ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

Οι Απόκριες στην παλιά Λάρισα

Δημοσίευση: 13 Μαρ 2024 9:11
Ομάδα Λαρισαίων καρναβαλιστών απαθανατίζεται  σε φωτογραφικό studio. Αποκριές 1937 Ομάδα Λαρισαίων καρναβαλιστών απαθανατίζεται σε φωτογραφικό studio. Αποκριές 1937

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)

Από την προηγούμενη Πέμπτη, την Τσικνοπέμπτη, άρχισε ουσιαστικά για την πόλη μας η περίοδος της Αποκριάς. Τη μέρα αυτή η Λάρισα γλέντησε, για να κυριολεκτούμε, όμως, οι Λαρισαίοι έφαγαν και χόρεψαν, υπό τους ήχους εορταστικής υποτίθεται μουσικής. Αλλά μετά απ’ αυτό το γλέντι περνάμε μεν περίοδο αποκριάς, αλλά αποκριές δεν βλέπουμε, αν εξαιρέσει κανείς τα μικρά παιδάκια που οδηγούνται συνήθως από τους γονείς τους σε ιδιωτικά παιδικά πάρτι. Πού είναι οι Πιερότοι, οι Κολομπίνες, οι Όθωνες και Αμαλίες, οι Καραγκούνες και οι Βλαχοπούλες;

