Από τον Κώστα Χατζή
«Ας μη κοιτάμε πίσω με θυμό,
ούτε μπροστά με φόβο,
αλλά γύρω με επίγνωση»
Τζέημς Θέρμπερ
Φαίνεται ότι είναι μια αλήθεια: Αν από μικρό παιδί ακούσεις πολλά παραμύθια, σου μένει κάτι ‘δια βίου’, όπως λέμε, μια ροπή, μια αναζήτηση για παραμύθιασμα. Επειδή τέτοια παθήματα δεν μου έγιναν μαθήματα απολαμβάνω τον μακρόβιο ιδεοληπτικό μου προσανατολισμό. Εξασφαλίζοντας μια αυτάρεσκη θέαση των πραγμάτων, τη ζηλευτή, την θωρακισμένη εμμονή του ιδεοληπτικού.
Από όσο μπορώ να καταλάβω, σ’ αυτήν την περιπλάνηση δεν είμαι μόνος. Έχω συντροφιά. Θα έλεγα έχω συντρόφους, αλλά δεν θα ήθελα να παρεξηγηθεί η λέξη από στελέχη της φερώνυμης Αριστεράς, που την συνηθίζουν. Άλλωστε, αποκλειστικότητα στη χρήση των λέξεων δεν υπάρχει. Ενισχυτικό επιχείρημα αυτής της ‘θέσης’ είναι μια ‘αντίθεση’, ένας από τους σύγχρονους μύθους του Τζέημς Θέρμπερ: «Το κουνούπι και τα’ αστέρι». Χαρείτε το, όπως το πρωτοδιάβασα πριν από 7 χρόνια…
Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, ένα νεαρό και ευαίσθητο κουνούπι αφιέρωσε την καρδιά του σ’ ένα αστέρι. Μίλησε στη μητέρα του γι’ αυτό κι εκείνη του ορμήνεψε να αφιερώσει την καρδιά του σε μια λάμπα πετρελαίου, καλύτερα. «Τα αστέρια δεν είναι πράμα να τριγυρίζεις» του είπε. «Οι λάμπες ναι, εκεί πρέπει να τριγυρίζεις». «Έτσι φτάνεις κάπου» είπε κι ο πατέρας του κουνουπιού». Και πρόσθεσε: «Κυνηγώντας αστέρια δε φτάνεις πουθενά».
Αλλά το κουνούπι δεν έπαιρνε στα σοβαρά τις συμβουλές ούτε του ενός, ούτε της άλλης. Κάθε βράδυ, με το σούρουπο, την ώρα που έβγαινε το αστέρι του, το κουνούπι άρχιζε να πετάει προς την κατεύθυνσή του και κάθε πρωί, με το χάραμα, σερνόταν πίσω στο σπίτι του αποκαμωμένο από τον μάταιο αγώνα.
Μια μέρα ο πατέρας του τού είπε: «Δεν έχεις κάψει ούτε ένα από τα φτερά σου, εδώ και μήνες, παιδί μου. Και μου φαίνεται σα να μη έχεις σκοπό να τα κάψεις ποτέ. Όλοι σου οι αδελφοί έχουνε καεί άσχημα πετώντας γύρω – γύρω από φανάρια του δρόμου. Και όλες σου οι αδελφές έχουν τσουρουφλιστεί φοβερά πετώντας γύρω από λυχνάρια, στο σπίτι. Άντε, λοιπόν, αρκετά! Ξεκουμπίσου από δω και κοίτα να καψαλιστείς! Τέτοιο μαντραχαλοκούνουπο, σαν κι εσένα, κι ούτε ένα εγκαυματάκι!»
Το κουνούπι έφυγε από το σπίτι του πατέρα του. Δεν ήθελε, όμως, να πετάει γύρω από φανάρια του δρόμου, ούτε ήθελε να πετάει γύρω από λυχνάρια στο σπίτι. Ρίχτηκε με τη μουσούδα του στην προσπάθεια να φτάσει το αστέρι που ήταν τέσσερα κι ένα τρίτο έτη φωτός, ή είκοσι πέντε τρισεκατομμύρια μίλια απόσταση, μακριά του.
Το κουνούπι πίστευε ότι απλώς ήταν πιασμένο στα πάνω κλαδιά μιας φτελιάς. Ποτέ δεν το έφτασε το αστέρι. Κάθε νύχτα, όμως, έβαζε τα δυνατά του προσπαθώντας να το φτάσει. Κι όταν γέρασε πολύ, πάρα πολύ, το κουνούπι μας άρχισε να νομίζει ότι είχε πραγματικά φτάσει το αστέρι. Και το έλεγε από δω κι από εκεί.
Αυτό του έδινε βαθιά και μόνιμη ικανοποίηση. Κι έτσι έζησε μέχρι τα πιο βαθιά γεράματα. Οι γονείς του, οι αδελφοί και οι αδελφές του είχαν όλοι τους τσουρουφλιστεί, όταν ήταν ακόμα νεότατοι.
Επιμύθιο: Όποιος φροντίζει να πετά μακριά από τη σφαίρα των καημών μας, ζει πολύ και τη βγάζει μια χαρά.
Επιμύθιο του αναγνώστη: Όποιος ιδεοληπτικός σέβεται τα στερεότυπα σύμβολα των σύγχρονων πολιτικών θρησκειών μακροημερεύει και διηγείται από δω και από εκεί πως «αυτοί έζησαν καλά κι εμείς…χειρότερα». Πάντα, όμως, θα έχουν ενδιαφέρον οι αφηγήσεις όσων… «τσουρουφλίστηκαν», αλλά και εκείνων που-μόλις σουρουπώσει-αναζητούν το «αστέρι» τους…
xatzis@hotmail.com