Ο Στυλιανός Αστεριάδης (Πατόφλας), ο οποίος στην προηγούμενη εκλογική δοκιμασία του 1925 είχε συμπεριληφθεί στο ψηφοδέλτιο του Μιχαήλ Σάπκα και υπήρξε ο πλειοψηφίσας δημοτικός σύμβουλος, μάλιστα δε εκλέχθηκε και Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, στις εκλογές του 1929 δημιούργησε δική του παράταξη με σκοπό να διεκδικήσει τη Δημαρχία από τον Σάπκα. Ο τελευταίος βρέθηκε σε δεινή θέση αφού αποδυναμώθηκε, επειδή πολλά παλαιά στελέχη του ακολούθησαν τον Αστεριάδη και ζήτησε βοήθεια από γνωστούς και φίλους. Ένας εξ αυτών ήταν και ο Αγαμέμνων Σλήμαν [1], ο οποίος όμως ευρισκόμενος στο Παρίσι δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημά του. Τελικά, παρ’ όλες τις διχαστικές προσπάθειες που προέκυψαν, στις εκλογές ο συνδυασμός του Σάπκα εκλέχτηκε εκ νέου. Μετά την έκδοση των αποτελεσμάτων ο αντίπαλος συνδυασμός του Στυλιανού Αστεριάδη [2], επειδή διαπίστωσε κατά την εκλογική διαδικασία ορισμένες παρατυπίες, υπέβαλε ένσταση κατά του κύρους των εκλογών και ζήτησε την ακύρωσή τους. Όμως τελικά το δικαστήριο επικύρωσε την εκλογή του Μιχαήλ Σάπκα. Την 1η Σεπτεμβρίου 1929 έγινε η εγκατάσταση της νέας δημοτικής αρχής και στις 8 Σεπτεμβρίου συνήλθε σε πρώτη συνεδρίαση το Δημοτικό Συμβούλιο. Στη συνεδρίαση αυτή πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου εκλέχθηκε ο Φώτης Παππάς, που είχε συγκεντρώσει και τους περισσότερους ψήφους και αντιπρόεδρος ο Αδαμάντιος Νικολαΐδης.
Κατά τη δεύτερη αυτή τετραετία της δημαρχιακής του θητείας ο Μιχαήλ Σάπκας ολοκλήρωσε τον άθλο της σημαντικής μεταμόρφωσης της Λάρισας, με την αποπεράτωση των έργων ύδρευσης, ηλεκτροφωτισμού, την ανέγερση οκτώ σχολικών διδακτηρίων, μερικά από τα οποία εξυπηρετούν έως σήμερα τις ανάγκες της Μέσης και Στοιχειώδους εκπαίδευσης, αλλά και την καταπολέμηση των δύο μεγάλων πληγών της πόλης, της λάσπης τον χειμώνα και της σκόνης το καλοκαίρι, με τη δημιουργία ασφαλτοστρωμένων δρόμων ιδιαίτερα στον κεντρικό τομέα. Η Λάρισα είχε αρχίσει να αποβάλλει τον υποτιμητικό χαρακτηρισμό της τουρκόπολης και να αποκτά τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα πολιτισμένης πόλης.
Πέραν των άλλων ενεργειών, η δημοτική αρχή κατά την περίοδο αυτή, συνέλαβε την ιδέα να ανεγείρει μεγάλη αγορά, στην οποία να συγκεντρωθούν όλα τα κρεοπωλεία, τα ιχθυοπωλεία και τα οπωροπωλεία, που ως τότε κατέκλυζαν την οδό Πανός και δημιουργούσαν στην περιοχή αφόρητη δυσοσμία. Αυτή την κατάσταση αποφάσισε να τερματίσει ο Σάπκας με την κατασκευή Δημοτικής Αγοράς. Επειδή όμως προέβλεπε ότι η ενέργειά του αυτή θα προκαλούσε αντιδράσεις καθώς θα θίγονταν τα συμφέροντα πολλών, χρησιμοποίησε τη φιλία του με τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, τον οποίο έπεισε να ψηφίσει ειδικό νόμο, βάσει του οποίου όλα αυτά τα καταστήματα θα συγκεντρώνονταν αναγκαστικά στη δημοτική αγορά. Όμως οι επαγγελματίες, οι οποίοι θα μετακόμιζαν υποχρεωτικά, πίστευαν ότι στη νέα τους θέση η κατανάλωση θα ήταν μειωμένη. Η ενέργεια αυτή του Σάπκα προκάλεσε σε μεγάλη μερίδα επαγγελματιών έντονη αντίδραση, την οποία άρχισε να την εκμεταλλεύεται ο πολιτικός του αντίπαλος Στυλιανός Αστεριάδης, ο οποίος προσπαθούσε να αξιοποιήσει τις δυσαρέσκειες που προέρχονταν από τα αυστηρά μέτρα που εφάρμοζε ο Δήμαρχος, με σκοπό τη βελτίωση της ζωής στην πόλη.
Κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, την παράταξη του Σάπκα υπερασπιζόταν η εφημερίδα «Κήρυξ», η οποία είχε εκδοθεί εκείνη την περίοδο από τον δικηγόρο Αδαμάντιο Νικολαΐδη. Τον συνδυασμό του Αστεριάδη πρόβαλλε η εφημερίδα «Ελευθερία». Το περίεργο σ' αυτή την εκλογική αναμέτρηση ήταν ότι και οι δύο υποψήφιοι δήμαρχοι ανήκαν στο ίδιο κόμμα, το Λαϊκό, γι’ αυτό και απέφευγαν να δώσουν κομματικό χρώμα στις υποψηφιότητές τους. Αντιθέτως, προσπαθούσαν να προσεταιρισθούν τους οπαδούς του κόμματος των Φιλελευθέρων, το οποίο απέφυγε και σ' αυτές τις εκλογές να κατεβάσει δικό του υποψήφιο. Στις προηγούμενες εκλογές του 1929, έπειτα από σύσταση του Βενιζέλου, οι Φιλελεύθεροι υποστήριξαν εμφανώς τον συνδυασμό του Σάπκα. Και ο τελευταίος σαν ανταπόδοση της υποστήριξης αυτής τοποθέτησε πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου τον δικηγόρο Νικόλαο Μανωλάκη, ο οποίος ήταν ένας από τους εξέχοντες παράγοντες του κόμματος των Φιλελευθέρων στη Λάρισα. Επίσης στο ψηφοδέλτιό του περιέλαβε για δημοτικούς συμβούλους και πολλούς βενιζελικούς.
Η θητεία του Μιχαήλ Σάπκα ως δημάρχου τερματίστηκε με τις εκλογές της 11ης Φεβρουαρίου 1934. Στις εκλογές αυτές μεγάλη μερίδα των Λαρισαίων τον καταψήφισε, κυρίως οι περισσότεροι από τους Φιλελεύθερους, οι οποίοι αυτή τη φορά στράφηκαν προς τον Αστεριάδη. Μάλιστα μόλις ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα ο πολιτευτής των Φιλελευθέρων Στέφανος Αναστασιάδης έσπευσε να τηλεγραφήσει στον Βενιζέλο που βρισκόταν στα Χανιά της Κρήτης, ότι η νίκη του Αστεριάδη ήταν νίκη του κόμματος των Φιλελευθέρων.
Το γεγονός της αποτυχίας στενοχώρησε αφάνταστα τόσο τον ίδιο τον Σάπκα, όσο και τους φίλους του και από τότε δεν ασχολήθηκε ενεργά με τα δημοτικά πράγματα της Λάρισας. Το γεγονός αυτό δεν πρέπει να εντυπωσιάζει. Ιστορικά τέτοιες συμπεριφορές του εκλογικού σώματος έχουν καταγραφεί πολλές φορές και σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους. Οι αρχαίοι Αθηναίοι είχαν βαρεθεί να ακούν για τον «δίκαιο Αριστείδη» και μια μέρα έριξαν το όστρακο της εξορίας του. Ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, ο οποίος πρωτοστάτησε στην ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα, στις εκλογές της 20ής Δεκεμβρίου 1881 οι Θεσσαλοί ψηφοφόροι τάχθηκαν συντριπτικά υπέρ του αντιπάλου του Χαρίλαου Τρικούπη. Στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 ο φίλος του Σάπκα, Ελευθέριος Βενιζέλος, ο νικητής των Βαλκανικών πολέμων, γευόταν το πικρό ποτήρι της ανθρώπινης αχαριστίας. Γνήσιοι απόγονοι των Ελλήνων και οι Λαρισαίοι, δεν ήταν δυνατόν να συμπεριφερθούν διαφορετικά στον Σάπκα.
