Κατόπιν τούτου τα μέλη της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου συγκεντρώθηκαν στον πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου και επέλεξαν ως διάδοχό του τον επίσκοπο Τρωάδος Πολύκαρπο.
Ο Πολύκαρπος, κατά κόσμον Πέτρος Βέσσης[2], γεννήθηκε το 1778 στη Δάρδα της Βορείου Ηπείρου, μια μικρή πολίχνη κοντά στην Κορυτσά και απέκτησε ικανή μόρφωση παρακολουθώντας μαθήματα σε διάφορες Σχολές της περιοχής (Μοσχόπολη, Καστοριά, Ιωάννινα, Βεράτι). Το 1806 χειροτονήθηκε διάκονος στην Άρτα και λίγο αργότερα βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου το 1808 εκλέχθηκε βοηθός επίσκοπος του Οικουμενικού Θρόνου με τον τίτλο επίσκοπος Τρωάδος και το 1810, σε νεαρή ηλικία, επιλέχθηκε ως μητροπολίτης Λαρίσης.
Τον Φεβρουάριο του 1811 έφθασε στη Λάρισα και λίγες ημέρες αργότερα ταξίδεψε μέχρι τα Ιωάννινα για να επισκεφθεί τον Αλή πασά και να δημιουργήσει σχέσεις μαζί του, αφού ήταν και οι δυο τους Βορειοηπειρώτες. Την περίοδο εκείνη (1812) επισκέφθηκε τη Λάρισα ο Αγγλος περιηγητής Henry Holland, ιατρός το επάγγελμα και καθώς φιλοξενήθηκε στο Επισκοπείο[3], γνώρισε τον μητροπολίτη Πολύκαρπο από κοντά και συζήτησε μαζί του. Τον περιγράφει ότι ήταν ψηλός, αρκετά μορφωμένος, με μακριά μαύρη γενειάδα και σχετικά νέος, αφού δεν είχε φθάσει ακόμα τα σαράντα του χρόνια.
Πρώτη του φροντίδα μόλις έφθασε στη Λάρισα ήταν να προσπαθήσει να συγκεντρώσει άμεσα τα χρήματα από τις οικονομικές υποχρεώσεις των χριστιανών της περιφερείας του προς το Πατριαρχείο. Όμως η ενέργειά του αυτή προκάλεσε στη Λάρισα έντονες αντιδράσεις όχι μόνον από μεμονωμένα άτομα, αλλά και συλλογικά από τις συντεχνίες της πόλης. Επικεφαλής ήταν ο παπα-Δημήτριος Οικονόμου, ο θείος του Ιωάννη Οικονόμου του Λογιωτάτου, ο οποίος κατά τη θητεία του μητροπολίτου Γαβριήλ Γκαγκά υπήρξε Οικονόμος και Αρχιερατικός Επίτροπος της Μητρόπολης. Ακολούθησαν προστριβές του και με τον Βελή πασά, διοικητή της Θεσσαλίας, ο οποίος είχε έδρα τη Λάρισα και τον Τύρναβο, καθώς ο Πολύκαρπος είχε κρυφές συναντήσεις με καπεταναίους της περιοχής. Όλη η Ελλάδα βρισκόταν τότε σε μια προεπαναστατική περίοδο και ο Βελής είχε κάθε λόγο να φοβάται για τυχόν επαναστατικές εξεγέρσεις των χριστιανών της Θεσσαλίας.
