Στις αρχές του 1917, όταν ο Στυλιανός Παπαγεωργίου αποσύρθηκε από το τιμόνι των επιχειρήσεων, παραχώρησε τη γενική διεύθυνση στον γιο του Γεώργιο Παπαγεωργίου. Ο τελευταίος όρισε ως γενικό διαχειριστή των αγροτικών εκμεταλλεύσεων τον αδελφό του Δημήτριο Παπαγεωργίου, ως διευθυντή του υφαντουργείου στον Βόλο τον άλλο αδελφό του Ιωάννη Παπαγεωργίου και ως διευθυντή των εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων στη Θεσσαλονίκη τον γαμπρό του Δημήτριο Κουκουμπάνη. Μεταξύ των αγροτικών εκμεταλλεύσεων συμπεριλαμβάνονταν το αγρόκτημα «Μπάκραινα» (Γυρτώνη), συνολικής εκτάσεως 25.000 περίπου στρεμμάτων, το οποίο είχε αγοραστεί από τον Στυλιανό Παπαγεωργίου το 1914. Το αγρόκτημα απαλλοτριώθηκε το 1925 από το Ελληνικό Δημόσιο (εκτός από 860 στρέμματα στην τοποθεσία «Ψηλώματα» ή «Μυγδαλιές»), υπέρ των ακτημόνων καλλιεργητών της περιοχής (ΦΕΚ 92/Β/13-10-1925).
Ο Στυλιανός Παπαγεωργίου είχε ήδη αποβιώσει (1925), όταν στις 5 Φεβρουαρίου 1931, ο τότε υπουργός Γεωργίας Απόστολος Αλεξανδρής (1879-1961), κατόπιν προηγούμενων γνωματεύσεων του Γεωργικού Συμβουλίου (αρ. 114/1930 και 5/1931) ανακάλεσε μερικώς την απόφαση του 1925 και παραχώρησε 2.570 επιπλέον στρέμματα από το αγρόκτημα (στην τοποθεσία «Τσαΐρι») στην πλήρη κυριότητα του Γεωργίου Στ. Παπαγεωργίου και των άμεσα συγγενών του (Άλκηστις Δημητρίου Στ. Παπαγεωργίου, Ιωάννης Στ. Παπαγεωργίου, Ελευθ. Στ. Παπαγεωργίου, Απόστολος Στ. Παπαγεωργίου, Ελένη συζ. Δημητρίου Κουκουμπάνη, το γένος Παπαγεωργίου και Μαρία συζ. Γεωργίου Βοϊβόδα, το γένος Παπαγεωργίου). Μεταξύ του υπουργού και των ιδιοκτητών (κληρονόμοι Στυλιανού Παπαγεωργίου), υπογράφηκε σύμβαση διάρκειας τριάντα (30) ετών, με σκοπό το αγρόκτημα «Μπάκραινα» να καταστεί πρότυπο και καινοτόμο του είδους του με την εφαρμογή σύγχρονων για την εποχή καλλιεργητικών μεθόδων [2].
Πριν από την υπογραφή της σύμβασης, το Υπουργείο Γεωργίας είχε αναθέσει σε τριμελή επιτροπή που απαρτίζονταν από τους Π. Κουτσομητόπουλο (διευθυντή), Επαμ. Κυπριάδη (διευθυντή εφαρμογών) και Χρ. Κομίνη (τμηματάρχη εφαρμογών) τον καθορισμό των όρων της σύμβασης, οι κυριότεροι από τους οποίους ήταν οι παρακάτω:
Από το 1932 και μετέπειτα, οι ιδιοκτήτες όφειλαν να καλλιεργούν κατ’ έτος τουλάχιστον τα 2/3 των καλλιεργήσιμων γαιών του κτήματος (1.700 στρέμματα) διά αμειψισπορίας [=εναλλαγή καλλιεργειών], παντός είδους δημητριακών, οσπρίων και κτηνοτροφικών φυτών, χρησιμοποιούντες τις καλύτερες εγχώριες ή διεθνείς ποικιλίες σπόρων. Επιπλέον, σε μία έκταση 100 στρεμμάτων (που θα έφθανε σταδιακά έως το 1936 τα 400 στρέμματα), θα καλλιεργούσαν εκτός από τον αραβόσιτο και άλλα σκαλιστικά φυτά (βαμβάκι, γεώμηλα κ.λπ.) (άρθρο 3). Στην αρχή κάθε γεωργικής χρήσεως (από 15 Ιουλίου έως 15 Αυγούστου), οι ιδιοκτήτες θα υπέβαλαν στην αρμόδια Γεωργική Υπηρεσία «πρόγραμμα ή σχέδιον γεωργικής εκμεταλλεύσεως μετά συστήματος αμειψισποράς». Η Υπηρεσία ήταν υποχρεωμένη εντός 20ημέρου να το δεχθεί, να το απορρίψει ή να προτείνει βελτιώσεις. Σε περίπτωση διαφωνίας, την τελική απόφαση θα ελάμβανε το Γεωργικό Συμβούλιο (άρθρο 4).
