Με την ευκαιρία της πρόσφατης εορτής του πολιούχου της Λάρισας Αγίου Αχιλλίου και της παρουσίας του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας και πάσης Ωκεανίας κ. Μακαρίου, στο σημερινό μας σημείωμα θα ανατρέξουμε στην επισκοπική ιστορία της Μητροπόλεως Λαρίσης. Θεωρείται από τις αρχαιότερες και σπουδαιότερες μητροπόλεις του Ελλαδικού χώρου. Έχει διανύσει μέχρι σήμερα 17 αιώνες ζωής, αν αναλογισθούμε ότι σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση, ο πρώτος της γνωστός επίσκοπος, ο Άγιος Αχίλλιος έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο που συνεκάλεσε στη Νίκαια της Βιθυνίας ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος το 325 μ.Χ. Μέσα σ’ αυτούς τους αιώνες από τον θρόνο της έχουν περάσει εκατοντάδες μορφές ιεραρχών, ο πλήρης κατάλογος των οποίων δυστυχώς είναι αδύνατον να καταρτισθεί και υπάρχουν πολλά κενά ιδίως κατά την πρώτη χιλιετία. Πολλοί από τους ιεράρχες αυτούς σημάδευσαν έντονα την επισκοπική ιστορία της. Μερικοί με τον ενάρετο βίο τους ανακηρύχθηκαν άγιοι, με τελευταίο τον Διονύσιο Ε’ ο Καλλιάρχης [1], άλλοι πάλι έφθασαν μέχρι τον οικουμενικό θρόνο, ορισμένοι με την εθνική τους δράση μαρτύρησαν ένδοξα (Διονύσιος ο Φιλόσοφος) και πολλοί αναδείχθηκαν ένθερμοι προστάτες της παιδείας και των γραμμάτων (Ιερεμίας ο Τρανός, Παρθένιος) και ευεργέτησαν το ποίμνιό τους με σημαντικά έργα (Βησσαρίων).
Ένας από τους σημαντικότερους μητροπολίτες που κόσμησαν τη Μητρόπολη Λαρίσης, και ένας από τους επτά ιεράρχες της ο οποίος αναρριχήθηκε στον οικουμενικό θρόνο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας είναι ο Διονύσιος Γ’ Βαρδαλής. Για την ιστορία νομίζω ότι αξίζει να αναφέρουμε τους μητροπολίτες που μεταπήδησαν από τη Μητρόπολη Λαρίσης στον Οικουμενικό Θρόνο (μέσα σε παρένθεση είναι οι χρονολογίες θητείας τους στη Λάρισα). Κατά χρονολογική σειρά είναι οι εξής: Ιερεμίας ο Τρανός [1570-1572], Παΐσιος [1645-1652], Διονύσιος Γ’ Βαρδαλής [1652-1662], Διονύσιος Δ’ ο Βυζάντιος ή Μουσελίμης [1662-1671], Ιάκωβος ο Χίος [1673-1679], Μελέτιος Β’ [1750-1768], Ιωακείμ Κρουσουλούδης [1870-1875], ο οποίος μετατέθηκε από τη Λάρισα στη μητρόπολη Δέρκων και το 1884 εκλέχθηκε πατριάρχης. Παρακολουθώντας τις χρονολογίες αυτές παρατηρούμε ένα αξιοπερίεργο γεγονός. Μέσα σε 35 περίπου χρόνια (1645-1679) τέσσερες μητροπολίτες προερχόμενοι από την τοπική μας μητρόπολη έφθασαν μέχρι τον θρόνο της εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως.
Ο Διονύσιος Γ’, ο επονομαζόμενος Βαρδαλής υπήρξε γόνος της ονομαστής κατά τον 17ο αιώνα οικογένειας των Βαρδαλήδων της Άνδρου. Γεννήθηκε στο χωριό Κοντορισαίο στην περιοχή του Κορθίου της Άνδρου. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία γέννησής του. Αν όμως λάβει κανείς υπ’ όψιν του ότι χειροτονήθηκε μητροπολίτης Λαρίσης το 1652 και απεβίωσε το 1696, φαίνεται ότι είναι πολύ λογικό να γεννήθηκε τη δεκαετία 1610-1620. Ο πατέρας και ο μεγαλύτερος αδελφός του, αναζητώντας καλύτερη τύχη, άφησαν το νησί και εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου σύντομα κατόρθωσαν να γίνουν σπουδαίοι οικονομικοί παράγοντες του Σουλτάνου και των αξιωματούχων του Φαναρίου. Ο ίδιος όμως παρέμεινε στην Άνδρο, έγινε μοναχός στην περίφημη μονή της Παναχράντου του νησιού, γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται και ως Ανδριώτης και Παναχραντιώτης.