Το 1818 ο Πολύκαρπος αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το ποίμνιό του και να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη, επειδή δεν υπέκυψε στις πιέσεις του Αλή πασά να χειροτονήσει ως επίσκοπο Σταγών έναν ευνοούμενό του. Επέστρεψε και πάλι στη Λάρισα τον Ιούνιο του 1820, εκμεταλλευόμενος την παραίτηση του μητροπολίτη Κυρίλλου Βογασάρη που είχε καταλάβει τη θέση του. Όμως με την έναρξη της ελληνικής επανάστασης περιέπεσε στη δυσμένεια του Μαχμούτ πασά Δράμαλη, συνελήφθη, φυλακίσθηκε, βασανίσθηκε και στις 19 Σεπτεμβρίου 1821 αποκεφαλίσθηκε στη δεξιά όχθη του Πηνειού, κάτω από την εκκλησία του Αγ. Αχιλλίου, το δε σώμα του μαζί με την καρατομηθείσα κεφαλή πετάχτηκαν στα νερά του ποταμού.
Για την παρουσία στη Λάρισα του ιατρού και λόγιου Ιωάννη Βηλαρά έχουμε αναφερθεί επανειλημμένως[4]. Μετά τις σπουδές του είχε προσληφθεί ως προσωπικός ιατρός του Βελή πασά[5], γιου του Αλή πασά. Έτσι όταν το 1812 ο Βελή πασάς τοποθετήθηκε από τον σουλτάνο στο πασαλίκι της Λάρισας, ήλθε μαζί του και παρέμεινε μέχρι το 1817, οπότε επέστρεψε στα Ιωάννινα. Κατά την παραμονή του στη Λάρισα συναναστρεφόταν πολύ τακτικά και με τον Βορειοηπειρώτη πατριώτη του, μητροπολίτη Πολύκαρπο Δαρδαίο. Σε κάποια ονομαστική εορτή του μητροπολίτη (ο Αγιος Πολύκαρπος εορτάζεται στις 23 Ιανουαρίου) ο λόγιος Ιωάννης Βηλαράς συνέθεσε ένα ποιητικό εγκώμιο, το οποίο απήγγειλε κατά τη διάρκεια μιας συνεστίασης. Το έμμετρο αυτό έργο του είναι σήμερα σχεδόν άγνωστο και η σύνθεσή του προκαλεί εντύπωση σε όσους γνωρίζουν ότι ο Βηλαράς διέπονταν από ισχυρό αντικληρικό πνεύμα[6]. Η εορταστική συνεστίαση στην οποία απήγγειλε το εγκώμιό του πρέπει να τοποθετηθεί μεταξύ των ετών 1813 και 1817, δηλαδή όσο διάστημα βρισκόταν στη Λάρισα. Οι στίχοι του, τόσο στο πρώτο μέρος που απευθύνονται στον εορτάζοντα, όσο και στο δεύτερο που απευθύνονται στους συνδαιτυμόνες του, δείχνουν ξεχωριστή εκτίμηση και ευλάβεια του ποιητή προς τον ιεράρχη. Τον παραβάλλει με τον Αγιο Πολύκαρπο επίσκοπο Σμύρνης, μεταλλάσσοντας έτσι το ευλαβικό εγκώμιο σε ομολογία πίστεως.
Για τοπικούς ιστορικούς λόγους παραθέτουμε τους στίχους όπως ακριβώς τους κατέγραψε ο ποιητής, με τη συντακτική ιδιομορφία που παρατηρείται στο έργο του. Τιτλοφορείται: "Στον Λαρίσης Πολύκαρπο" και έχει ως εξής:
Δύο υποκείμενα στολίζουν ένα όνομα, μια αξία,
και διπλής χαράς αιτία είναι αυτή η αφορμή.
Δύο Πολύκαρπους τιμάμε: [ο] ένας χαίρεται από χρόνια
την ζωή την αναιώνια, κι [ο] άλλος ζη με μας μαζί.
Ω! εσύ που ζης ακόμα και πασκάς για την Αλήθεια
με του Άγιου τη βοήθεια έχε κάθε παντοχή.
Κι’ ο ουρανός σ’ εισακούει, τι σε βλέπει με χαρά του
άξιον να’ χης τ’ όνομά του εις της Λάρσας το θρονί.