Πού είναι οι αποκριάτικοι χοροί μεταμφιεσμένων; Η σπουδή και η προσπάθεια ποιοι θα ντυθούν καλύτερα, είτε ατομικά είτε ομαδικά, ώστε να προβληθούν χωρίς να αναγνωρισθούν;
Όλα αυτά ανήκουν πλέον στην ιστορία αυτού του τόπου και αναφέρονται για να μας θυμίζουν ότι κάποτε τέτοια εποχή όλος ο κόσμος μεταμφιεζόταν και γλεντούσε «το τρελό το καρναβάλι» σύμφωνα με τις δυνατότητές του. Η Λάρισα ήταν τότε μια μικρή επαρχιακή πόλη με μονοκατοικίες, που οι αυλές τους ήταν περιποιημένες, γεμάτες άνθη. Οι άνθρωποι μεταξύ τους γνωρίζονταν, όλη η γειτονιά ήταν σαν μια οικογένεια. Τις χαρές και τις λύπες τους τις μοιράζονταν. Η ζωή τους ήταν ανθρώπινη, λιτή και τη χαρακτήριζε η αλληλεγγύη. Στις σχέσεις τους υπήρχε κατανόηση, βοήθεια, εγκαρδιότητα και ο ένας χαίρονταν τη συντροφιά και την προκοπή του άλλου. Βίωναν μια γεμάτη ζωή, άσχετα αν δεν υπήρχαν τα αγαθά που προσφέρονται σήμερα σε αφθονία. Οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν βιοπαλαιστές και δούλευαν σκληρά για να βγάλουν τον επιούσιο. Στα σπίτια τους χρησιμοποιούσαν κάρβουνα στη φουφού για το καθημερινό μαγείρεμα, τον χειμώνα το τζάκι το εφοδίαζαν με ξύλα που είχαν φροντίσει από το καλοκαίρι να αποθηκεύσουν. Μέχρι το 1930 για φωτισμό η γκαζόλαμπα ήταν κρεμασμένη στον τοίχο και το πόσιμο νερό το αγόραζαν από τους σακατζήδες ή τους βαρελάδες και το αποθήκευαν στα κιούπια. Οι δρόμοι τον χειμώνα ήταν λασπωμένοι και αδιάβατοι χωρίς γαλότσες. Αντίθετα, το καλοκαίρι η σκόνη συσσωρευόταν στο κατάστρωμα των δρόμων και αν μάλιστα τύχαινε και φυσούσε ο λίβας, έπνιγε τα πνευμόνια.
Κανένας, βέβαια, δεν νοσταλγεί σήμερα τις συνθήκες διαβίωσης της εποχής εκείνης. Όμως, παρ’ όλη τη λιτή και φτωχική αυτή ζωή, όταν έφταναν οι γιορτές, τα ξεχνούσαν όλα και χαίρονταν τη ζωή τους όπως τους προσφερόταν, ίσως γιατί ήθελαν να αποτινάξουν την καθημερινή κοπιαστική ρουτίνα. Και έτσι τηρούσαν τα γραφικά και ωραία έθιμα του τόπου.
Ο τρόπος με τον οποίο γιορτάζονταν οι Αποκριές τόνιζε την ελληνικότητα της γιορτής από τα πανάρχαια χρόνια. Τα αποκριάτικα γλέντια αποτελούν επιβίωση των Διονυσιακών εορτών. Το μασκάρεμα γινόταν και τότε και οι πολίτες είχαν το δικαίωμα όχι μόνο να μεταμφιεσθούν, αλλά και να ελευθεριάζουν. Μάλιστα, το ίδιο έκαναν και οι δούλοι, οι οποίοι κρυμμένοι κάτω από τη μάσκα που φορούσαν κατά τις Διονυσιακές γιορτές, τολμούσαν να φέρουν στο φως τις αδυναμίες των αφεντικών τους χωρίς να έχουν τον φόβο να αποκαλυφθούν. Το έθιμο των Διονυσιακών εορτών πέρασε αργότερα και στους Ρωμαίους που τις ονόμασαν «Σατουρνάλια». Έδωσαν στο έθιμο απίστευτες διαστάσεις, με αχαλίνωτα γλέντια, διατροφικές κραιπάλες και ασχημοσύνες καταμεσής του δρόμου «χωρίς περίσκεψιν και χωρίς αιδώ». Οι μεταγενέστεροι παρέλαβαν το έθιμο εξευγενισμένο, χωρίς τις ρωμαϊκές χυδαιότητες και το έφθασαν μέχρι τις ημέρες μας σαν ένα ελεύθερο λαϊκό πανηγύρι. Οι μασκαράδες με τις μεταμφιέσεις τους σατίριζαν πρόσωπα και καυτηρίαζαν καταστάσεις. Αυτοσχεδίαζαν κωμωδίες για να προκαλέσουν τα γέλια του κόσμου και με τον τρόπο αυτόν δημιουργούσαν ατμόσφαιρα χαράς και ξεγνοιασιάς, ακόμη και κατά τα πικρά χρόνια της τουρκοκρατίας, που κράτησε σχεδόν πέντε περίπου αιώνες.
Στην παλιά Λάρισα τα πρώτα καρναβάλια έβγαιναν τα βράδια στους δρόμους μόλις άνοιγε το Τριώδιο. Άντρες ντυμένοι γυναίκες και αντιθέτως. Οι γείτονες ή οι φίλοι έσμιγαν σε ομάδες και πήγαιναν μεταμφιεσμένοι στα σπίτια των συγγενών και των γνωστών τους. Οι συντροφιές των μεταμφιεσμένων συνοδεύονταν με κιθάρες, φλάουτα και μαντολίνα, έμπαιναν στα σπίτια τους άδοντας τραγούδια της εποχής ή και άλλα αποκριάτικα, κατάλληλα για την περίσταση. Σπάνια συνέβαινε να μην ανοίξουν οι πόρτες και όλοι τους υποδέχονταν με επιφωνήματα χαράς. Οι επισκέπτες προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να μην αναγνωρισθούν από τους οικοδεσπότες, οι οποίοι προσπαθούσαν να εφαρμόσουν διάφορες τεχνικές για να τους αναγνωρίσουν. Οι μασκαράδες έμπαιναν στα σπίτια τραγουδώντας αποκριάτικα τραγούδια με διασκευές που άφηναν πολλά υπονοούμενα για τους οικοδεσπότες που τους υποδέχονταν, χωρίς αυτοί να παρεξηγούνται, αφού γνώριζαν ότι στις Αποκριές όλα επιτρέπονται. Ακολουθούσε το κέρασμα. Άλλοτε προσφέρονταν μεζέδες με κρασί όταν οι επισκέπτες είχαν αναγνωρισθεί και ήταν οικείοι ή στενοί φίλοι και άλλοτε λουκούμια, γλυκά του κουταλιού ή ποτά. Την εποχή εκείνη βασιλιάς των ποτών ήταν το βερμούτ, ενώ στις γυναίκες ήταν το τριαντάφυλλο, η μέντα και άλλα ηδύποτα. Αυτό το ξεπόρτισμα συνεχιζόταν από σπίτι σε σπίτι και διαρκούσε όλη την περίοδο της Αποκριάς. Αποτελούσε ένα γενικό ξεφάντωμα, δημιουργούσε στην πόλη μια ευχάριστη ατμόσφαιρα και αποφόρτιζε τον κόσμο από τις δυσκολίες της ζωής, με αποτέλεσμα να ξεχνάει τους καημούς και τις πίκρες του. Μικροί και μεγάλοι περίμεναν με λαχτάρα τις Αποκριές και τις απολάμβαναν ολοκληρωτικά.
