Όπως διαπιστώνεται από την έρευνα, ο αριθμός τους ήταν υπερβολικός για μια πόλη 15.000 περίπου κατοίκων, με μεγάλο ποσοστό αναλφάβητων και με μια σημαντική κοινότητα μουσουλμάνων που είχαν μείνει μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην πόλη. Ήταν ασφαλώς η αίσθηση ελευθερίας η οποία προίκιζε με ορμή τους τοπικούς επιχειρηματίες και ωθούσε πολλούς τυπογράφους από τη νότια Ελλάδα να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους σε μια άγονη αλλά με μέλλον περιοχή, για την έκδοση εντύπων. Σήμερα κάνει εντύπωση στους ερευνητές η πληθώρα των εντύπων αυτών που κυκλοφορούσαν κατά συχνά διαστήματα. Θα πρέπει όμως να τονίσουμε ότι οι εφημερίδες της εποχής εκείνης δεν ήταν οργανωμένα συγκροτήματα όπως σήμερα. Τότε, όποιος διέθετε χρήματα αγόραζε ή νοίκιαζε ένα από τα πολλά τυπογραφεία που υπήρχαν. Περιβαλλόταν με τον τίτλο του εκδότη εφημερίδας, ο οποίος μπορούσε να επηρεάσει τις πολιτικές ισορροπίες στην μικρή κοινωνία της Λάρισας. Ακόμα και όποιος είχε πολιτικές φιλοδοξίες, παραμονές εκλογικών αναμετρήσεων, προσπαθούσε μέσω της εφημερίδας που κυκλοφορούσε και με τη βοήθεια ενός τυπογραφείου, να δελεάσει τους μελλοντικούς ψηφοφόρους. Αντιλαμβάνεται κανείς το τέλος των εφημερίδων αυτών, όταν ο υποψήφιος δεν κατόρθωνε να εκλεγεί. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που η λειτουργία των περισσοτέρων κυρίως εντύπων, αλλά και ορισμένων τυπογραφείων ήταν βραχύβια και πολλές φορές επεισοδιακή.
—Το επόμενο χρονικά τυπογραφείο της Λάρισας ήταν το «Τυπογραφείο Πίνδος». Ιδρυτής φέρεται η «Ηπειρομακεδονική Αδελφότης Λαρίσσης», μια μεγάλη και ακμάζουσα ομάδα πολιτών της πόλης, τα μέλη της οποίας εγκαταστάθηκαν στην περιοχή μας μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα, επωφελούμενοι από τις νέες συνθήκες ελευθερίας οι οποίες επικρατούσαν στην καθημερινή ζωή της Λάρισας, με πολύ καλές επαγγελματικές προοπτικές, επιστημονική προσφορά ιδιαίτερα στους τομείς υγείας και απονομής δικαίου, κ. ά. Η αδελφότητα αυτή είχε ιδρύσει και δικό της δημοσιογραφικό όργανο, την εφημερίδα «Πίνδος». Το πρώτο φύλλο της κυκλοφόρησε στις 5 Αυγούστου 1883 και διευθυντής της αρχικά ήταν ο Γεν. Γραμματέας της Αδελφότητας Γεώργιος Ν. Δημητρούλης. Τα πρώτα 34 φύλλα της τυπώθηκαν στις εγκαταστάσεις του τυπογραφείου της εφημερίδας «Κόρακας» του Αθ. Μανωλάκη και όταν η αδελφότητα στις αρχές του 1884 απέκτησε το δικό της τυπογραφείο, φυσικά συνέχισε σ’ αυτό. Όμως τώρα συμμετείχε στην έκδοσή της μαζί με τον Γεώργιο Δημητρούλη και ο Παναγιώτης Κανάς που είχε έλθει από την Αθήνα.
