Οι οπτικές αναπαραστάσεις που συνδέονται με την επέτειο μελετώνται και ως σύμβολα του επιχειρούμενου οικονομικού και κοινωνικού εκσυγχρονισμού, ενώ οι συμβολικές απεικονίσεις αποτυπώνουν τη σταδιακή παρακμή της Α’ Ελληνικής Δημοκρατίας». Αυτά, μεταξύ άλλων, τονίζει στην «ΕτΔ» η Κατερίνα Μπρέγιαννη, διευθύντρια Ερευνών στο Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού, της Ακαδημίας Αθηνών, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της «Από το 1821 στο 1922, Αναπαραστάσεις της Επανάστασης στον Μεσοπόλεμο (Τελετές-Σύμβολα-Εμβλήματα)», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αλφειός».
* Το «Από το 1821 στο 1922, Αναπαραστάσεις της Επανάστασης στον Μεσοπόλεμο (Τελετές-Σύμβολα-Εμβλήματα)» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αλφειός». Μπορείτε να μας πείτε στη μελέτη αυτήν τι εξετάζονται;
- Με βάση προγενέστερη πολυετή έρευνά μου για την ελληνική οικονομία και την οικονομική πολιτική του Μεσοπολέμου, εξετάζονται οι ιδεολογικοί μετασχηματισμοί της περιόδου. Εντοπίζονται, λοιπόν, οι μεταμορφώσεις όσον αφορά το περιεχόμενο της επετείου των εκατό ετών από την κήρυξη της Επανάστασης.
Όπως είναι γνωστό, τα καταλυτικά γεγονότα της Μικράς Ασίας οδήγησαν αφενός στη μετάθεση της επετείου για το 1930, όταν εορτάστηκε η ίδρυση πλέον του Ελληνικού Κράτους. Αφετέρου, η οδυνηρή περιπέτεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας είχε ως αποτέλεσμα τον οριστικό θάνατο της Μεγάλης Ιδέας. Ωστόσο, η εισροή 1,5 εκατομμυρίου προσφύγων από τα εδάφη της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποτέλεσε το εφαλτήριο για μεταβολές στην παραγωγική δομή της χώρας, αλλά και -κυρίως- σηματοδότησε την ανάγκη προσφυγής στη διεθνή αγορά κεφαλαίων, προκειμένου να εγκατασταθεί ο προσφυγικός πληθυσμός μετά την αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών βάσει της Συνθήκης της Λωζάνης.
Το βιβλίο παρακολουθεί πώς οι ιστορικές αυτές τομές και οι αλλαγές στη γεωπολιτική θέση της χώρας αντανακλούν στην πρόσληψη και αναπαράσταση της Επανάστασης από τις ηγετικές ομάδες της περιόδου. Οι οπτικές αναπαραστάσεις που συνδέονται με την επέτειο μελετώνται και ως σύμβολα του επιχειρούμενου οικονομικού και κοινωνικού εκσυγχρονισμού, ενώ οι συμβολικές απεικονίσεις αποτυπώνουν τη σταδιακή παρακμή της Α’ Ελληνικής Δημοκρατίας.
H μικροανάλυση επιμέρους επετειακών εκδηλώσεων και απεικονιστικών συμβόλων συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση των ιδεολογικών και κοινωνικών μετασχηματισμών της περιόδου, ενώ ως χρονικό όριο για τη μελέτη τους τίθεται το 1936, καθώς η επιβολή της μεταξικής δικτατορίας άλλαξε και τους συμβολισμούς γύρω από την Ελληνική Επανάσταση.
Για τη θεωρητική πλαισίωση των παραπάνω, αλλά επίσης και για να αναδειχθεί η κριτική ως προς το κυρίαρχο μεσοπολεμικό αφήγημα του εκσυγχρονισμού της χώρας, αναλύονται στο εισαγωγικό κεφάλαιο οι μαρξιστικές προσεγγίσεις του 1821 από τους διανοουμένους του χώρου αυτού. Η ανάλυση είναι χρήσιμη για την κατανόηση των χρήσεων του 1821 από την Εθνική Αντίσταση, αλλά και για την κατανόηση ευρύτερα του πολυφυούς και πολυσήμαντου χαρακτήρα της Επανάστασης.