Το 1652 χειροτονήθηκε μητροπολίτης Λαρίσης, διαδεχόμενος τον Παΐσιο, ο οποίος είχε εκλεγεί οικουμενικός πατριάρχης. Στη Λάρισα έφερε τον τίτλο «υπέρτιμος και έξαρχος Δευτέρας Θετταλίας και πάσης Ελλάδος» και παρέμεινε ως ποιμενάρχης της επί μία δεκαετία. Κατά το διάστημα αυτό η έδρα της μητροπόλεως βρισκόταν άτυπα στα Τρίκαλα, επειδή στη Λάρισα οι Τούρκοι κάτοικοί της ήταν “εις το έπακρον θηριώδες” [2]. Κατά τις επισκέψεις του δε στη Λάρισα προτιμούσε να παραμένει στον Τύρναβο, επειδή εκεί το χριστιανικό στοιχείο ήταν ευάριθμο και η τουρκική απειλή ηπιότερη. Αρκετό όμως χρονικό διάστημα βρισκόταν και στην Κωνσταντινούπολη, λόγω της παρουσίας πολλών συγγενών του.
Από την παρουσία του στον μητροπολιτικό θρόνο της Λάρισας έχουν διασωθεί πολλές μαρτυρίες. Αναφέρω μερικές, τις πλέον ενδιαφέρουσες:
- Στον Τύρναβο, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται ο κοιμητηριακός ναός του αγίου Αθανασίου, βρισκόταν το μοναστήρι του αγίου Αθανασίου, γνωστό σύμφωνα με τις πηγές από το 1615. Στο σκευοφυλάκιο της μονής αυτής φυλασσόταν ένα πολύτιμο αρχιερατικό επιτραχήλιο από μετάξι και βελούδο της Φλάνδρας, χρώματος βυσσινί, κεντημένο με χρυσοκλωστή, το οποίο έφερε παραστάσεις αγίων, θαυμάσιας τέχνης. Εκεί το εντόπισε το 1894 ο ιστοριοδίφης Νικόλαος Γιαννόπουλος, όταν υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία στον Τύρναβο, και το περιέγραψε με λεπτομέρεια. Το επιτραχήλιο αυτό έφερε τη μεγαλογράμματη επιγραφή «ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΛΑΡΙΣΣΗΣ Κ(υρίο)Υ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ. 1654». Το 1897, κατά τη διάρκεια του «ατυχούς» Ελληνοτουρκικού πολέμου, το μοναστήρι αυτό καταστράφηκε από τους Τούρκους ολοσχερώς και λεηλατήθηκε. Λίγα χρόνια μετά τον πόλεμο του 1897, το πολύτιμο επιτραχήλιο του Διονυσίου βρέθηκε να εκτίθεται προς πώληση σε μια αγορά πολεμικών λαφύρων στην Κωνσταντινούπολη. Αγοράσθηκε από Ευρωπαίους και περιήλθε στην κατοχή μεγάλου εμπορικού οίκου του Βερολίνου, ο οποίος διέθετε ανατολικούς τάπητες. Εκεί εντοπίσθηκε το 1904 για τελευταία φορά και έκτοτε αγνοείται η τύχη του. Προφανώς σήμερα θα κοσμεί την ιδιωτική συλλογή κάποιου πλούσιου συλλέκτη.
- Στη ιερά μονή του Σινά σώζεται ασημένιο κηροπήγιο, το οποίο φέρει εγχάρακτη την επιγραφή «ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΑΡΙΣΣΗΣ ΚΥΡ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, εν έτει από Χρ. 1655. Φεβρουαρίου εις την πρώτην».
- Αναφέρεται επίσης ότι στην κατοχή κάποιου απογόνου του στην Άνδρο, υπήρχε ένα πολύτιμο χρυσό εγκόλπιο με την επιγραφή « Ο ΛΑΡΙΣΣΗΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΒΑΡΔΑΛΗΣ. 1659». Σε μονές της Άνδρου διατηρούνται μέχρι και σήμερα αρκετά εκκλησιαστικά αντικείμενα από προσφορές Λαρισαίων ιδιωτών, αλλά και συντεχνιών.
- Το όνομα του Διονυσίου αναφέρεται ακόμα και σε δύο υπομνήματα του κώδικα 1472 της μητροπόλεως Λαρίσης, με χρονολογία 1657 και 1659 αντίστοιχα. Ο κώδικας αυτός, μαζί με τον αρ. 1471 κώδικα της επισκοπής Τρίκκης, περιέχουν πολύτιμες πληροφορίες για την ιστορική διαδρομή της Μητροπόλεως Λαρίσης κατά το μεγαλύτερο διάστημα των χρόνων της τουρκοκρατίας. Και οι δύο αυτοί σημαντικοί κώδικες φυλάσσονται σήμερα στο τμήμα χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος στην Αθήνα και έχουν εκδοθεί σε δύο ξεχωριστούς τόμους.
