Του Γιάννη Μήτσιου, φυσικού - νομικού
Κορώνα των επιστημών,
θαυματουργή Χημεία,
που μέσα απ' τα σκύβαλα
στολίδια βγάζεις και πετράδια,
μπορείς τα τίμια να πλάσεις
απ' την ατιμία, να βρεις
ερωτικούς παλμούς και
στην καρδιά την άδεια.
Κ. ΠΑΛΑΜΑΣ
Είναι κοινό μυστικό ότι το σημερινό ελληνικό Γυμνάσιο και Λύκειο δεν μπορεί πια να αρθρώσει έναν αξιόπιστο παιδαγωγικό λόγο. Αδυνατεί να μεταδώσει στους μαθητές κάποια μηνύματα και να εμπνεύσει κάποια ιδανικά. Δεν κατορθώσει να αφουγκρασθεί τους παλμούς της νέας γενιάς και να πιάσει τον σφυγμό της. Δεν είναι σε θέση, όπως θα 'πρεπε, να σφυρηλατήσει αξίες, να χαλυβδώσει αρχές, να διαπλάσει προσωπικότητες, να διαμορφώσει χαρακτήρες.
Αυτή η απαξίωση του δευτεροβάθμιου σχολείου δεν είναι πλέον κρυμμένη στη συνείδηση των νέων. Εκφράζεται, αλίμονο, με πολλούς και σκληρούς τρόπους. Είναι έκδηλη στις αποχές, στις καταλήψεις, στο κάψιμο των βιβλίων, στις φθορές και καταστροφές των σχολικών κτιρίων και φτάνει ως το ακραίο σύνθημα "Τα σχολεία φωτίζουν μόνο όταν καίγονται".
Για πολλούς νέους η Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση είναι μια αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για να προχωρήσουν στη ζωή και για άλλους, δυστυχώς, είναι αναγκαίο κακό. Πολλοί είναι οι λόγοι που έχουν οδηγήσει σ' αυτήν την κατεδάφιση της υπέροχης αξίας που λέγεται Δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αυτής, που δημιουργεί και προσφέρει τη ραχοκοκαλιά της παιδείας σε κάθε λαό για να μπορεί να στέκεται όρθιος.
Ένας από αυτούς είναι ότι το Ελληνικό Γυμνάσιο και Λύκειο δεν συμβαδίζει με την εποχή του. Δεν μπορεί να εκφράσει το πνεύμα της εποχής του και να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών μας. Απαρχαιωμένα, απολιθωμένα, και αποστεωμένα σε ό,τι αφορά στα αναλυτικά προγράμματα, τα διδακτικά βιβλία και τη στρατηγική της διδασκαλίας, ως μορφωτικό αγαθό προσφέρει κονσέρβες, που η ημερομηνία λήξης τους έχει προ πολλού περάσει.
Το 60% σχεδόν των ωρών του ωρολογίου προγράμματος αφιερώνεται στα θεωρητικά μαθήματα και ένα 10% περίπου στις Φυσικές Επιστήμες. Σε μια εποχή που κυριαρχείται απ' την τεχνολογία και τις Φυσικές Επιστήμες. Σε μια εποχή που, κυριολεκτικά, τεχνοκρατείται.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Χημείας, που διδάσκεται μόλις μία (1) ώρα την εβδομάδα. Και, μάλιστα, χωρίς εποπτικά μέσα διδασκαλίας, χωρίς κάποια εργαστηριακή υποδομή, χωρίς κάποια υποστήριξη, χωρίς την απαραίτητη γενικότερη υποδομή.
