Το κτίριο της κλινικής βρισκόταν επί της οδού Παπακυριαζή 30 και όπως «μιλάει» η φωτογραφία, ήταν ισόγειο, με αρκετά υπερυψωμένο υπόγειο, ευρύχωρο, με θαλάμους μεγάλους σε ύψος, φωτεινούς και ευάερους, σχεδόν ένα μικρό νοσοκομείο. Στο υπόγειο στεγάζονταν το μικροβιολογικό εργαστήριο, το οφθαλμολογικό τμήμα καιπίσω οι διάφοροι βοηθητικοί χώροι. Η κλινική διέθετε δύο χειρουργεία, τα δε χειρουργικά εργαλεία και το χειρουργικό κρεβάτι τα είχε φέρει ο Νίκος Ράπτης απ’ ευθείας από το Παρίσι.Στην πλήρως ανεπτυγμένη μορφή του διέθετε τμήματα πέντε ειδικοτήτων: Χειρουργικό-Γυναικολογικό με διευθυντή τον Νικ. Ράπτη, Παιδιατρικό με τους Β. Τουφεξή και Χ. Ταμπασούλη, Παθολογικό με τον Νικ. Φλώρο, Οφθαλμιατρικό με τον Κων. Περηφάνη και Νευρολογικό-Ψυχιατρικό με τον Κων. Τάχα, καθώς και μικροβιολογικό εργαστήριο.
Η πολυκλινική άρχισε να λειτουργεί από τον Απρίλιο του 1932 και με την πάροδο του χρόνου τελειοποιούνταν. Κατά τη διάρκεια της κατοχής και ενώ ο διευθυντής της Νικ. Ράπτης βρισκόταν στην Ιταλία όμηρος, η κλινική εξακολούθησε τη λειτουργία της υπό την εποπτεία της συζύγου του Ροδούλας Ράπτου,ενώ κάποια περίοδο φιλοξενήθηκε στους θαλάμους της κλινικής και ένα παράρτημα του Δημοτικού Νοσοκομείου της πόλεως. Με την επάνοδό του από την ομηρία τον Σεπτέμβριο του 1945, ο Νίκος Ράπτης ανακαίνισε την κλινική και το 1948 προστέθηκε και δεύτερος όροφος. Σήμερα στη θέση της υψώθηκε πολυώροφη οικοδομή στο ισόγειο της οποίας στεγάζεται το βιβλιοπωλείο της «ΖΩΗΣ».
Ο Νικόλαος Ράπτης γεννήθηκε το 1903 Γονείς του ήταν ο Ιωάννης Ράπτης, ο οποίος καταγόταν από τη Ροδιά Τυρνάβου, και η Μαρία (Μαριγούλα) Τσούβα. Υπήρξε το μοναδικό τέκνο του ζευγαριού, επειδή το 1908, και ενώ ο μικρός Νίκος συμπλήρωνε τα πέντε χρόνια, ο πατέρας του πέθανε σε νεαρή ηλικία. Η μητέρα του, χήρα 26 ετών, κατόρθωσε να μορφώσει και να διαμορφώσει το μοναδικό της παιδί, και το 1921 εγγράφηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1922 κατά τη διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας επιστρατεύθηκε για μικρό χρονικό διάστημα και υπηρέτησε στο Θρακικό μέτωπο, κοντά στο Διδυμότειχο. Μετά την καταστροφή του 1922 επέστρεψε στις πανεπιστημιακές του σπουδές και το 1926 σε ηλικία 23 ετώναποφοίτησε από το πανεπιστήμιο και πήρε το δίπλωμα της ιατρικής. Ακολούθησε η στρατιωτική του θητεία στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Λάρισας ως έφεδρος ανθυπίατρος, μετά το τέλος της οποίας εργάσθηκεως βοηθός στη χειρουργική κλινική του νοσοκομείου«Ευαγγελισμός» των Αθηνών.
Το καλοκαίρι του 1928 αναχώρησε για το Παρίσι, προσφιλή προορισμό πολλών ιατρών καριέρας της εποχής, όπου παρέμεινε δύο χρόνια. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη γαλλική πρωτεύουσα παρακολούθησε φροντιστήρια όλων των ειδικοτήτων, για να αποκτήσει ιατρική πληρότητα.
Το 1930, εμπλουτισμένος με όλες τις σύγχρονες για την εποχή του γνώσεις της χειρουργικής και της γυναικολογίας, επανέκαμψε στην Ελλάδα. Νυμφεύθηκε στην Αθήνα την Ροδοθέα Πορσανίδου, η οποία ήταν δασκάλα στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο της Κωνσταντινούπολης και ενώ δέχθηκε προτάσεις να εργασθεί στη χειρουργική κλινική του νοσοκομείου του Ερυθρού Σταυρού στην Αθήνα, υποκύπτοντας στις θερμές παρακλήσεις της χήρας μητέρας του, η οποία τον ήθελε κοντά της, αρνήθηκε.Εγκαταστάθηκε στη Λάρισα, όπου εξάσκησε την ειδικότητα του χειρουργού -γυναικολόγου. Ίδρυσε ιδιωτική κλινική με την επωνυμία «ΚΛΙΝΙΚΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ – ΜΑΙΕΥΤΙΚΗ – ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΝΙΚ. Ι. ΡΑΠΤΟΥ»,η οποία στεγάστηκε σε ένα ισόγειο οίκημα επί της οδού Βασιλέως Αλεξάνδρου, όπως ονομαζόταν τότε η σημερινή Παπαναστασίου, απέναντι από το κτίριο όπου σήμερα στεγάζονται οι υπηρεσίες της Περιφέρειας Θεσσαλίας.
Στην κλινική αυτή ο Νίκος Ράπτης δεν έμεινε για μεγάλο διάστημα. Λόγω στενότητας χώρου αναγκάσθηκε να κτίσει ιδιόκτητη κλινική στη οδό Παπακυριαζή 30, αυτή που εικονίζεται στη φωτογραφία. Το 1934 ανέλαβε συγχρόνως και τη διεύθυνση της χειρουργικής κλινικής του Δημοτικού Νοσοκομείου Λαρίσης.
Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου τον Οκτώβριο του 1940 επιστρατεύθηκε. Όταν μετά την κατάρρευση του μετώπου επέστρεψε στη Λάρισα βρήκε την κλινική του σε κακά χάλια και λεηλατημένη, αλλάσύντομα κατόρθωσε να την επαναλειτουργήσει.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής, το γραφείο της κλινικής χρησιμοποιήθηκε ως χώρος αντιστασιακών συναντήσεων και κινήσεων εναντίον των κατακτητών Ιταλών και της περιβόητης λεγεώνας των Βλάχων. Η δράση του αυτή ερέθισε τους Ιταλούς με αποτέλεσμα να συλληφθεί όμηρος τον Απρίλιο του 1942 μαζί με πολλούς άλλους και να μεταφερθεί σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως στην Ιταλία.
Στη Λάρισα επέστρεψε τον Σεπτέμβριο του 1945, έπειτα από ομηρία 3,5 ετών. Ανακαίνισε και επέκτεινε την κλινική του και συγχρόνως κατέβηκε και στον πολιτικό στίβο, όπου στις εκλογές του 1946, του 1950 και του 1952 εξελέγη βουλευτής με το κόμμα του Γεωργίου Παπανδρέου.Στις 23 Ιουλίου 1960 νικήθηκε από την επάρατη νόσο νεότατος, σε ηλικία 57 ετών.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com