδιοι οι άνθρωποι.
Όσο και αν ακούγεται παράξενο, οι γονείς χωρίς να το καταλαβαίνουν είναι υπεύθυνοι για τους περισσότερους επίκτητους φόβους των παιδιών. Υπάρχουν γονείς που απειλούν το παιδί τους ότι αν δεν φάει το φαγητό του θα το πιάσει η αστυνομία, με αποτέλεσμα το παιδί να νιώθει ότι απειλείται από αυτούς και να φοβάται ακόμη και με την ιδέα ότι κάποια στιγμή μπορεί μπροστά του να εμφανιστεί κάποιος αστυνομικός.
Οι γονείς πρέπει να καταλάβουν ότι για το παιδί ο φόβος δεν είναι κάτι φανταστικό αλλά κάτι απόλυτα υπαρκτό. Ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσουν τους παιδικούς φόβους είναι ο διάλογος και η προσωπική στάση. Χρειάζεται να εξηγούν στο παιδί τι είναι αυτό που φοβάται. Στόχος τους να είναι όχι μόνο να καθησυχάσουν το παιδί αλλά και να το βοηθήσουν να τους αντιμετωπίσει. Να προσπαθούν να τονώνουν την αυτοπεποίθησή του και να καλλιεργούν την εμπιστοσύνη στον εαυτό του.
Ειδικότερα, η απειλή εκ μέρους των γονέων ότι αν τα παιδιά δεν φάνε το φαγητό τους ή δεν σταματήσουν να κάνουν φασαρία θα φωνάξουν την αστυνομία, είναι απαράδεκτη. Τα παιδιά θα πρέπει να μάθουν αν όχι να αγαπάνε τα σώματα ασφαλείας, τουλάχιστον να τα σέβονται.
Κάποιος, τέλος, θα μπορούσε να πει ότι και οι ίδιοι οι αστυνομικοί με τις πράξεις τους συχνά ενισχύουν τους φόβους των παιδιών γι’ αυτούς. Χωρίς να παραβλέπονται οι όποιες ευθύνες τους, είναι γεγονός ότι ειδικά τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει πολύ το ανθρώπινο πρόσωπο της αστυνομίας και η προσπάθεια αυτή συνεχίζεται. Άλλωστε, όπως είπε και ο Χριστός : ΄΄ όστις εστί αναμάρτητος, πρώτος τον λίθο βαλέτω΄΄.
( αφορμή για το παραπάνω κείμενο στάθηκε σύνθημα που είναι γραμμένο σε τοίχο σχολικού συγκροτήματος της πόλης μας και γράφει: ΄΄ όλοι φοβούνται την αστυνομία ΄΄. )
Νίκος Τάχατος
φιλόλογος