Ο μεγάλος πολιτικός Χαρίλαος Τρικούπης ήταν εκείνος ο οποίος οραματίστηκε ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο, να κατασκευαστεί μια μεγάλη σιδηροδρομική αρτηρία η οποία θα συνέδεε την Αθήνα με τα βόρεια σύνορα της χώρας, που έφθαναν τότε μέχρι τη Μελούνα. Οι περιστάσεις όμως το έφεραν ώστε να μην προλάβει ο ίδιος να το πραγματοποιήσει. Υπήρξαν βέβαια επί της εποχής του οι τοπικές σιδηροδρομικές διαδρομές (προς Πειραιά, Χαλκίδα, Πελοπόννησο και άλλες μικρότερες), ο σχεδιασμός όμως αυτής της μεγάλης σημασίας γραμμής δεν είχε προχωρήσει παρά μόνο μέχρι τη Λαμία. Το 1906 επεκτάθηκε και μέχρι τον Παλαιοφάρσαλο (Δεμερλί), όπου συναντούσε τη θεσσαλική γραμμή Βελεστίνου-Καλαμπάκας. Τελικά τον Ιούνιο του 1906 υπογράφηκε σύμβαση για την επέκταση της γραμμής από Δεμερλί προς Λάρισα και μέχρι τον συνοριακό σταθμό Παπαπούλι, ο οποίος βρισκόταν λίγα χιλιόμετρα βορειότερα από τον σιδηροδρομικό σταθμό Ραψάνης. Κατά την κατασκευή των έργων η Λάρισα, λόγω της σημασίας της ως ακριτικής πόλης και της γεωγραφικής της θέσης, κρίθηκε σωστό να αποκτήσει έναν σιδηροδρομικό σταθμό ικανό να εξυπηρετήσει και διάφορες σκοπιμότητες εθνικές και γεωγραφικές. Υπήρχε ήδη από το 1884 ο Σιδηροδρομικός σταθμός του Θεσσαλικού, τοπικής εμβέλειας, αφού εξυπηρετούσε αποκλειστικά τη Θεσσαλία και το εύρος της γραμμής ήταν ενός μέτρου, συγκριτικά με το διεθνές εύρος των γραμμών που ήταν 1,435 μέτρα.
Την κατασκευή της γραμμής του Λαρισαϊκού[2] είχε αναλάβει το συνδικάτο κατασκευής σιδηροδρόμων της Ανατολής, το οποίο στην Ελλάδα εκπροσωπούσε η γαλλική εταιρεία Μπατινιόλ. Μαζί με την κατασκευή των γραμμών η εταιρεία αυτή ανέλαβε και την ανέγερση των σιδηροδρομικών σταθμών, οι οποίοι φυσικά ήταν διαφόρων κατηγοριών, ανάλογα με τη σημασία κάθε σταθμού. Τέσσερις απ’ αυτούς αποφασίστηκε από την εταιρεία ότι θα έπρεπε να γίνουν μεγάλοι και επιβλητικοί, της Αθήνας, του Πειραιά, της Χαλκίδας και της Λάρισας.
Το πρώτο τρένο της γραμμής Αθηνών-Λαρίσης έφθασε στην πόλη μας στις 24 Αυγούστου 1908 και την επόμενη χρονιά (1909) έφθανε ως το Παπαπούλι, το οποίο μέχρι το 1912 αποτελούσε τον τελευταίο συνοριακό σταθμό, απ’ όπου ο επιβάτης έμπαινε μετά στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Μαζί με το κτίριο του σιδηροδρομικού σταθμού είχαν κατασκευαστεί και διάφορα βοηθητικά κτίρια, αποθήκες, μηχανοστάσιο, κ.λπ. Για την ιστορία αναφέρουμε ότι πρώτος σταθμάρχης στη Λάρισα το 1908 ήταν ο Νικόλαος Σβορώνος και πρώτος μηχανοστασιάρχης ήταν ο Γ. Πρόκος. Σταδιακά έγιναν και άλλες βελτιώσεις και προσθήκες και η πληθώρα των γραμμών με τη μεγάλη σκεπαστή αποβάθρα έδιναν την όψη βασικού συγκοινωνιακού σταθμού.
Μετά τους νικηφόρους Βαλκανικούς πολέμους, το σιδηροδρομικό δίκτυο της ελεύθερης πλέον Μακεδονίας, το οποίο είχε ήδη από χρόνια κατασκευαστεί από τους Τούρκους, ενώθηκε με τους ελληνικούς σιδηροδρόμους το 1916 και από το 1918 άρχισε η τακτική συγκοινωνία Αθηνών - Λαρίσης - Θεσσαλονίκης - Συνόρων και οι γραμμές του έφθαναν από τη μια προς βορράν μέχρι την Ειδομένη, τον συνοριακό σταθμό με τον οποίο συνδεόταν η Ελλάδα με τα σιδηροδρομικά δίκτυα της Ευρώπης και από την άλλη ανατολικά μέχρι το Πύθιο, όπου συνδεόταν με το τουρκικό σιδηροδρομικό δίκτυο.