—Ακολουθεί το τυπογραφείο «Η Λάρισσα». Ο Παναγιώτης Κανάς, ο οποίος στις αρχές του 1884 συνεργάσθηκε με τον Γεώργιο Δημητρούλη στην εφημερίδα «Πίνδος», αποχώρησε απ’ αυτήν, ίδρυσε σε συνεργασία με τον Π. Παρίση δικό του «τέλειον τυπογραφείον “Η Λάρισσα”, κείμενον απέναντι του Μακαρονοποιείου[1], με όλως καινουργή και Ευρωπαϊκά στοιχεία» και προχώρησε στην έκδοση της εφημερίδας «Λάρισσα», το πρώτο φύλλο της οποίας κυκλοφόρησε στις 18 Οκτωβρίου 1884. Όμως η συνεργασία των δύο αυτών ατόμων από την αρχή είχε δυσκολίες, δεν πήγε καλά και πολύ σύντομα, μετά από ένα μήνα περίπου, οι αναγνώστες της εφημερίδας διάβαζαν: «Ένεκα της επελθούσης διαλύσεως τής μεταξύ ημών και του Π. Παρίση εταιρείας, επήλθεν αταξία εις την έκδοσιν της εφημερίδος, ήτις θέλει εκτυπούσθαι του λοιπού εν τω τυπογραφείω του «Αστέρος της Θεσσαλίας», εξαιτούμεθα δε την συγγνώμην παρά των κ. κ. συνδρομητών…». Όπως όμως αποδεικνύεται από την έρευνα, έπειτα από αυτή την ανακοίνωση, δυστυχώς δεν υπήρξε καμία συνέχεια.
—Το τυπογραφείο της εφημερίδας «Ομόνοια» είναι στενά συνδεδεμένο με τον Στέφανο Σουχάρα που αναφέραμε στο κείμενο της προηγούμενης Τετάρτης. Ο Σουχάρας ήταν τυπογράφος στο εργαστήριο του Βασιλείου Αργυροπούλου στη Λάρισα, πριν ο τελευταίος αναχωρήσει για τον Βόλο. Στις 4 Δεκεμβρίου του 1888 δημιουργήθηκε στη Λάρισα σύλλογος με την επωνυμία «Λαρισαϊκή Αδελφότης η Ομόνοια»[2]. Σύμφωνα με το καταστατικό, σκοπός του συλλόγου ήταν η ηθική και υλική αλληλοβοήθεια των μελών, η εκπλήρωση φιλανθρωπικών έργων και η ανάπτυξη και υποστήριξη των εμπορικών και βιομηχανικών συμφερόντων του τόπου. Πρόεδρός της ήταν ο Στέφανος Σουχάρας. Το 1889, μετά την έγκριση από τον υπουργό Εσωτερικών Στέφανο Δραγούμη του καταστατικού της Αδελφότητας, αποφασίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο η έκδοση εφημερίδας με τον τίτλο «Ομόνοια». Εκδότης και τυπογράφος ήταν ο πρόεδρος Στέφανος Σουχάρας και βοηθός του ο νεαρός τότε δικηγόρος Κωνσταντίνος Κομίτσας. Δυστυχώς όμως το 1894 ο Στέφανος Σουχάρας πέθανε και από τη νεκρολογία του διαβάζουμε ότι: «Προσφιλής ύπαρξις, διανύουσα το έαρ της ζωής του, ο Στέφανος Σουχάρας, ο τοις πάσιν αγαπητός εκδότης της “Ομονοίας” και διευθυντής του ομωνύμου τυπογραφείου, πάσχων από τινος εκ φθίσεως, εξεμέτρησε το ζειν την νύκτα της 1ης προς την 2αν του ισταμένου Απριλίου…»[3].
—Ένα από τα σπουδαιότερα και μακροβιότερα τυπογραφεία της Λάρισας ήταν της εφημερίδας «Σάλπιγξ». Το πρώτο φύλλο της έκανε την εμφάνισή του στις 30 Σεπτεμβρίου 1889. Ιδρυτής και διευθυντής ήταν ο Ευθύμιος Πετρόπουλος. Τα γραφεία του βρισκόταν επί της οδού Μ. Αλεξάνδρου, στην ανατολική πλευρά της Κεντρικής πλατείας. Αναφέρει χαρακτηριστικά η εφημερίδα στην πρώτη της σελίδα: «Γραφείον και Τυπογραφείον εις το έναντι της πλατείας του Γυμνασίου νεόδμητον κατάστημα του κ. Π. Περρή»[4]. Από τον Δεκέμβριο του 1892 την έκδοση ανέλαβε ο Μιχαήλ Τσόγκας[5]. Με την τουρκική εισβολή του 1897 η εφημερίδα διέκοψε την κυκλοφορία της και το τυπογραφείο υπέστη σοβαρές ζημιές. Όταν μετά την αποχώρηση των Τούρκων ξαναλειτούργησε στις 29 Ιουνίου 1898 το τυπογραφείο, η «Σάλπιγξ» έγραφε: «…αναγκασθέντες μετά την άδοξον ήτταν να διακόψωμεν το έργον, απολέσαντες τα πάντα και ως πρόσφυγες επί 14μηνον ζήσαντες εν στερήσεσι και κακουχίαις μακράν της Λαρίσης…». Στο τυπογραφείο της εκτός από την «Σάλπιγγα» τυπωνόταν η εφημερίδα του Τυρνάβου «Ο Πέλεκυς», «Το Κουνούπι» σατιρική εφημερίδα της Λάρισας και μερικές βραχύβιες.
