Πρόκειται για τον ακαδημαϊκό δάσκαλο, ο οποίος με το πλούσιο επιστημονικό του έργο στη Νομική Σχολή του Eθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) και τη συμμετοχή του στον δημόσιο διάλογο επί θεμάτων τα οποία εν γένει άπτονται των σχέσεων της Πολιτείας με την Εκκλησία και επί το ειδικότερον ρυθμίζουν τις έννομες σχέσεις της Εκκλησίας - και εν γένει των θρησκευτικών κοινοτήτων - στην ελληνική επικράτεια, έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην ανάπτυξη του ιδιαιτέρου περί των εν λόγω θεμάτων κλάδου Δικαίου της νομικής επιστήμης και συγκεκριμένα αυτού που έχει επικρατήσει να ονομάζεται, με τον πολύ στενότερο από το περιεχόμενό του όρο, «Εκκλησιαστικό» καθώς, υπό αυτόν τον ομολογιακώς προσανατολισμένο χαρακτηρισμό, περιλαμβάνεται η διδασκαλία τόσο του θεμελιώδους ατομικού δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας, όσο και των σχέσεων της Πολιτείας με τις πάσης φύσεως και προελεύσεως θρησκευτικές συσσωματώσεις.
Έχοντας, λοιπόν, επί πολλά συναπτά έτη, ως πανεπιστημιακός δάσκαλος, διδάξει στα αμφιθέατρα το μάθημα του εν λόγω κλάδου Δικαίου, ο ομ. καθηγητής της Νομικής Αθηνών και πρόεδρος της Εταιρείας Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου κ. Κονιδάρης μας παραδίδει (με τη συνεργασία του παλαιού μαθητού και διδάκτορός του κ. Γεωργίου Ι. Ανδρουτσοπούλου, ήδη επικούρου καθηγητού Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Αθηνών) ένα νέο έργο – ένα νέο βιβλίο, άρτι εκδοθέν από τις ευφήμως γνωστές Εκδόσεις Σάκκουλα (https://www.sakkoulas.gr) υπό τον τίτλο
«Μαθήματα Εκκλησιαστικού Δικαίου», το οποίο, αποτελώντας καταστάλαγμα αυτής της μακράς ερευνητικής και διδακτικής του διαδρομής, αποσκοπεί στη συστηματική διδασκαλία του «Εκκλησιαστικού Δικαίου». Το εγχείρημα αναπτύσσεται σε δύο στάδια. Στο πρώτο εκτίθεται, κατά τρόπο εύληπτο και συνεκτικό, η ύλη του γνωστικού αντικειμένου, στην οποία εντός παρενθέσεων παρατίθενται τόσο οι νομοθετικές πηγές, πολιτειακής ή/και εκκλησιαστικής προελεύσεως, όσο και παραπομπές σε δικαστικές αποφάσεις (τις πιο πρόσφατες ή τις πλέον σημαντικές). Στο δεύτερο -το Παράρτημα- παρουσιάζονται επικαιροποιημένα και ανακαθαρμένα τα βασικά νομοθετικά κείμενα, στα οποία στηρίζεται η έκθεση που περιέχεται στο κυρίως μέρος, με στόχο την ενίσχυση της μαθησιακής διαδικασίας με τη συστηματική μελέτη των πηγών, τη διασταύρωση και τον έλεγχο των εκτειθεμένων απόψεων.