Μελετώντας τη δημοσιευόμενη φωτογραφία, παρατηρούμε ότι το κυρίως κτίριο του Σιδηροδρομικού Σταθμού της Λάρισας ήταν ένα επίμηκες διώροφο οικοδόμημα. Στις δύο πλευρές του, την ανατολική και τη δυτική, υπήρχαν δύο μικρότερα εφαπτόμενα ισόγεια κτίσματα. Οι τοίχοι του στο ισόγειο τόσο στο κύριο κτίσμα, όσο και στα εφαπτόμενα ήταν πολύ επιμελημένοι. Αποτελούνταν από πελεκητή αρμολογημένη πέτρα, η οποία έδινε την όψη μωσαϊκού. Τη μορφή αυτή, είχαν και όλοι οι υπόλοιποι σταθμοί κατά μήκος του δικτύου αυτού, μικροί και μεγάλοι.
Στο ισόγειο υπήρχαν πέντε πόρτες με χαμηλά τόξα στην κορυφή τους. Ο επάνω όροφος του κυρίου κτίσματος ήταν καλυμμένος με επίχρισμα και διέθετε πέντε παράθυρα, συμμετρικά τοποθετημένα με τις πόρτες του ισογείου, ενώ οι πλάγιοι τοίχοι είχαν γραμμένο το όνομα του σταθμού. Η πλευρά του κτιρίου που έβλεπε προς την πλατεία του σταθμού στολιζόταν στη στέγη του ορόφου με ένα μεγάλο ρολόι, επικαλυπτόμενο από τοξοειδή αψίδα. Η προσθήκη αυτή προσέδιδε στο κτίσμα άλλη λάμψη. Από την πλευρά των γραμμών υπήρχε ένα τεράστιο μεταλλικό στέγαστρο, το οποίο στηριζόταν με μεταλλικούς δοκούς όμορφα δουλεμένους και κάλυπτε ολόκληρη τη μεγάλη αποβάθρα του σταθμού. Γενικά ήταν ένα όμορφο σε εμφάνιση κτίριο, συμμετρικό, με αρκετά νεοκλασικά στοιχεία ειδικά στον όροφο, το οποίο ηρεμούσε την ανθρώπινη όραση. Μπροστά από την πρόσοψη ανοιγόταν ένας τεράστιος ακάλυπτος χώρος για τη στάθμευση αμαξών και αυτοκινήτων. Αργότερα στη θέση αυτή δημιουργήθηκε η μικρή πλατεία που υπάρχει μέχρι σήμερα.
Το κτίριο αυτό μαζί με τα βοηθητικά κτίσματα εξυπηρέτησε κατά τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες του επιβατικού κοινού της περιοχής μας για πενήντα περίπου χρόνια. Όμως οι σεισμοί, ιδιαίτερα αυτός του 1957, επέφεραν καταστροφές στα κτίρια. Οι προσωρινές επιδιορθώσεις δεν έλυσαν το πρόβλημα. Επιπλέον φαινόταν καθαρά ότι ο σταθμός δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στην αυξανόμενη κίνηση λόγω της πληθυσμιακής και εμπορικής ανάπτυξης της πόλης. Το 1958 αποφασίστηκε να κατεδαφιστεί και στη θέση του άρχισε να κατασκευάζεται νέος, σύγχρονος και άνετος σταθμός, αυτός που υπάρχει μέχρι σήμερα. Τα εγκαίνιά του έγιναν με μεγάλη επισημότητα στις 26 Αυγούστου 1961 από τον τότε αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Παναγιώτη Κανελλόπουλο και από τότε εξυπηρετεί το επιβατικό κοινό για έξη περίπου δεκαετίες, χωρίς καμιά ουσιαστική κτηριακή μεταβολή του κεντρικού του κτιρίου.
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com
[1]. Η Λάρισα ως γνωστόν διέθετε δύο κτίρια σιδηροδρομικών σταθμών. Το πρώτο και παλαιότερο ήταν το κτίριο του Θεσσαλικού Σιδηροδρόμου. Βρισκόταν μερικές δεκάδες μέτρα νοτιοανατολικά του Διεθνούς και είχε οικοδομηθεί το 1884. Σήμερα δυστυχώς στη θέση του υπάρχουν μόνον ερείπια, αφού εδώ και εξήντα και πλέον χρόνια ολόκληρος ο χώρος του έχει προκλητικά εγκαταλειφθεί. Το δεύτερο ήταν ο σιδηροδρομικός σταθμός του Διεθνούς (Αθηνών-Λαρίσης-Θεσσαλονίκης-Ειδομένης) που αποτυπώνεται στη φωτογραφία.
[2]. Ονομάστηκε «Λαρισαϊκός» γιατί η γραμμή αυτή είχε τερματικό σταθμό τη Λάρισα (ουσιαστικά έφθανε μέχρι τα βόρεια σύνορα του νομού της). Για τον ίδιο λόγο ο Σιδηροδρομικός Σταθμός των Αθηνών ονομάζεται ακόμη και σήμερα Σταθμός Λαρίσης. Μετά τους νικηφόρους βαλκανικούς πολέμους, όταν η γραμμή αυτή από το Παπαπούλι συνδέθηκε με το δίκτυο της Μακεδονίας πήρε και την ονομασία Διεθνής.