Αναφέρθηκε ότι και οι φίλοι του Σάπκα πικράθηκαν το 1934 από το αποτέλεσμα των εκλογών. Ο δικηγόρος Χρήστος Γαργάλας δημοσίευσε στην εφημερίδα "Ελευθερία" άρθρο, με το οποίο χαρακτήριζε το εκλογικό αποτέλεσμα «Λαρισινή τραγωδία» και πρόσθετε ότι: «Θα έλθει κάποτε η ώρα που οι Λαρισινοί, σκληρά μετανοιωμένοι, θα χτυπάνε τα κεφάλια τους στον τοίχο». Στο άρθρο αυτό απάντησε την επόμενη ημέρα ο φίλος του δικηγόρος Ξενοφών Ριζόπουλος [3], ο οποίος ουσιαστικά ήταν ο πρωτεργάτης του συνδυασμού του Αστεριάδη, γράφοντας ότι οι Λαρισαίοι δεν πρόκειται να μεταμεληθούν, αφού κατόρθωσαν να καταλύσουν το "καθεστώς των τριών Μ" [4] που δυνάστευε τη Λάρισα επί τόσα χρόνια. Ο Γαργάλας δεν θέλησε να απαντήσει στον συνάδελφό του. Τελικά βέβαια ο χρόνος τον δικαίωσε. Όμως ο Ριζόπουλος δεν αρκέσθηκε στην γραπτή απάντηση μέσω της εφημερίδας, αλλά λίγες ημέρες αργότερα κάλεσε τους ψηφοφόρους της νικήτριας παράταξης σε συγκέντρωση που έγινε επί της οδού Κούμα, στην οποία μίλησε από τον εξώστη της «Λέσχης Ξυραδάκη»[5], πανηγυρίζοντας την εκλογική νίκη του Αχιλ. Αστεριάδη.
----------------------------------------------
[1]. Ο Αγαμέμνων Σλήμαν ήταν γιός του Ερρίκου Σλήμαν, του αρχαιολόγου, ο οποίος ως γνωστόν αποκάλυψε την Τροία και έκανε τις σωστικές ανασκαφές στις Μυκήνες. Ο Αγαμέμνων εξελέγη επανειλημμένως βουλευτής στην επαρχία Αγιάς. Το διάστημα αυτό βρισκόταν στο Παρίσι και ο Σάπκας, φίλος του και ομοϊδεάτης, ζήτησε τη βοήθειά του για τις Δημοτικές εκλογές του 1929, την οποία όπως με διάφορα προσχήματα φαίνεται ότι δεν του την προσέφερε.
[2]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Ο Δήμαρχος Στυλιανός Αστεριάδης-Πατόφλας, εφ. "Ελευθερία", φύλλο της 2ας Νοεμβρίου2016. Του ιδίου: Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα Γ΄(2016), Λάρισα (2019) σελ. 183-186.
[3]. Και οι δύο δικηγόροι και ο Χρήστος Γαργάλας και ο Ξενοφών Ριζόπουλος, ήταν φίλοι μεταξύ τους, σπουδαίοι ρήτορες και διακρίθηκαν ιδιαιτέρως στα ποινικά δικαστήρια κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου.
[4]. Τα τρία "Μ" ήταν το βασικό σύνθημα της προεκλογικής εκστρατείας των υποστηρικτών του Αχιλλέα Αστεριάδη. Τα δύο από τα «Μ» ήταν τα αρχικά των ονομάτων Μιχαήλ Σάπκα και Μιχαήλ Μπούρα και το τρίτο ήταν το αρχικό του επωνύμου του τότε εγκατεστημένου στη Λάρισα Αθηναίου εργολάβου-μηχανικού Μιχαλέα. Ο τελευταίος είχε κατασκευάσει όχι μόνον όλα τα σχολικά διδακτήρια της πόλης, αλλά και την Δημοτική Αγορά. Οι εργολάβοι της Λάρισας τον θεωρούσαν ευνοούμενο του Σάπκα και η εχθρότητά τους στράφηκε εναντίον του δημάρχου. Ο Μιχαήλ Μπούρας υπήρξε για χρόνια πρόεδρος της ΕΥΗΛ (Εταιρεία Υδρεύσεως Ηλεκτρισμού Λαρίσης). Άνθρωπος έντιμος και απαιτητικός, αρνιόταν να προσλάβει αργόμισθους και δεν χαριζόταν σε κανέναν που καθυστερούσε την πληρωμή του ηλεκτρικού και του νερού. Βέβαια με την πολιτική του αυτή έσωσε την ΕΥΗΛ από την οικονομική καταστροφή, όμως η κατακραυγή του κόσμου στρεφόταν εναντίον του αλλά και κατά του Σάπκα που ήταν ο πρόεδρος της Εταιρείας.
[5]. Η Λέσχη Ξυραδάκη ήταν ιδιωτική Λέσχη όπου σύχναζαν διάφοροι εύποροι αστοί της Λάρισας, η οποία λειτουργούσε και σαν χαρτοπαικτική λέσχη. Στεγαζόταν σε ένα διώροφο κτίριο στην αρχή της οδού Κούμα, δίπλα από το καφενείο "Παράδεισος". Μεταπολεμικά στη θέση και των δύο κτίστηκε ο κινηματογράφος «Ορφεύς».
Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com