Οι ιδιοκτήτες όφειλαν να χρησιμοποιούν χημικά ή φυσικά λιπάσματα σύμφωνα με τις υποδείξεις της Υπουργείου Γεωργίας (άρθρο 5), ενώ όφειλαν στο 1/4 των καλλιεργήσιμων γαιών (και στο ήμισυ των εκτάσεων με σιτηρά) να πραγματοποιούν βαθιές αρόσεις (τουλάχιστον 0,20 μ.) (άρθρο 6). Επίσης, όφειλαν «να καθαρίζωσι και να απολυμαίνωσι μεθοδικώς το σύνολον του σπειρομένου σπόρου σιτηρών» (άρθρο 7). Ειδικά για τις καλλιέργειες των σιτηρών οι ιδιοκτήτες ήταν υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν κατ’ έτος δύο διαφορετικές ποικιλίες σπόρων. Εάν η συγκομιδή ήταν μεγαλύτερη σε κάποιες ποικιλίες, οι ιδιοκτήτες όφειλαν να παραχωρήσουν στο κράτος ένα μέρος της παραγωγής (σπόροι) στην τρέχουσα τιμή της αγοράς (άρθρα 9 και 10).
Το Υπουργείο Γεωργίας επιθυμώντας να έχει πλήρη εικόνα για τη συνολική απόδοση (ως προς την παραγωγή) που θα είχαν τα αγροτεμάχια (κλήροι) που δόθηκαν στους ακτήμονες της Περιφέρειας Λαρίσης, υποχρέωσε τους κληρονόμους Παπαγεωργίου να καλλιεργήσουν επιπλέον μικρές εκτάσεις (αντίστοιχες με τους κλήρους των πενταμελών γεωργικών οικογενειών), με διάφορα είδη φυτών (βαμβάκια, γεώμηλα, αραβόσιτος, καρπούζια κ.λπ.) και να τηρούν για κάθε είδος λογιστικές σημειώσεις (έξοδα-έσοδα). Οι καλλιέργειες αυτές θα γινόταν σύμφωνα με τις υποδείξεις της Γεωργικής Υπηρεσίας (άρθρο 11). Παράλληλα, η τελευταία θα έλεγχε και τις λογιστικές καταστάσεις επί του συνόλου των καλλιεργήσιμων εκτάσεων του αγροκτήματος, αλλά μόνον ως προς τις αποδόσεις της φυτικής παραγωγής (άρθρο 12).
Οι ιδιοκτήτες ήταν υποχρεωμένοι να δέχονται έναν ή δύο τελειόφοιτους της Ανωτέρας Γεωπονικής Σχολής για πρακτική εξάσκηση, παρέχοντας σε αυτούς δωρεάν στέγαση και τροφή (άρθρο 13). Επιπλέον, έπρεπε να παραχωρήσουν δωρεάν στο Δημόσιο μία έκταση 150 στρεμμάτων σε τοποθεσία του αγροκτήματος που θα επέλεγε η Γεωργική Υπηρεσία (άρθρο 14).
(συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Αλέξανδρος Γρηγορίου, «Στυλιανός Παπαγεωργίου (1848-1925): Ο ιδρυτής μιας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας», Ελευθερία (Λάρισα), 22 Απριλίου, 29 Απριλίου και 6 Μαΐου 2018.
[2]. Σύμβαση (5 Φεβρουαρίου 1931): «Διά την αυτοκαλλιέργειαν του αγροκτήματος «Μπάκραινα» (ΦΕΚ. 35/Α/14-2-1931).