Αυτή η περιθωριοποίηση των Φυσικών Επιστημών έχει τις ρίζες της στο γνωστό αφορισμό "πάς χειρώναξ βάρβαρος", τον οποίο διαδέχθηκε ένας άκρατος λογιωτατισμός και μία αντίληψη ότι φορείς αξιών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι μόνο τα θεωρητικά μαθήματα. Τα Θρησκευτικά, τα Αρχαία, η Ιστορία, τα Λατινικά κ.λπ. Οι Φυσικές Επιστήμες δεν έχουν άλλο να προσφέρουν παρά μόνον κάποια χρησιμοθηρική γνώση και κάποιες πρακτικές δεξιότητες. Και εδώ είναι που γίνεται το τραγικό λάθος. Γιατί δεν είναι καθόλου αυταπόδεικτο ότι την "ανθρωποπλασία" την πετυχαίνεις καλύτερα μέσω της διδασκαλίας των "λογίων" μαθημάτων. Αλήθεια ποιος μπορεί να προσφέρει καλύτερα στον έφηβο τη διανοητική τιμιότητα, την ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης και τη σεμνότητα, απ' τη συμπαντική αντίληψη των Φυσικών Επιστημών;
Ποιος μπορεί να δώσει πληρέστερα την ψυχική κάθαρση απ' τις έρπουσες και εμφανείς προλήψεις, αλλά και μια νέα σημασιολόγηση της ζωής και του θανάτου, απ' τη σύγχρονη βιολογία;
Ποιος μπορεί να αναπτύξει αποτελεσματικότερα τη συμβολιστική και αφαιρετική ικανότητα των νέων από τα Μαθηματικά και τη Φυσική; Ποιος μπορεί πιο πειστικά να μεταδώσει την απαράβατη νομοτέλεια της φύσης απ' τη Φυσική και τη Χημεία; Και ποιος μπορεί να αναπτύξει στους αυριανούς πολίτες την "πολιτική" ικανότητα χειρισμού τόσων και τόσων κοινωνικών θεμάτων της σύγχρονης "εν τεχνολογία" ζωής από τη διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών.
Έχει ειπωθεί χαρακτηριστικά ότι η αισθητική του παρόντος είναι η ηθική του μέλλοντος. Στην εποχή μας, που ολόκληρος ο πλανήτης μας απειλείται με ολοκληρωτική καταστροφή, η ρήση αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα.
Είναι βέβαιο ότι όταν ο έφηβος σήμερα μάθει να ενοχλείται από το άσχημο, το βρόμικο και το ρυπαρό, αύριο θα ενοχλείται απ' το άδικο, το παράνομο, το πρόστυχο και το χυδαίο. Και είναι ασφαλές ότι αυτή την ευαισθησία τίποτα δεν μπορεί να την προσφέρει καλύτερα από τη διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών.
Είναι, λοιπόν, λογικό να περιμένει κανείς ότι σ' αυτόν τον τόπο επίσης, στον 21ο αιώνα, θα γίνει κατανοητό ότι οι Φυσικές Επιστήμες, πέρα απ' την πρακτική, την πληροφοριακή και την όποια πολιτισμική συμβολή στο σύγχρονο κόσμο, έχουν και μια ανθρωποπλαστική διάσταση.
Και είναι φυσικό ότι και εμείς θα δεχτούμε ότι θα πετύχουμε κάποτε την ισορροπία και τη χρυσή τομή ανάμεσα στην κλασική και τη θετική παιδεία. Θα καταφέρουμε να πραγματώσουμε, όπως απαιτούν οι καιροί, τον απαραίτητο αναπροσανατολισμό και εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος, τουλάχιστον στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Για το σκοπό αυτό δεν αρκεί να αποφασίσουν κάποια αρμόδιοι. Χρειάζεται να πεισθούν και όσοι βιώνουν την ωραία περιπέτεια της παιδείας.
Πάντως, ό,τι και να γίνει, δεν θα πάψει ποτέ ένα όμορφο ουράνιο τόξο, ένα μαγευτικό ηλιοβασίλεμα ή ένα ωραίο τριαντάφυλλο να είναι πιο ανθρωποπλαστικό από ένα, οποιοδήποτε θεωρητικό μανιφέστο.