Αναφορικώς με τα επί μέρους περιεχόμενα: Στην Εισαγωγή του βιβλίου εξετάζονται με κάθε δυνατή συντομία, η έννοια, το αντικείμενο και η φύση του Εκκλησιαστικού Δικαίου, οι πηγές και η ερμηνεία του. Στο Μέρος Α’ του έργου αναλύεται η θρησκευτική ελευθερία, το περιεχόμενό της και οι φραγμοί στην άσκηση της λατρείας. Στο αυτό Μέρος αναλύεται, επίσης, και ο Ν. 4301/2014 που αφορά στη ρύθμιση σειράς θεμάτων που αφορούν στη νομική οργάνωση των εν Ελλάδι θρησκευτικών κοινοτήτων πέραν εκείνων που έχουν οργανωθεί με ειδικές νομοθετικές διατάξεις ως ΝΠΔΔ. Το Μέρος Β’ αφιερώνεται στην εξέταση των σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας. Μετά από μια σύντομη έρευνα των επί μέρους συστημάτων σχέσεων, εξετάζονται διεξοδικώς οι σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας στη νεότερη Ελλάδα, τόσο ιστορικώς (με ιδιαίτερη έμφαση στις περιόδους της δικτατορίας 1967-1974 και της μεταπολιτεύσεως), όσο και δογματικώς υπό το ισχύον Σύνταγμα. Στη συνέχεια η ύλη του Δικαίου της Εκκλησίας της Ελλάδος διαρθρώνεται σε τέσσερα μέρη, τα οποία αναφέρονται αντιστοίχως: το Μέρος Γ’ στην οργάνωση της Εκκλησίας, το Μέρος Δ’ στη διοίκηση της Εκκλησίας, την ιδιαίτερη νομική μεταχείριση κληρικών και μοναχών, περιλαμβάνοντας, επίσης, εκτεταμένες αναφορές και αναλύσεις στα θέματα ταφής, καύσεως και αποτεφρώσεως νεκρών που εισάγουν οι πρόσφατοι Ν. 4277/2014 (αρθ. 48) και Ν. 4368/2016 (αρθ. 19 και 92). Το Μέρος Ε’ ασχολείται με το εκκλησιαστικό ποινικό δίκαιο (εκκλησιαστικά αδικήματα, επιβαλλόμενες ποινές, κ.λπ.) και το Μέρος ΣΤ’ με τα εκκλησιαστικά δικαστήρια και τη δικονομία. Τέλος, στο Ζ’ Μέρος εξετάζονται συνοπτικώς τα ιδιαίτερα εκκλησιαστικά καθεστώτα στην ελληνική επικράτεια, δηλαδή η Εκκλησία της Κρήτης (με παράθεση των ρυθμίσεων που εισάγουν στη διοίκησή της οι Ν. 4301/2014 [αρθ. 19, 20] και 4310/2014 [αρθ. 51-54], το ‘Αγιον Όρος και οι εκκλησιαστικές επαρχίες της Δωδεκανήσου [N. 4301, αρθ. 21, 22]). Ακολουθεί το Παράρτημα, που περιλαμβάνει επικαιροποιημένα τα βασικά νομοθετικά κείμενα, α) για την Εκκλησία της Ελλάδος (Ν. 590/77 περί του Κατασταστικού Χάρτου [Κ.Χ.] αυτής, Ν.Δ. 5383/1932, περί εκκλησιαστικών δικαστηρίων, όπως ισχύει σήμερα), β) για την Εκκλησία της Κρήτης (Σύμβαση Οκτωβρίου 1900 μεταξύ Οικουμενικού Πατριαρχείου και Κρητικής Πολιτείας και Ν. 4149/1961 περί Κ.Χ. της εν Κρήτη Ορθοδόξου Εκκλησίας), γ) για το Άγιον Όρος (Κ. Χ Αγίου Όρους 1924 και Ν.Δ. 1926 περί κυρώσεως του Κ.Χ.) και δ) για την οργάνωση της νομικής μορφής των θρησκευτικών κοινοτήτων και των ενώσεών τους στην Ελλάδα (αρθ. 1 – 18, Ν. 4301/2014). Το έργο κατακλείει εκτενής βιβλιογραφία, η οποία διαιρείται σε τρία τμήματα: το πρώτο περιέχει τα γενικά έργα εκκλησιαστικού δικαίου, το δεύτερο περιλαμβάνει μονογραφίες, μελέτες και άρθρα και το τρίτο πηγές και χρηστικά βοηθήματα.
Τα «Μαθήματα Εκκλησιαστικού Δικαίου» προορίζονται, εν πρώτοις, για τους προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές του γνωστικού αυτού αντικειμένου. Φιλοδοξούν, όμως, ταυτοχρόνως να αποτελέσουν ένα αξιόπιστο και κατατοπιστικό βοήθημα για τους νομικούς, τόσο της θεωρίας, όσο και της πράξεως, δικηγόρους και δικαστές που έχουν να αντιμετωπίσουν ζητήματα του δυσχερούς και ιδιαιτέρου αυτού κλάδου του Δικαίου. Απευθύνονται, επίσης, σε θεολόγους και σε ερευνητές από τον χώρο των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών (ιστορικούς, κοινωνιολόγους, κ.ά.), οι οποίοι είτε εντρυφούν στο πεδίο σχέσεων Πολιτείας – Εκκλησίας / θρησκευτικών κοινοτήτων, είτε ασχολούνται με θέματα της Εκκλησιαστικής Ιστορίας της Ελλάδος και δη της νεότερης.
Aπό τον Χάρη Ανδρεόπουλο *
* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος (xaan@theo.auth.gr) είναι δρ Εκκλησιαστικής Ιστορίας ΑΠΘ, μέλος της Εταιρείας Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου. Υπηρετεί σε θέση Σχολικού Συμβούλου (Συντονιστού) Θεολόγων (ΠΕ01).