- Επίσης ο μητροπολίτης Λαρίσης Διονύσιος αναφέρεται και εις τα ιερά δίπτυχα της μονής του Προφήτου Ηλία Τυρνάβου, των ετών 1654-1659.
- Τέλος σε συνοδικό πρακτικό του 1657, ο Διονύσιος φέρεται μεταξύ των τριών υποψηφίων του πατριαρχικού θρόνου, χωρίς τελικά τότε να εκλεγεί.
Τελικά το 1662 στις 29 Ιουνίου εξελέγη πατριάρχης και παρέμεινε στον οικουμενικό θρόνο μέχρι το 1665, οπότε και παύτηκε από τα καθήκοντά του. Μετά από σύντομη παραμονή στη Θεσσαλονίκη και τα Ιεροσόλυμα κατέληξε στο Άγιον Όρος και συγκεκριμένα στη μονή της Μεγίστης Λαύρας, όπου και μόνασε μέχρι τον θάνατό του, το 1696. Κατά την πολυετή παρουσία του στο Άγιον Όρος ευεργέτησε με ποικίλους τρόπους τη μονή της μετανοίας του. Στο σκευοφυλάκιο της Μεγίστης Λαύρας υπάρχουν πολλά αντικείμενα του Διονυσίου ως πατριάρχου, όπως η ποιμαντορική ράβδος, δύο σάκκοι χρυσοκέντητοι και ένα επιτραχήλιο επίσης χρυσοκέντητο με τις παραστάσεις του Δωδεκάορτου και την επιγραφή « + ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΙΕΡΟΝ ΕΠΙΤΡΑΧΗΛΙΟΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ Κ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΛΑΡΙΣΣΗΣ ΠΡΟΒΙΒΑΣΘΕΝΤΟΣ ΕΠΙ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΘΡΟΝΟΝ, εν έτει ΑΧΞΒ [=1662] Ιουλίου Α’ Ινδικτιώνος Ε’».
Ο Διονύσιος Βαρδαλής κοιμήθηκε στη μονή της Μεγίστης Λαύρας. Ενταφιάσθηκε στο παρεκκλησίου του αγίου Μιχαήλ Συννάδων, το οποίο βρίσκεται στην ευρύχωρη αυλή της μονής, νοτιοανατολικά του Καθολικού. Επί του τάφου του υπάρχει επιγραφή στην οποία αναφέρεται η χρονολογία του θανάτου του, 26 Αυγούστου 1696. Επίσης στους τάφους των πατριαρχών, διατηρείται τοιχογραφία του ως πατριάρχη.
Κατά τους βιογράφους του ο Διονύσιος Γ’ υπήρξε κατά τη διάρκεια της ζωής του, «συνετός και ενάρετος, είχεν ήθος και λόγον και φρόνημα σταθερόν...μαρτυρικόν βίον ζήσας, ειπέρ τις άλλος νηστεύων, αγρυπνών, ελεών, ανεχόμενος, προσευχόμενος και πάσαις ως ειπείν ταις αρεταίς κατακοσμούμενος».
Ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Διονυσίου Γ’ κατά τη διάρκεια της πατριαρχικής του θητείας, για το οποίο μάλιστα και του αποδίδεται και ιδιαίτερος έπαινος, είναι η δημιουργία σχολής γραμμάτων στην Κωνσταντινούπολη. Πρόκειται για τη γνωστή Πατριαρχική Σχολή, η οποία πρόσφερε τόσα σπουδαία κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας στην ελληνική παιδεία και την ορθόδοξη πίστη και από την οποία αποφοίτησαν σπουδαίοι άνδρες, οι οποίοι σταδιοδρόμησαν στον εκκλησιαστικό κύκλο επιρροής του πατριαρχείου, στη φαναριώτικη διπλωματία και στις ελληνικές σχολές που υπήρχαν στα σπουδαία πνευματικά κέντρα της εποχής. Αυτό το επιβεβαιώνει και ο βιογράφος του Δοσίθεος, πατριάρχης Ιεροσολύμων, ο οποίος γράφει: «...συστήσαι σχολήν εποίησε εν Κωνσταντινουπόλει, εις αναζωπύρωσιν της σοφίας και της χριστιανικής διδασκαλίας επίδοσιν...».
-------------------
[1]. Τον Απρίλιο του 2021, με την ευκαιρία των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση και τον μαρτυρικό απαγχονισμό του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’ στις 10 Απριλίου 1821, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, αποφάσισε την αναγραφή στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας και των επτά λοιπών αρχιερέων, οι οποίοι φυλακίστηκαν μαζί με τον Πατριάρχη την ίδια ημέρα και στη συνέχεια απαγχονίστηκαν. Ένας εξ αυτών ήταν και ο πρώην Λαρίσης Διονύσιος Καλλιάρχης.
[2]. Δημητριείς (Γρηγόριος Κωνσταντάς και Δανιήλ Φιλιππίδης). Νεωτερική Γεωγραφία, 1791