Απορίας άξιον: κατάφερε ένα δημοψήφισμα, μία λαϊκή βούληση, να φέρει τα πάνω κάτω στην παγκόσμια κατάταξη; Δεν είχαμε συνηθίσει σε τέτοιες καταστάσεις μετά την έναρξη της κρίσης στην Ευρώπη. Τουλάχιστον τα εθνικά μας βιώματα έδειχναν αντίθετο κλίμα. Ο νέος «Αρμαγεδδών» που δημιούργησαν οι Βρετανοί πολίτες με την απόφασή τους μπορεί να γεννήσει αλυσιδωτά γεγονότα που θα επαναπροσδιορίσουν τις πολιτικές συνιστώσες; Για εμάς εδώ η απόφαση των βρετανών πολιτών αλλά και το γεγονός πως η βρετανική εξουσία – ανεξαρτήτου ιδεολογικού φόρτου – κάνει σεβαστό το αποτέλεσμα, αποτελεί για άλλους εσωτερική δικαίωση και ικανοποίηση ματαιωμένων απωθημένων, για άλλους αφορμή για επανατροφοδότηση της ιδεολογικής τους φαρέτρας. Το «πιασάρικο» δημοψήφισμα τελικά μπορεί να κάνει τη δουλειά του, αλλά πώς;
Η σύγκριση των δύο δημοψηφισμάτων – ελληνικού του 2015 και βρετανικού του 2016 – δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί. Πολλές διαφορές: άλλα τα οικονομικά και πολιτικά μεγέθη, άλλο το πολιτικό «ποίμνιο» που πρέπει να καθοδηγηθεί, άλλοι οι επερχόμενοι κίνδυνοι μιας εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένας κοινός παρονομαστής σε όλα αυτά: το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο και στις δύο περιπτώσεις. Καμία οικονομική και πολιτική εξουσία (και δεν μιλάω για τις εμπλεκόμενες άμεσα χώρες αλλά για τις έμμεσες) δεν περιμένει εναγωνίως το αποτέλεσμα και από εκεί και πέρα πράττει αναλόγως. Τις τελευταίες μέρες πριν τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος (τόσο στην Ελλάδα πέρυσι όσο και στη Βρετανία φέτος) δεν σταματούσαν να λένε πως όποιο και να είναι το αποτέλεσμα, η αξιοπιστία της χώρας έχει πληγεί. Το ικανοποιητικό για αυτούς 10% υπέρ της εξόδου της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποτελούσε μια ασφαλιστική δικλείδα πως οι πολίτες της χώρας θέλουν την Ευρώπη. Πώς θα μπορούσε αυτό όμως να γίνει είτε σε μια Ελλάδα που μαστίζεται συνεχώς από τις πιέσεις των ξένων δυνάμεων για περισσότερα μέτρα και λιτότητα, πώς θα μπορούσε αυτό να επιτευχθεί σε μία Βρετανία η οποία έχει χάσει την αίγλη και την δύναμη του παρελθόντος και καταντά απλός επικυρωτής των γερμανικών αποφάσεων; Ή θα μπορούσε αυτό να συμβεί σε μία χώρα μέσα στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο; Και να τα μεγέθη χωρών όπως η Ελλάδα μπορεί να μη συγκινούν τους ευρωπαίους ηγέτες, τα μεγέθη άλλων χωρών όπως η Βρετανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία δεν είναι καθόλου αμελητέα. Και το ζήτημα είναι πως σε αυτές τις χώρες έχουν ανακύψει νέα αιτήματα για έξοδο της χώρας από την Ευρώπη. Και έτσι, η Ευρωπαϊκή Ήπειρος θα αρχίζει να αποδομείται σιγά-σιγά εκ των έσω, χωρίς να φαίνεται πως κάποιος έχει βάλει το χεράκι του. Και το όραμα του νεοφιλελευθερισμού θα έχει πραγματώσει ίσως το πιο σπουδαίο του κατόρθωμα: να σκοτώσει τη γενέτειρά του, τη μητέρα πατρίδα.
Αν, λοιπόν, το δημοψήφισμα μπορούσε να προκαλέσει τέτοιες ανεπίβλεπτες συνέπειες που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, τότε δεν θα διεξαγόταν ποτέ. Το δημοψήφισμα κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι μια κατ’ ευφημισμό δημοκρατική διαδικασία, ένα μέσο πίεσης και πολιτικών «παιχνιδιών» χωρίς πραγματικό κοινωνικό αντίκρισμα. Απλά στην Ελλάδα το «πολιτικό» και «εθνικό» κόστος θα ήταν πολύ μεγάλο για ένα πραγματικό «Ναι» γι’ αυτό και δεν εκφράστηκε ποτέ, ενώ στη Βρετανία το «Όχι» μπορεί να στηριχθεί από ένα πανίσχυρο τραπεζικό σύστημα, το οποίο έχει προβλέψει και την πτώση της λίρας και την μείωση του εμπορίου. Κάτω από τέτοιες παραμέτρους ένα δημοψήφισμα μετατρέπεται πολλές φορές σε ψηφοφορία για το «Ελλάδα ή Αγγλία έχεις ταλέντο». Δεν απαξιώ την διαδικασία του δημοψηφίσματος, απλά προβληματίζομαι σχετικά με την πλήρη συνειδητοποίηση του εκλογικού σώματος απέναντι σε ένα βαθύ προβληματισμό που του θέτει η εξουσία, είτε αυτή λέγεται αριστερή εξουσία είτε δεξιά.
Τρομακτικό είναι το πόσο το σκηνικό κάτω από το οποίο διεξήχθη το δημοψήφισμα στην Βρετανία ανακαλεί στη μνήμη μου ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα του Ζοζέ Σαραμάγκου, «Περί φωτίσεως». Η καταρρακτώδης βροχή, η μη αναμονή του αποτελέσματος και οι ανατροπές ταυτοποιούνται και στο μυθιστόρημα. Μία ευχή κρατώ για το τέλος του κειμένου: η συνειδητοποίηση για την πραγματική και υπεύθυνη πολιτική στάση που πρέπει να κρατήσουμε ως πολίτες απέναντι σε κάθε εξουσία που μας ελέγχει, ας ακολουθήσει το παράδειγμα αυτών στο μυθιστόρημα του Σαραμάγκου.
* Ο Δημήτριος Νεοφώτιστος είναι φιλόλογος