Το μεγάλο ξεφάντωμα γινόταν τα δύο Σαββατοκύριακα, των Απόκρεω και της Τυρινής ή Μεγάλης Αποκριάς. Τις ημέρες αυτές τα καρναβάλια ξεχύνονταν από νωρίς στους δρόμους, οι οποίοι οδηγούσαν στο κέντρο της πόλης και η Κεντρική πλατεία πλημμύριζε από κόσμο για να παρακολουθήσει την παρέλαση των μεταμφιεσμένων ομάδων. Η ευρηματικότητα κάθε ομάδας προσπαθούσε να επισκιάσει τις άλλες σε πρωτοτυπία, χιούμορ, ευχάριστη διάθεση και τέρψη. Έβλεπε κανείς τις πιο απίθανες φιγούρες. Λόγου χάριν τον Ξυλοπόδαρο ο οποίος ισορροπούσε σε τρία μέτρα ύψος, την Καμήλα που συνήθως ερχόταν από τα Ταμπάκικα, συνοδευόταν από κλαρίνα και βιολιά και πίσω της ακολουθούσε μεγάλη ομάδα μικρών και μεγάλων μεταμφιεσμένων, την επίτοκο η οποία κοιλοπονούσε και δίπλα της ο Μαιευτήρας με τη συνοδεία μαίας προσπαθούσε να της εκμαιεύσει δήθεν το έμβρυο, τις σεμνότυφες Αρσακειάδες, τον κομπογιαννίτη Οδοντίατρο με φράκο και ψηλό καπέλο να έχει στα χέρια του μια μεγάλη τανάλια και να προσπαθεί να αφαιρεί τα χαλασμένα δόντια, το γύφτικο καρναβάλι ανεβασμένο σε μόνιππο αμάξι και άλλα πολλά. Την εμφάνιση των παραπάνω μασκαράδων καθώς περνούσαν από την πλατεία ο κόσμος τους υποδεχόταν με γέλια, χειροκροτήματα και διάφορες ατάκες.
Την Κυριακή της Μεγάλης Αποκριάς το γλέντι έφθανε στη μεγάλη αποθέωση. Εκτός από τα καρναβάλια που αναφέραμε, ο κόσμος περίμενε με μεγάλη περιέργεια κάθε χρόνο την ομάδα μεταμφιεσμένων μαθητών της Αβερώφειου Γεωργικής Σχολής. Ορισμένες χρονιές επικεφαλής των μεταμφιεσμένων ήταν ο υπάλληλος στο Λογιστήριο της Γεωργικής Σχολής Γιώργος Παππάς. Ήταν ο μετέπειτα γνωστός ηθοποιός, που άφησε εποχή στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Οι μεγαλύτεροι θα τον θυμούνται από τις προβαλλόμενες ταινίες. Από τότε είχε δείξει ο Γ. Παππάς το θεατρικό του ταλέντο. Αυτός ήταν ο σκηνοθέτης που παρουσίαζε χιουμοριστικές παραστάσεις με τους μαθητές της Σχολής. Δεν φοβόταν να κάνει πολιτική σάτιρα, εθνική και τοπική, σατιρίζοντας πρόσωπα και πράγματα της εποχής. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη απόλαυση των Λαρισινών πριν από 100 περίπου χρόνια.
Όταν νύχτωνε, οι καρναβαλιστές και ο κόσμος αποχωρούσαν από την Κεντρική πλατεία και η διασκέδαση συνεχιζόταν στις συνοικίες. Σε κάθε γειτονιά επέλεγαν κάποιο σταυροδρόμι (κυκλοφορία οχημάτων ήταν σπανιότατη εκείνη την εποχή). Είχαν φροντίσει από πριν να είναι εφοδιασμένοι με άφθονα ξύλα. Τα συγκέντρωναν στο κέντρο και τα έβαζαν φωτιά. Όταν αυτή φούντωνε, τότε μικροί και μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες, την πηδούσαν και έστηναν γύρω της χορό, με κλασικά αποκριάτικα τραγούδια τα οποία περιείχαν ελευθεροστομίες, ανεκτές στα γλέντια της Αποκριάς. Όταν η φωτιά κατακάθιζε άρχιζε η αποχώρηση και όλοι αντάλλασσαν θερμές χειραψίες και ευχές για «Καλή Σαρακοστή».
Μεταπολεμικά η ομάδα Φίλων της Ζωντανής Παράδοσης που είχε έδρα της το παλιό παντοπωλείο του Βαγγέλη Νικόδημου, για μερικά χρόνια αναβίωσε τις παλιές αποκριάτικες εκδηλώσεις, με χορό μεταμφιεσμένων, γαϊτανάκι φωτιές και χορούς. Οι εκδηλώσεις αυτές είχαν μια γεύση γλεντιού, χαράς, γέλιου και συντροφικότητας, οι οποίες όμως δεν εδραιώθηκαν.
Την άλλη μέρα, Καθαρά Δευτέρα, οι οικογένειες πρωί-πρωί προμηθεύονταν από τους φούρνους ζεστές λαγάνες και από τα μπακάλικα ελιές, ταραμά, παραδοσιακό χαλβά από ταχίνι και μ’ αυτά ξεκινούσαν τη Σαρακοστή, την οποία οι περισσότεροι την κρατούσαν μέχρι το Πάσχα. Την ίδια ημέρα, αν ο καιρός ήταν καλός, ξεκινούσαν ομάδες-ομάδες με τις άμαξες ή με τα πόδια και πήγαιναν στις «Τούμπες», υπαίθριες ειδυλλιακές περιοχές όπου γιόρταζαν τα «κούλουμα». Οι Τούμπες βρίσκονταν τότε έξω από την πόλη, πέρα από την οδό Βόλου. Τον πρώτο λόγο σ’ αυτήν την εκδήλωση είχε το πέταγμα των χαρταετών. Τώρα, βέβαια, οι Τούμπες δεν υπάρχουν. Επάνω τους κτίστηκαν οι κατοικίες των νέων συνοικιών της Λάρισας.
Σήμερα όλα αυτά τα έθιμα που διατήρησε ο ελληνισμός επί τόσους αιώνες έχουν ατονήσει ή χάθηκαν. Βλέπετε, εξευρωπαϊστήκαμε…

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass