Από την περίοδο της Τουρκοκρατίας ακόμη ήταν γνωστό ότι στη θέση αυτή υπήρχε το Αρχαίο Θέατρο της πόλης. Ξένοι περιηγητές που πέρασαν από την πόλη μας την περίοδο αυτή, επισήμαναν τα ίχνη του στα οδοιπορικά τους. Οι Οθωμανοί κατακτητές όμως αδιαφόρησαν για το μνημείο. Η αφαίρεση μαρμάρων από το κατεστραμμένο θέατρο ήταν συχνό φαινόμενο όλα αυτά τα χρόνια και γινόταν για προφανείς σκοπούς. Ίχνη τους εντοπίστηκαν σε διάφορα σημεία της Λάρισας τα τελευταία χρόνια. Η αποξήλωση του θεάτρου συνεχίστηκε και μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881. Μάλιστα την περίοδο αυτή άρχισαν να κατασκευάζονται, στο επιχωματωμένο πλέον θέατρο, ισόγεια καταστήματα και κατοικίες με επιφανειακές θεμελιώσεις. Τα περισσότερα καταστήματα στην ανηφορική αυτή διαδρομή ήταν «λαδάδικα» και ανήκαν σε παραγωγούς από το Πήλιο, οι οποίοι είχαν δημιουργήσει μια ανθηρή αγορά ελαιόλαδου. Μέχρι το 1910 ο χώρος στον οποίο εκτεινόταν το Αρχαίο Θέατρο είχε σκεπαστεί στο σύνολό του από κτίσματα. Μάλιστα το 1904 το Δημοτικό Συμβούλιο επί δημαρχίας Αχιλλέα Αστεριάδη, χάραξε πάνω σε αυτό την αρχή της οδού Ακροπόλεως, τη συνέχεια της σημερινής οδού Παπαναστασίου. Το 1910 ο τότε έφορος αρχαιοτήτων Θεσσαλίας Απόστολος Αρβανιτόπουλος αποκάλυψε ένα τμήμα της σκηνής του θεάτρου σε ένα μικρό οικόπεδο, το δεύτερο αριστερά καθώς ξεκινούσε ο ανηφορικός δρόμος. Έκτοτε οι αρχαιότητες αυτές ήταν ορατές όλα τα χρόνια, απλώς ο χώρος περιφράχτηκε και περιορίστηκε από τον δρόμο με σιδερένια πόρτα και κάγκελα. Καθώς προχωρούσε ο 20ός αιώνας, η πόλη μεγάλωνε και νέες ψηλότερες οικοδομές κτίζονταν πάνω του, βυθίζοντας το θέατρο στην αφάνεια.
Αντικρίζοντας στη δημοσιευόμενη φωτογραφία την οδό Ακροπόλεως, στη δεξιά πλευρά του δρόμου το γωνιακό κτίριο στέγαζε το παλιό ξακουστό κατάστημα ζαχαροπλαστικής του Έξαρχου. Προπολεμικά στο σημείο αυτό ήταν το Φαρμακείο του Ηρακλή Καραθάνου, πατέρα του δημάρχου Δημητρίου Καραθάνου. Λίγο πιο πάνω λειτούργησε το καφενείο του Χατζηγιάννη. Πιο πέρα κτίστηκαν δύο πολυώροφες οικοδομές που όλοι μας γνωρίζουμε την ιστορία τους.
Στο επόμενο κτίριο στεγάζονταν μέχρι το 1980 τα γραφεία της Ι. Μητροπόλεως Λαρίσης. Το κτίριο αυτό κτίσθηκε τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα από τον Γεώργιο Τσάπανο[1], ο οποίος εγκατέστησε εκεί την οικογένειά του. Ήταν διώροφο με υπερυψωμένο υπόγειο. Αργότερα στεγάσθηκε σ' αυτό το Γραφείο του Νομομηχανικού Λαρίσης και στη συνέχεια το ενοικίασε ο Ηλίας Κύρκος και το μετέτρεψε σε ξενοδοχείο με την επωνυμία "Αχίλλειον". Το 1935, όταν τοποθετήθηκε ως μητροπολίτης ο Δωρόθεος Κοτταράς, το κτίριο αγοράσθηκε από τη Μητρόπολη. Σ' αυτό εγκαταστάθηκαν τα Γραφεία της και διέμενε ο εκάστοτε μητροπολίτης. Κατά τον σεισμό της 1ης Μαρτίου 1941 έπαθε σοβαρές ζημιές και ο επάνω όροφος θεωρήθηκε ακατοίκητος. Μετά τον σεισμό του 1957, ο δεύτερος όροφος γκρεμίστηκε και διατηρήθηκε μόνο το ισόγειο με το υπόγειο. Συγχρόνως οικοδομήθηκε στη νότια πλευρά του παλαιού οικήματος και σε άμεση επαφή και επικοινωνία μαζί του, μια διώροφη σύγχρονη κατασκευή για να στεγάσει τα ιδιαίτερα διαμερίσματα του ιεράρχη, την αίθουσα υποδοχής και τα γραφεία της Μητροπόλεως. Το 1980, επί μητροπολίτου Σεραφείμ, μεταφέρθηκαν όλες οι υπηρεσίες της Μητροπόλεως στο σημερινό κτίριο, ενώ το παλαιό έπειτα από πολλές γραφειοκρατικές διαδικασίες κατεδαφίσθηκε το 1992, όπως και όλα τα υπόλοιπα, για να αποκαλυφθεί το Αρχαίο Θέατρο.
Στη γωνία των οδών Ακροπόλεως και Μητροπολίτου Αρσενίου υπήρχε ένα διώροφο εντυπωσιακό οίκημα σε περίοπτη θέση, το οποίο ανήκε σε κάποιον Ευαγγέλου, ο οποίος ήταν ένας από τους πολλούς καπνοβιομηχάνους μικρού βεληνεκούς που διέθετε τα παλιά χρόνια η πόλη μας. Ήταν κτισμένο σε νεοκλασικό ρυθμό και κατά καιρούς στέγασε οικογένειες της υψηλής κοινωνίας της Λάρισας. Από τον Ευαγγέλου το κτίριο περιήλθε μεταπολεμικά στην κατοχή του Δημητρίου Λαγού, ο οποίος σαν συνταγματάρχης εν αποστρατεία έλαβε μέρος στις δημοτικές εκλογές του 1951 με δικό του συνδυασμό. Δεν κατόρθωσε όμως να επικρατήσει του Δημητρίου Καραθάνου, ο οποίος εκλέχθηκε τελικά δήμαρχος.
Από την αριστερή πλευρά της ανόδου της οδού Ακροπόλεως υπήρχαν πολλά καταστήματα και κατοικίες, τα οποία κατά καιρούς άλλαζαν ενοίκους. Στη γωνία με την οδό Μακεδονίας (Βενιζέλου) υπήρχε το καπνοπωλείο του Ευαγγέλου που ήταν ένα από τα παλαιότερα της Λάρισας και μεταπολεμικά είχε το ραφείο του ο Ιωάννης Ζαραμπούκας. Ακολουθούσε ο περιφραγμένος από το 1910 χώρος, που όπως αναφέρθηκε, περιείχε τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία εντόπισε ο αρχαιολόγος Αρβανιτόπουλος. Ακολουθούσε το κατάστημα αποικιακών ειδών του Μιχάλη Μανδραβέλη και εν συνεχεία το κατάστημα δερμάτων του Καϊμάκη. Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα της εποχής εκείνης, καθώς είναι γνωστό ότι στη Λάρισα από τα χρόνια της Tουρκοκρατίας ακόμη, υπήρχαν πολλά βυρσοδεψεία, εγκατεστημένα στη συνοικία Ταμπάκικα. Ακολούθως δέσποζε μια τριώροφη οικοδομή, ιδιοκτησίας και αυτή του γαιοκτήμονα Γεωργίου Τσάπανου, η οποία στέγασε την Ωτορινολαρυγγολογική Κλινική του γαμπρού του, Γεωργίου Τάρη[2]. Μέχρι το τέλος της ανηφορικής οδού ακολουθούσαν δύο απλές κατοικίες και ένας ακάλυπτος χώρος στον οποίο είχε κτισθεί προπολεμικά καταφύγιο, ενώ δίπλα τους υψωνόταν το ρολόι της πόλης.
Το 1977 άρχισε από την ΙΕ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων μια συστηματική προσπάθεια για την πλήρη αποκάλυψη του θεάτρου με ανασκαφές και απαλλοτριώσεις κτιρίων και την ανάδειξή του. Πρέπει να απαλλοτριώθηκαν τριάντα περίπου κτίσματα (ανάμεσά τους και πολυκατοικίες), ο χώρος ελευθερώθηκε, η περιοχή ανέπνευσε και ό,τι διακρίνεται στη δημοσιευόμενη φωτογραφία δεν υπάρχει πλέον.
Στις 20 Σεπτεμβρίου 2014, στο πλαίσιο της Ζ΄ Γενικής Συνέλευσης του Σωματείου "Διάζωμα", ακούστηκε για πρώτη φορά στον χώρο αυτόν έπειτα από 2.000 και πλέον χρόνια, θεατρικός λόγος από το Θεσσαλικό Θέατρο, που είχε σκηνοθετήσει με τόση ευαισθησία ο δικός μας Κώστας Τσιάνος.
---------------------------------------------
[1]. Ο γαιοκτήμονας Γεώργιος Τσάπανος καταγόταν από τη Φλώρινα και ήλθε στη Λάρισα περί το 1910. Αγόρασε μεγάλες αγροτικές εκτάσεις σε Γιάννουλη και Φαλάνη, οι οποίες όμως απαλλοτριώθηκαν με τον νόμο περί αποκαταστάσεως ακτημόνων καλλιεργητών και του έμεινε μόνον ένα μικρό μέρος, το οποίο αυτοκαλλιέργησε. Ήταν ένας από τους πρωτοπόρους στην ιδέα να εγκαταλειφθεί η ασύμφορη μονοκαλλιέργεια του σίτου και να αντικατασταθεί από άλλες, οι οποίες απέφεραν υψηλότερα εισοδήματα.
Ο Γεώργιος Τσάπανος πέθανε στην Αθήνα μεταπολεμικά σε προχωρημένη ηλικία.
[2]. Ο Γεώργιος Τάρης νυμφεύθηκε την κόρη του γαιοκτήμονα Γεωργίου Τσάπανου.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου