π.χ. με τα γερμανικά ομόλογα, αντανακλά την διαφορά της επικινδυνότητας της χώρας αυτής με την χώρα αναφοράς και τελικά την εμπιστοσύνη που εκφράζουν οι επενδυτές σε αυτήν.
Τα spreads των επιτοκίων φαίνεται ότι έχουν σημαντική προβλεπτική ικανότητα και είναι από τους πιο βασικούς πρόδρομους δείκτες της πραγματικής οικονομίας (leading indicators)
H πρόσφατη αρθρογραφία καταγράφει τους προσδιοριστικούς παράγοντες που διαμορφώνουν το ύψος των spreads που αξίζει να τους αναφέρουμε.
Θα πρέπει να τονισθεί ότι σύμφωνα με την πρόσφατη διεθνή βιβλιογραφία διαμορφώνονται δύο κυρίως τάσεις : η πρώτη δίνει έμφαση σε μακροοικονομικά θεμελιώδη μεγέθη και ανισορροπίες και η δεύτερη που λαμβάνει υπ όψιν παγκόσμιους παράγοντες αποσταθεροποίησης (global systemic risk) συμπεριλαμβανομένων και διαφόρων μεταβλητών συναισθήματος των αγορών (herding, contagion).
Οι Gómez-Puig et al. (2014) εξετάζοντας ένα πλήθος πιθανών προσδιοριστικών παραγόντων των spreads στις χώρες της Ευρωζώνης την περίοδο 1999-2012 κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η πορεία τους ερμηνεύεται εν μέρει από την πορεία των εγχώριων μακροοικονομικών μεταβλητών, αλλά φαίνεται ότι σχετίζονται περισσότερο με τα θεμελιώδη μεγέθη των χωρών , καθώς και με το «συναίσθημα» που επικρατεί σε εγχώριο, περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο.
Τα εμπειρικά αποτελέσματα τονίζουν τη σημασία της αποστροφής του κινδύνου (risk aversion) σε περιόδους αυξημένης αβεβαιότητας και αναδεικνύουν τη μεγαλύτερη επίδραση του παράγοντα αυτού την περίοδο της κρίσης κυρίως για τις χώρες της περιφέρειας.
Οι Costantini et al. (2014), εξετάζοντας τις χώρες της Ευρωζώνης, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι δημοσιονομικές ανισορροπίες, όπως για παράδειγμα η υπερβολική σχέση χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, είναι ανάμεσα στους βασικούς μακροχρόνιους προσδιοριστικούς παράγοντες των spreads, όπως και ο κίνδυνος ρευστότητας, αλλά και οι συσσωρευμένες διαφορές στον πληθωρισμό.
Αντίστοιχα ευρήματα παρουσίασαν και οι Aßmann και Boysen-Hogrefe (2012) τονίζοντας το ρόλο της φερεγγυότητας και του κινδύνου ρευστότητας (και των προσδιοριστικών παραγόντων αυτών), με το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ να μπορεί να ερμηνεύσει ένα σημαντικό μέρος των μεταβολών των αποδόσεων των ομολόγων στην Ευρωζώνη.
Σε παλαιότερη μελέτη για τους προσδιοριστικούς παράγοντες των spreads των κρατικών ομολόγων στην Ευρωζώνη την περίοδο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξεκίνησε το 2007, οι Barrios et al. (2009) εντόπισαν ότι διεθνείς παράγοντες όπως είναι η γενικότερη αντίληψη του κινδύνου παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση τους . Οι εγχώριοι παράγοντες, όπως είναι η ρευστότητα και τα δημοσιονομικά μεγέθη, παίζουν μικρότερο ρόλο, αλλά φυσικά όχι αμελητέο. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι οι εγχώριοι παράγοντες έχουν σημαντικότερο ρόλο σε περιόδους χρηματοοικονομικής πίεσης/κρίσης.
Η διαχρονική πορεία των δεκαετών spreads των χωρών που στην διεθνή βιβλιογραφία αναφέρονται ως PIIGS, χώρες δηλαδή με χρόνιες διαρθρωτικές ανισορροπίες παρουσιάζονται στον πίνακα 1.
Η προσεκτική παρατήρηση των στοιχείων αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα αλλά και οι άλλες εξεταζόμενες χώρες ,από την είσοδο στο ευρώ μέχρι την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, δανείζονταν με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια ,αφού οι αγορές ( λανθασμένα ) δεν είχαν τιμολογήσει και αναγνωρίσει έγκαιρα τους κινδύνους των χωρών αυτών και των χρόνιων διαρθρωτικών τους ανισορροπιών.
Η χρηματοπιστωτική κρίση εκτόξευσε τα spreads των χωρών αυτών και ιδιαίτερα της χώρας μας σε εξωπραγματικά επίπεδα, αλλά στην συνέχεια οι δύσκολες δημοσιονομικές αλλά και άλλες προσαρμογές που υλοποιήθηκαν έριξαν τα spreads σε όλες τις χώρες ,εκτός της Ελλάδας, που οι μεταρρυθμίσεις συνεχώς αναβάλλονται!
Να σημειωθεί ότι σήμερα, χώρες με χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα από εμάς δανείζονται με ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια : η Βουλγαρία δανείζεται με 2.1%,η Λιθουανία με 0.4 %, η Λεττονία με 0.55% και η Πορτογαλία με 3.3% .
Αντίθετα η χώρα μας βρίσκεται αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίου, παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες σε παγκόσμιο επίπεδο είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές ,αφού υπάρχει απίστευτη ρευστότητα (πάνω από 10 τρις ευρώ έχουν τοποθετηθεί σε επενδύσεις με αρνητικά επιτόκια !) και ταυτόχρονα η ΕΚΤ ασκεί χαλαρή νομισματική πολιτική .
Η αναγκαιότητα για ένα εθνικό σχέδιο δράσης που θα αποκαθιστά την εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας προς την χώρα μας, πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο διαλόγου όλων των φορέων, αλλά και των κοινωνικών ομάδων με ψυχραιμία και χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις σε έναν συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο με τεράστιες προκλήσεις και ευκαιρίες.
Η καθυστέρηση των μεταρρυθμίσεων σε μια χώρα που ο παραγωγικός της ιστός συρρικνώνεται συνεχώς και τα εξαιρετικά μυαλά μεταναστεύουν, η Ελλάδα βρίσκεται πλέον ένα βήμα από το περιθώριο των παγκόσμιων επενδυτικών εξελίξεων με αρνητικές συνέπειες όχι μόνον για τις επόμενες γενεές ,αλλά και για τους μελλοντικούς συνταξιούχους.
Η συνεχιζόμενη αδράνεια θα οδηγήσει με μαθηματική βεβαιότητα σε περαιτέρω μείωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών και αυτό πρέπει επιτέλους να σταματήσει .
* O Νικόλαος Φίλιππας είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, πρώην πρόεδρος και επιστημονικός διευθυντής ΚΕΠΕ