Στην πανήγυριν ετούτη το γιομάτο πιέτε φίλοι
και μ’ ευλάβειας αχείλι τον εδώ και τον εκεί,
συνονόματους ποιμένας ας φημίσωμε τιμώντας
και απ' τους δυο θερμά ζητώντας ευλογία και ευκή!
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς από την ανάγνωση, στο εορταστικό αυτό εγκώμιο ο Ιωάννης Βηλαράς δεν εφαρμόζει στη γραφή του την αυστηρή γραμματική της «ρομεηκης γλοσας», ενώ οι στίχοι του φαίνονται να είναι πρόχειροι. Όμως το κείμενο αυτό μας αποτυπώνει την πνευματική ευωχία που είχαν οι εορταστικές συγκεντρώσεις την περίοδο εκείνη στον κύκλο των μορφωμένων χριστιανών, παρά τις καταπιέσεις που δέχονταν από τους Οθωμανούς κατακτητές.
------------------------------------------------
[1]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Ο μητροπολίτης Λαρίσης Γαβριήλ Β΄ Γκάγκας και η ανεψιά του κυρά-Φροσύνη, εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλο της 20ής Δεκεμβρίου 2017.
[2]. Βλέπε: π. Νεκτάριος Δρόσος, Έξη υπομνήματα εκλογής μητροπολιτών της Λάρισας (1803-1821), περ. Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τόμ. 44 (2006) σελ. 145-160. Από άλλους ερευνητές αναφέρεται και ως Πολύκαρπος Μπότσης ή Πολύκαρκος Μπιθικούκης. Το Δαρδαίος υποδηλώνει τον τόπο καταγωγής του.
[3]. Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι περιηγητές, οι οποίοι επισκέφθηκαν την πόλη μας κατά τον 19ο αιώνα, φιλοξενούνταν στο Επισκοπείο, έπειτα από σύσταση του πασά της Λάρισας, αφού τα πανδοχεία (χάνια) της δεν τους παρείχαν ούτε κάν τις στοιχειώδεις ανέσεις.
[4]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος Ο ιατροφιλόσοφος Ιωάννης Βηλαράς στη Λάρισα. Οι συναντήσεις με τον Αγγλο ιατρό και περιηγητή Henry Holland, εφ. «Ελευθερία», ένθετο «Πολιτισμός», Λάρισα, φύλλο της 17ης Ιουλίου 2005. Επίσης, του ιδίου: Ο Holland περιγράφει τη Λάρισα του 1812, εφ. Larissanet, φύλλα της 10ης, 17ης και 24ης Οκτωβρίου 2014.
[5]. Είναι γνωστό ότι ο Βελή πασάς όπου και αν βρισκόταν, περιτριγυριζόταν από μια πλειάδα ιατρών, επειδή λόγω του έκλυτου βίου του, έπασχε από διάφορα αφροδίσια νοσήματα.
[3]. Ήταν περισσότερο γνωστός στην εποχή του, από τις γλωσσικές και ορθογραφικές πρωτοποριακές ιδέες του. Το 1814 και ενώ βρισκόταν στη Λάρισα, τύπωσε στην Κέρκυρα το μοναδικό, όσο ζούσε, βιβλίο του με τίτλο «Η ρομεηκη γλοσα». Σ‘ αυτό ανέλυε τις τολμηρές ιδέες του για τη δημοτική, τη γλώσσα του λαού, αυτή που μιλούσε στις καθημερινές συναναστροφές ο απλός και αγράμματος ραγιάς. Στη Γραμματική λ.χ. εισήγαγε τη φωνητική ορθογραφία, κατάργησε τα διπλά γράμματα, τους τόνους, τα πνεύματα, τους διφθόγγους και άλλα. Η αλλαγή που συνιστούσε στο βιβλίο του ήταν τόσο ισοπεδωτική, ώστε και σήμερα διαβάζοντάς το να ενοχλεί ακόμα και τον πλέον εξοικειωμένο στη χρήση της δημοτικής γλώσσας αναγνώστη.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου