Μεθαύριο Τρίτη 1η Μαρτίου συμπληρώνονται 75 χρόνια από την αποφράδα εκείνη ημέρα κατά την οποία η Λάρισα συγκλονίσθηκε εκ θεμελίων και μεταβλήθηκε σε άμορφη μάζα θλιβερών ερειπίων. Την περίοδο εκείνη η χώρα μας βρισκόταν σε πόλεμο με την Ιταλία και τα αεροπλάνα της είχαν τακτικά για στόχο την πόλη μας από τον Νοέμβριο του 1940, επειδή διέθετε αεροδρόμιο, μεγάλους στρατιωτικούς σχηματισμούς και ήταν συγκοινωνιακός κόμβος.
Λίγο πριν από την αυγή της 1ης Μαρτίου 1941,στις 5 και 53΄ το πρωί, σεισμός 6,3 βαθμών της κλίμακας Richter ήρθε να συμπληρώσει το έργο της καταστροφής από τους προηγηθέντες ιταλικούς βομβαρδισμούς. Στα ερείπια που συσσώρευσαν στην πόλη οι βομβαρδισμοί, ήλθαν να προστεθούν και τα τραγικά αποτελέσματα του Εγκέλαδου. Όταν πια πέρασαν οι πρώτες δύσκολες στιγμές, οι τοπικές αρμόδιες αρχές ενεργοποιήθηκαν για να μετρήσουν το μέγεθος της καταστροφής και κυρίως για τη διάσωση εκείνων που είχαν παγιδευτεί κάτω από τα ερείπια. Η πόλη που είχε ακόμα ζωή και κίνηση, βρισκόταν τώρα βαρύτατα τραυματισμένη. Και σαν να μην έφθανε αυτό, το μεσημέρι της επομένης ημέρας του σεισμού, 2 Μαρτίου, που ήταν η Κυριακή των Απόκρεω, σημειώθηκε νέα ιταλική αεροπορική επιδρομή σε μια πόλη που δεν είχε προφθάσει ακόμα να ανασύρει από τα ερείπια τους νεκρούς του σεισμού[1]. Το γεγονός αυτό στιγματίσθηκε από ολόκληρη την παγκόσμια κοινότητα[2].
Ενάμιση μήνα αργότερα, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδος, οι Γερμανοί με τους αδιάκοπους βομβαρδισμούς της έδωσαν τη χαριστική βολή. Στη συνέχεια την Μ. Παρασκευή μπήκαν στην πόλη την οποία βρήκαν άδεια[3].Το ρεύμα της φυγής είχε πάρει μορφή δραματικής εξόδου. Τίποτε δεν μπορούσε να κρατήσει τους πανικόβλητους κατοίκους, οι οποίοι έφευγαν ομαδικά και ζητούσαν καταφύγιο στους γύρω οικισμούς. Η Αγιά και το Συκούριο δέχτηκαν το μεγαλύτερο μέρος των Λαρισαίων προσφύγων, γιατί πρόσφεραν μεγαλύτερη ασφάλεια, καθώς δεν είχαν βομβαρδισθεί και ούτε είχαν θιγεί από τους σεισμούς. Ελάχιστοι είχαν το σθένος να παραμείνουν στην πόλη ως την ώρα που μπήκαν οι Γερμανοί. Χρειάστηκε να περάσει ένας μήνας περίπου για να αρχίζουν να επιστρέφουν σιγά-σιγά κυρίως οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι επαγγελματίες που διέθεταν καταστήματα, πολλοί εκ των οποίων τα βρήκαν λεηλατημένα. Όταν πλέον εδραιώθηκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα, έφθασαν μετά από λίγο και οι Ιταλοί του Μουσολίνι, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σαν κατοχική δύναμη στην πόλη μας.
Η φωτογραφία που δημοσιεύεται στο σημερινό σημείωμα προέρχεται από το αρχείο του ιταλού Perluigi Zamperin,ο οποίος ήταν ιατρικός σύμβουλος της «21ο Ospedaleda Campo” και βρέθηκε στη Λάρισα στα τέλη Ιουνίου. Το φωτογραφικό αρχείο της περιόδου εκείνης του Perluigi Zamperin ανήκει σήμερα στον ανεψιό του Mauro Zauli, ο οποίος διαμένει στην Ιταλία. Ο τελευταίος προθυμοποιήθηκε να προμηθεύσει ανιδιοτελώς μέσω γραπτής αδείας αντίγραφα όλου του φωτογραφικού υλικού που έχει σχέση με τη Λάρισα, μαζί με τα συμπληρωματικά σχόλια, στον συμπολίτη μας Θωμά Κυριάκο, με την μεσολάβηση ενός κοινού τους φίλου. Μοναδική προϋπόθεση που έθεσε ο γενναιόδωρος Mauro Zauli ήταν το υλικό να χρησιμοποιηθεί μόνον για λόγους καθαρά επιστημονικής έρευνας. Ο Θωμάς Κυριάκος, συλλέκτης και ερευνητής παλαιών φωτογραφιών της Λάρισας[3], έθεσε υπόψη μου το αρχείο αυτό, από το οποίο αντλώ την σημερινή φωτογραφία και τον ευχαριστώ.
Στη φωτογραφία αυτή διακρίνονται οι σοβαρές καταστροφές που είχε υποστεί η πρόσοψη της προπολεμικής εκκλησίας του Αγίου Αχιλλίου, η οποία σημειωτέον ότι είχε εγκαινιασθεί τον Σεπτέμβριο του 1907. Ο Ιταλός ιατρός αποτύπωσε στις 26 Ιουνίου 1941 μέρος της δυτικής πλευράς του ναού και παρατηρούμε ότι αν και είχαν περάσει σχεδόν τέσσερες μήνες από τον φοβερό σεισμό, τα ερείπια στα σκαλοπάτια της εισόδου και στους γύρω χώρους δεν είχαν ακόμη απομακρυνθεί. Εντύπωση ακόμα προκαλεί και το γεγονός της ολοκληρωτικής καταστροφής του διπλανού τριώροφου αρχοντικού του Βελλίδη που διακρίνεται στο δεξιό άκρον της φωτογραφίας. Ο ναός του Αγίου Αχιλλίου παρέμεινε έτσι ερειπωμένος μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, οπότε κατεδαφίσθηκε και στη θέση του δημιουργήθηκε πάρκο.
--------------------------
[1]. Ανακοίνωση του υφυπουργείου Δημοσίας Ασφαλείας της 2ας Μαρτίου του 1941 αναφέρει: «Η εχθρική αεροπορία, εν γνώσει ότι την προηγουμένην ημέραν η Λάρισα είχεν υποστεί τρομακτικάς καταστροφάς, με αρκετά θύματα εκ του σεισμού και καθ’ ήν ώραν το έδαφος εσείετο υπό των κατ΄ εξακολούθησιν σεισμικών δονήσεων και υπήρχον χιλιάδες άστεγοι γυναίκες και παιδιά, εβομβάρδισεν επί μίαν ολόκληρον ώραν δια σμήνους βομβαρδιστικών αεροπλάνων την πληγείσαν ταύτην πόλιν. Κατά την διάρκειαν του βομβαρδισμού διεκόπη το έργον της διασώσεως των υπό τα ερείπια θυμάτων εκ των σεισμών».
[2]. Ο Τσώρτσιλ, εκφράζοντας την αγανάκτηση του βρετανικού λαού, είπε μεταξύ άλλων: «Μια ελληνική πόλις, η Λάρισα, ερειπώθηκε από τρομακτικούς σεισμούς. Οι Ιταλοί φασίστες δεν την εσεβάσθησαν και εξαπέλυσαν εναντίον της αεροπορικήν επίθεσιν δια να προσθέσουν εις τα υπάρχοντα και άλλα ερείπια και εις τους νεκρούς και άλλους, εκ των βομβών των. Καταγγέλομεν εις την παγκόσμιον συνείδησιν την άνανδρον αυτήν επιδρομήν».
[3]. Γράφει ο χρονικογράφος της εποχής: «Έρημον κατοίκων εύρον οι εχθροί την πόλιν και επεδόθησαν εις όργιον λεηλασίας. Κυριολεκτικώς εσκύλευσαν την νεκράν Λάρισαν». Ήταν ευτύχημα ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Λάρισας, κυρίως γυναικόπαιδα, είχε εγκαταλείψει την πόλη από τις πρώτες ακόμα ημέρες του πολέμου. Το γεγονός αυτό έσωσε πολλούς από τον φοβερό σεισμό, ο οποίος αραίωσε επιπλέον τον πληθυσμό της.
[4]. Μια παρόμοια φωτογραφία έχει δημοσιεύσει και ο Τάκης Τλούπας, η λήψη της οποίας τοποθετείται από τον ίδιο το 1943, όταν πλέον είχε κρημνισθεί και ο τρούλος. Βλέπε: «Λάρισα. Εικόνες του χθες», φωτογραφίες Τάκη Τλούπα, κείμενα Νίκου Νάκου, Λάρισα (2003)3, σελ. 80.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com