—Τον Νοέμβριο του 1892 ο Βασίλειος Ρουσσόπουλος ίδρυσε στη Λάρισα νέο τυπογραφείο, το οποίο εκτύπωνε την εφημερίδα «Όλυμπος». Το τυπογραφείο αυτό διέθετε ένα ιστορικό πιεστήριο, το οποίο η εφημερίδα περιγράφει ως εξής: «Εν τω ημετέρω Τυπογραφείω υπάρχει λειτουργούν πιεστήριον γαλλικού συστήματος του Gaveaux. Τούτο, έν εκ των 4 ή 5 επί του αοιδίμου Κυβερνήτου [Καποδίστρια], ήτο εν τω Εθνικώ Τυπογραφείω τότε το εν Αιγίνη. Εξ Αιγίνης μετηνέχθη ύστερον επί Όθωνος εις Ναύπλιον και εκείθεν βραδύτερον εις το εν Αθήναις Εθνικόν Τυπογραφείον και τελευταίον εις Λάρισαν υπό χειρών ιδιώτου». Επίσης ο Θρασύβουλος Μακρής γράφει για το πιεστήριο αυτό: «Το ιστορικόν τούτο πιεστήριον, περιελθόν εις χείρας μας κατόπιν δημοπρασίας, είχομεν την καλήν διάθεσιν να δωρήσωμεν εις το Εθνολογικόν μας Μουσείον, πλήν οι ιταλογερμανοί κατακτηταί της δυσμοίρου Πατρίδος μας, μάς το εσφετερίσθησαν, ενώπιον μας δε τον Ιούλιον του 1941 διαλύσαντες και τεμαχίσαντες αυτό, το εφόρτωσαν μετά των άλλων μεταλλικών και παρόμοιων ειδών του τυπογραφείου μας και το απέστειλαν δια Θεσσαλονίκης εις Γερμανίαν, προς κατασκευήν βομβών και άλλων πολεμοφόδιων»[6].
[1]. Πού βρισκόταν το Μακαρονοποιείο το 1884 δεν είναι γνωστό. Πάντως γνωρίζουμε ότι αυτή τη χρονική περίοδο (τέλη του 19ου αι.) η αλευροποίηση των σιτηρών γινόταν από νερόμυλους και ανεμόμυλους και στη δεξιά όχθη του Πηνειού, στην ανατολική πλευρά του Ταμπάκ χανέ (συνοικία Αμπελοκήπων σήμερα), λειτούργησαν οι πρώτοι αλευρόμυλοι των Τσιμπούκη, Δημητριάδη. Αρχές του 20ου αι. υπήρχε Μακαρονοποιείο βόρεια του Μύλου του Παππά.
[2]. Φ.Ε.Κ. / αριθ. 128 της 17ης Μαΐου 1889.
[3]. εφ. Σάλπιγξ, Λάρισσα, φύλλο της 4ης Απριλίου 1894.
[4]. Πλατεία Γυμνασίου εννοεί εδώ τον ευρύ χώρο όπου άρχισε το 1873 να κτίζεται το Γυμνάσιο. Το κτίριο ολοκληρώθηκε το 1882 και στέγασε το Διδασκαλείο. Το 1905 μεταφέρθηκαν τα Δικαστήρια της Λάρισας και σήμερα βρίσκεται το Δικαστικό Μέγαρο.
[5]. Ο Μιχαήλ Τσόγκας καταγόταν από το Μεσολόγγι και στη Λάρισα βρέθηκε ως προϊστάμενος του Ταχυδρομικού Γραφείου της πόλης. Παρέμεινε στη διεύθυνση της εφημερίδας μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα.
[6]. Μακρής Θρασύβουλος. Λαρισινές σελίδες, εφ. «Θεσσαλικά Νέα», Λάρισα, φύλλο της 18ης Μαρτίου 1947.