* Ανακινούνται ζητήματα που απασχολούν και σήμερα την ελληνική κοινωνία, σε σχέση μάλιστα με τις τρέχουσες γεωπολιτικές εξελίξεις στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου; Αν ναι, ποια είναι αυτά;
- Η απάντηση είναι καταφατική, όχι γιατί η Ιστορία επαναλαμβάνεται (γιατί δεν επαναλαμβάνεται, ούτε και η ιστορική εξέλιξη είναι γραμμική), αλλά γιατί συνεχίζει να ισχύει η ένταξη του συγκεκριμένου γεωγραφικού χώρου στις ενδογενείς αντιφάσεις -και άρα τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς- του διεθνούς οικονομικού συστήματος. Το 1919 η Ελλάδα έλαβε εντολή από τις δυνάμεις της Entente -μετά φυσικά τις σχετικές διπλωματικές κινήσεις του Ελ. Βενιζέλου προς αυτήν την κατεύθυνση- για προσωρινή κατοχή της ζώνης της Σμύρνης, στο πλαίσιο του συστήματος εντολών της Κοινωνίας των Εθνών μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η εντολή αποτελούσε τμήμα των σχεδιασμών για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τις νικήτριες δυνάμεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, και ειδικότερα την Αγγλία και τη Γαλλία. Η εμπλοκή της Ελλάδας σήμανε φυσικά εκτεταμένες πολεμικές δαπάνες που στηρίχθηκαν από τις συμμαχικές πιστώσεις: η αλλαγή των συσχετισμών στον χώρο της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η διπλωματική προσέγγιση του Κεμάλ με τους μπολσεβίκους και η παραχώρηση από την κυβέρνηση των Νεοτούρκων προς τους Συμμάχους οικονομικών προνομίων σε σχέση με την εκμετάλλευση των πόρων στον χώρο της Μέσης Ανατολής καθιστούσαν αλυσιτελή τη στήριξη της Ελλάδας και της Μικρασιατικής Εκστρατείας, με αποτέλεσμα η καταβολή των συμμαχικών πιστώσεων να έχει σταματήσει αρκετά πριν τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920. Η νίκη του Λαϊκού Κόμματος και η παλινόρθωση της βασιλείας έδωσαν το πρόσχημα, ώστε οι Σύμμαχοι με ρηματική διακοίνωση να άρουν οποιαδήποτε στήριξη προς την Ελλάδα. Η συνεχιζόμενη μικρασιατική εκστρατεία είχε ως συνέπεια τη δημοσιονομική κατάρρευση της χώρας και την αναγκαστική μετακίνηση πληθυσμών, προκειμένου να ομογενοποιηθούν από την εθνική σκοπιά τόσο η Τουρκία όσο όμως και η Ελλάδα.
Είναι, ωστόσο, ουσιαστικό ότι οι μετά το 1923 κυβερνήσεις κατά τις διαπραγματεύσεις των διεθνών δανείων στη Γενεύη προέβαλαν ως επιχείρημα τις, μετά από την εντολή των κυβερνήσεων της Αγγλίας και της Γαλλίας, στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Σμύρνη που επέφεραν τελικά την εσωτερική δημοσιονομική και ανθρωπιστική κρίση. Στο επίπεδο των συμβολισμών, η ανάγκη της χώρας να προσφύγει σε δανεισμό από διεθνή κεφάλαια (και μάλιστα βρετανικά) και η θεμελίωση του επιχειρούμενου οικονομικού εκσυγχρονισμού στη σύνδεση το 1928 της δραχμής με τον χρυσό κανόνα (δηλαδή με τη ζώνη της στερλίνας), εκφράστηκαν με την ανάδειξη, από το 1926/1927 και μετά, του ρόλου των Φιλελλήνων και των Μεγάλων Δυνάμεων στην επιτυχή έκβαση της Επανάστασης και της ίδρυσης του Κράτους. Όμως, κατά τη μεσοπολεμική περίοδο δεν παραλήφθηκε η παράλληλη ανάδειξη του λαϊκού/στρατιωτικού σκέλους του Αγώνα.
* Πώς βλέπετε την κατάσταση εσείς στην Ανατολική Μεσόγειο;
- Ήδη από το 2010 και τον πόλεμο στη Συρία φαίνεται να δημιουργείται μια νέα ισορροπία δυνάμεων, με στόχο πάντως τη νέα κατανομή των φυσικών πόρων της περιοχής: κάτι που εντείνεται από τα τρέχοντα πολεμικά γεγονότα στην Ουκρανία και την ανατροπή των υπαρχόντων συσχετισμών στο ενεργειακό τοπίο στην Ευρώπη.
Όπως και κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (γιατί για την περιοχή ο Μεγάλος Πόλεμος δεν τελειώνει το 1919), παρατηρούνται και τώρα προσφυγικές ροές από την Ασία στην Ευρώπη με χώρα υποδοχής την Ελλάδα, έντονα φαινόμενα οικονομικής κρίσης που τείνουν να λάβουν δομικό χαρακτήρα, διευρυμένες πολεμικές δαπάνες που αυξάνουν την ανισομετρία όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη των χωρών. Ειδικά σε σχέση με το προσφυγικό, δεν υφίσταται για τη διαχείριση των προσφυγικών ροών η δραστηριοποίηση των διεθνών θεσμών που παρατηρήθηκε κατά τη μεσοπολεμική περίοδο.
ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΚΑΙ ΔΙΔΑΧΕΣ
Στις μέρες μας η ολοκληρωτική ταύτιση με τους δυτικούς συμμάχους, η ενεργή συμμετοχή της χώρας σε εμπόλεμες συρράξεις και οι ολοένα αυξανόμενες πολεμικές δαπάνες μπορεί να αποβούν στείρες για τα ελληνικά συμφέροντα, στον βαθμό μάλιστα που ζούμε σε έναν πολυπολικό κόσμο.
Για τη στάθμιση των συμφερόντων της χώρας θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν οι διδαχές, που μπορούμε να εξάγουμε από τη μικρασιατική εμπειρία, όσον αφορά τη φύση των συμμαχιών που συνάπτει η χώρα και που ανάγονται σε γεωπολιτικό δόγμα.
Ιδιαίτερα κρίσιμο για το μέλλον της περιοχής είναι, πιστεύω, το γεγονός ότι -προκειμένου αυτή να αφομοιωθεί στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα- έχουν υποβαθμιστεί, εάν όχι εκμηδενιστεί, οι παραγωγικές δραστηριότητες, ενώ έμφαση δίνεται στον μαζικό τουρισμό, έναν τομέα παροχής υπηρεσιών με όχι ανελαστική ζήτηση (όπως πρόσφατα αποδείχθηκε από τις συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία).
Αντίθετα, εάν είχε ενισχυθεί ο πρωτογενής τομέας, αυτό θα αποτελούσε ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, μπροστά μάλιστα στο φάσμα της επισιτιστικής κρίσης που μοιάζει να απειλεί πλέον συνολικότερα και τις δυτικές κοινωνίες.
ΑΠΟΥΣΙΑ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΒΙΑΣ
* Τα τελευταία χρόνια στατιστικά έχουν αυξηθεί τα περιστατικά βίας στην ελληνική κοινωνία σε όλες τις μορφές και επίπεδα... Θα πρέπει να ανησυχούμε;
- Θα πρέπει να ανησυχούμε εφόσον θα εξακολουθήσει να υπάρχει ένας «μονοφωνικός» δημόσιος διάλογος, ο οποίος δεν επιτρέπει την έκφραση άποψης ή προσέγγισης διαφορετικής από το κυρίαρχο αφήγημα: η απουσία ανοιχτού δημόσιου διαλόγου για τα ζητήματα που απασχολούν το σύνολο των πολιτών αναπότρεπτα οδηγεί σε μια κοινωνία βίας.
Ο ρόλος των οργανικών διανοουμένων είναι και σε αυτό το σημείο καθοριστικός, γιατί όλοι ψυχανεμιζόμαστε πλέον ότι η διαμόρφωση του «μοναδικού» αφηγήματος δεν οδηγεί στην αναπαραγωγή του συστήματος, αλλά στην αποδιάρθρωσή του. Στόχος της γνώσης θα πρέπει να είναι να παράσχει στους πολίτες τα εργαλεία για τον εξορθολογισμό της αλλοτρίωσης, την οποία όλες οι δυτικές κοινωνίες βιώνουν τις τελευταίες δεκαετίες.
Η έρευνα στις κοινωνικές επιστήμες κατά τους δύο τελευταίους αιώνες έχει άλλωστε τα εργαλεία ώστε να υποβοηθήσει μια συλλογική ηθική, με την αρχαιοελληνική έννοια. Οι στόχοι αυτοί δεν φαίνεται να εξυπηρετούνται. Εχθρός της ανοιχτής κοινωνίας είναι πράγματι τα αντι-κινήματα, με βίαια εκ φύσεως χαρακτηριστικά, τα οποία όμως ριζώνουν στη συγκεντροποίηση τόσο της οικονομίας όσο και -κατά συνέπεια- της κυβερνητικής (governance). Η βία ως συλλογικό φαινόμενο εξατομικεύεται, καθώς το άτομο που δεν έχει τη δυνατότητα να αναγνώσει την κοινωνική πραγματικότητα που διέπεται από συναισθήματα συνεχούς θυμού και οργής.
Εμφαση στην έκδοση θεωρητικών έργων για την ιστορία
* Με αυτό το βιβλίο οι εκδόσεις «Αλφειός» εγκαινιάζουν τη σειρά Ιστορία και Θεωρία της Ιστορίας, υπό τη διεύθυνση της Κατερίνας Π. Μπρέγιαννη. Τι να περιμένουν στη συνέχεια οι αναγνώστες;
- Με γνώμονα τη θέση ότι η Ιστορία είναι από τη γένεσή της μια κοινωνική επιστήμη, και άρα εκ των πραγμάτων επίκαιρη, επιθυμούμε να δοθεί βήμα σε νέες εννοιολογικές προσεγγίσεις της νεοελληνικής ιστορίας, δίνοντας έμφαση τόσο στις οικονομικές δομές όσο και στη διαμόρφωση των κοινωνικών σχέσεων: στόχος είναι αφενός να αναδειχθούν οι ίδιες οι πηγές και αφετέρου να πολλαπλασιαστούν οι οπτικές για την ανάλυση κρίσιμων περιόδων της Νεοελληνικής Ιστορίας, που έτσι κι αλλιώς αντανακλούν συνολικότερα -όχι αποκλειστικά εθνικά- φαινόμενα. Δυστυχώς, η έμφαση που δίνεται από τις τρέχουσες ιστορικές σπουδές στην Ελλάδα, όσον αφορά τη μελέτη της διαμόρφωσης αποσπασματικών ταυτοτήτων ή σε περιπτωσιολογικές αφηγήσεις που ενίοτε δεν αναζητούν την αντικειμενικότητα με βάση την κριτική των πηγών, απέβη σε βάρος του επιστημολογικού καθορισμού, αλλά και οδήγησε (μαζί φυσικά και με άλλους παράγοντες) τελικά σε αποδιάρθρωση του κοινωνικού και του ιστορικού υποκειμένου.
Πρόθεσή μας είναι, λοιπόν, να αναδείξουμε μια ιστορία που δεν είναι εθνική, αλλά εμπεριέχει έννοιες που έχουν επανέλθει σε διεθνές επίπεδο μετά το ορόσημο της κρίσης του 2008: έννοιες όπως είναι η μελέτη της εξέλιξης των μηχανισμών της αγοράς στη μακρά διάρκεια και η παγκοσμιοποίηση ως οικονομικό και πολιτιστικό φαινόμενο. Ως εκ τούτων, έμφαση θα δοθεί και στην έκδοση θεωρητικών έργων για την ιστορία, που ενσωματώνουν νέες προσεγγίσεις στα παλαιά ερωτήματα της ιστορίας.
Συνέντευξη στον Αποστόλη Ζώη