* Του Αθανασίου Β. Ραούλη
Τι βραχνάς ήταν κι αυτός που είχαμε τα παλιά χρόνια με την τακτοποίηση του απολογιστικού φακέλου της ήδη περασμένης οικονομικής χρήσης με την επιστροφή μας στις έδρες των σχολικών μονάδων που υπηρετούσαμε μετά τις χριστουγεννιάτικες διακοπές.Hόλη διαδικασία περιελάμβανε σύνταξη-θεώρηση-έγκριση και ήταν ακριβής, αυστηρή, χρονικά περιορισμένη. Τη σύνταξη υποχρεούταν να την κάνει ο δ/ντής του σχολείου όπου για κάθε εγγραφή στο σκέλος των εσόδων ή των εξόδων του βιβλίου ταμείου έπρεπε να υπάρχουν τα προβλεπόμενα αντίστοιχα παραστατικά οργανωμένα κατά κωδικό, κατά κατηγορία κωδικών και κατά το σύνολο. Η θεώρηση γινόταν από έμπειρους δ/ντές πολυθέσιων σχολείων και η τελική έγκριση από αρμόδια κρατική υπηρεσία. Τα αναφέρω αυτά, γιατί αυτός ήταν πραγματικός έλεγχος.
Στο δημοσιονομικό επίπεδο των χωρών τηρούνται δυο βασικές διαδικασίες : ο προϋπολογισμός και ο απολογισμός. Μεγαλύτερη βαρύτητα δίνεται στα απολογισθέντα που σε καθορίζουν το οικονομικό έδαφος που πατάς, πως πορεύτηκες, τι πέτυχες, ενώ ο προϋπολογισμός βοηθάει να χαράξεις μια κατεύθυνση προβλεπτικότητας. Μέσα στο Γενάρη βαριά Φλεβάρη έχουν στα χέρια τους το πραγματικό πλεόνασμα ή έλλειμμα και ασφαλώς υποβάλλονται οι φορολογικές δηλώσεις των πολιτών.
Αντιθέτως στην Κολομβία των Βαλκανίων, τουτέστιν στη χώρα μας, όπου τα πράγματα βαδίζουν συνήθως ανάστροφα ή επιεικώς πλάγια σαν τον κάβουρα δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στον προϋπολογισμό. Βουίζουν τα αυτιά μας από τις τετριμμένες φράσεις της αντιπολίτευσης του στιλ : «ο προϋπολογισμός είναι αντιδημοκρατικός, αντιαναπτυξιακός, αντιπαραγωγικός, αντικοινωνικός, συντηρητικός, ανεφάρμοστος κ.ά.» από τις κάθε φορά τριήμερες κοινότοπες και ανέξοδες συζητήσεις στη Βουλή για τον προϋπολογισμό ενώ καταμεσής του καλοκαιριού ακόμα υποβάλλονται φορολογικές δηλώσεις και μόνον ψήγματα φωνών-και όχι ακόμα επίσημα-αναφέρονται σχεδόν κατά κανόνα τα τελευταία χρόνια στο πραγματικό έλλειμμα. Μεταφερόμενο το έλλειμμα αυτό στη νέα οικονομική χρήση που ήδη έχει αναλωθεί σχεδόν κατά ¾ να μην μπορεί να καλυφθεί. Αυτό επαναλαμβάνονταν συστηματικά, συνειδητά, σκόπιμα στις επόμενες χρήσεις δηλαδή είχαμε κατ΄εξακολούθηση μεταφορές μεταφερομένων ελλειμμάτων, που καλύπτονταν με διαδοχικά δάνεια εξού και το μεγάλο δημόσιο χρέος μας. Το τερτίπι αυτό δηλαδή «μεταφορά του μεταφερομένου» μου θυμίζει τον επί πτυχίω φοιτητή παλιότερα,που χρωστούσε περισσότερα από τα μισά μαθήματα.
Στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό τόσο από κυβερνητικής πλευράς όσο και από πλευράς αντιπολίτευσης ακούγονται επιχειρήματα-συνθήματα λαϊκίστικου τριτοκοσμικού τύπου που χαϊδεύουν αυτιά και κυρίως ό,τι θέλει να ακούσει ο λαός μακράν κάθε ορθολογιστικής βάσης. Επενδύσεις σε υπερβολικές προσδοκίες και τεχνηέντως φουσκωμένοι προϋπολογισμοί ώστε να παρέχουν βαθμούς ελευθερίας σε δαπάνες πολιτικής πελατείας ενώ οι απανωτές αναθεωρήσεις και τροποποιήσεις του προϋπολογισμού έγιναν κανόνας από εξαίρεση. Φτάσαμε σε σημείο όπου το υποτιθέμενο να αναδεικνύεται σε δεδομένο και το δεδομένο σε αναζητούμενο π.χ. πόσο αξιόπιστο είναι το ποσό που αναγράφεται πως θα εισπράξουμε από την πάταξη της φοροδιαφυγής αφού είναι υποτιθέμενο και γιατί ανελαστικές δαπάνες για μισθούς και συντάξεις περικόπτονται μεσούσης της οικονομικής χρήσης αφού είναι δεδομένο. Οι εξωπραγματικοί προϋπολογισμοί ανατρέπουν τις οικονομικές προτεραιότητες και τη συνοχή της οικονομίας, φαλκιδεύουν τα οικονομικά της επόμενης χρήσης, εμπαίζουν τους πολίτες και σηματοδοτούν πολιτική απάτη με τις ανήκεστες οικονομικές βλάβες που προκαλούν. Ενώ οι απολογισμοί που είναι ο καθρέπτης της οικονομίας μιας χώρας πρέπει να συντάσσονται έγκαιρα όμως στη χώρα μας και παρ΄όλης της βοήθειας της πληροφορικής καθυστερούν και εξαιτίας έλλειψης αποτελεσματικών ελεγκτικών μηχανισμών.
Δεν μου επιτρέπει ο χώρος φιλοξενίας να αναφερθώ σε άλλες αλχημείες όπως βεβαιωθείσες δαπάνες να μεταφέρονται ταμειακά στην επόμενη χρήση προς στρογγύλευση των απολογισθέντων κ.ά.Τονίζω μόνον πως βάζουμε ακόμα χέρι και στο πλέον πολύτιμο εργαλείο για τόνωση της οικονομίας μας που είναι το κονδύλι για δημόσιες επενδύσεις.
Οι περί των οικονομικών ιθύνοντες ας έχουν υπόψη τουςπως η χώρα στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα έχει απόλυτη ανάγκη από γήινη οικονομία, οικονομία της πράξης και όχι της θεωρίας. Αυτό κινέζικα λέγεται : «πως είναι θεμιτή και ευγενής η προσπάθεια να σηκωνόμαστε όσο το δυνατόν πιο ψηλά φτάνει μόνον τα πόδια μας να μην χάνουν την επαφή τους με το έδαφος».
*Ο Αθανάσιος Ραύλης είναι εκπαιδευτικός, οικονομολόγος, τ. περιφερειακός δ/ντής Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης Θεσσαλίας