Είναι γνωστό ότι ο Γρηγόριος Κωνσταντάς το 1795 προσκλήθηκε στα Αμπελάκια της Θεσσαλίας για να διδάξει στο Ελληνομουσείο της ξακουστής για την παραγωγή των κόκκινων νημάτων και της πρωτοποριακής "Κοινής Συντροφίας" κωμόπολης. Στη Σχολή δίδασκε αρχαία ελληνικά, φιλοσοφία, μαθηματικά και ιταλικά, μαζί με πολλούς άλλους διαπρεπείς λογίους της εποχής του, κατόπιν έγινε σχολάρχης και το 1803 παραιτήθηκε και αναχώρησε για τη Βιέννη. Η οκτάχρονη αυτή θητεία του στη Σχολή είναι η μέχρι σήμερα γνωστή παρουσία του Κωνσταντά στα Αμπελάκια. Όμως υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ο Μηλιώτης ιερωμένος είχε βρεθεί στα Αμπελάκια για άγνωστο χρονικό διάστημα, δύο δεκαετίες περίπου πριν από την περίοδο αυτή. Για να κατανοηθεί καλύτερα ο ισχυρισμός αυτός, κρίνεται απαραίτητο να παρατεθούν σύντομα βιογραφικά στοιχεία, τόσο του ιεροδιακόνου Γρηγορίου Κωνσταντά, όσο και του επισκόπου Πλαταμώνος και Λυκοστομίου Διονυσίου Μιχαήλ, ο οποίος είχε την έδρα της Επισκοπής του στα Αμπελάκια.
Ο επίσκοπος Διονύσιος Μιχαήλ υπολογίζεται ότι πρέπει να γεννήθηκε τη δεκαετία 1720-1730 στη Ραψάνη. Βέβαια δεν συμφωνούν ως προς τον τόπο γέννησής του όλοι όσοι ασχολήθηκαν με τον ιεράρχη. Όμως αρκετές πηγές της εποχής εκείνης επιβεβαιώνουν την αναμφισβήτητη καταγωγή του από τη Ραψάνη, λ.χ. ο ίδιος ο Κωνσταντάς το 1792 προσφωνεί τον αδελφό του επισκόπου Ελευθέριο Μιχαήλ ως Ραψανιώτη[1]. Πιστεύεται ότι αρχικά ο Διονύσιος μαθήτευσε στη Σχολή των Αμπελακίων και εν συνεχεία, αφού χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος, συνέχισε τις σπουδές του στη Σχολή της Κοζάνης, με διδάσκαλο τον Ευγένιο Βούλγαρη. Το 1753 ακολουθεί τον διδάσκαλό του στην Αθωνιάδα Σχολή και αργότερα τον βρίσκουμε να διδάσκει και κατόπιν να διορίζεται σχολάρχης στη Σχολή της Κοζάνης. Το 1763 χειροτονήθηκε επίσκοπος Πλαταμώνος και Λυκοστομίου[2], όπου και παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του, τον Ιανουάριο του 1794[3]. Κατά τη διάρκεια της τριακονταετούς περίπου ποιμαντορίας του «… ο Ιεράρχης ούτος παρίσταται και γραμμάτων μέτοχος και ρήτωρ εκκλησιαστικός και ποιμήν κάλλιστος, μεριμνήσας άγαν υπέρ της πνευματικής, της ηθικής και της κοινωνικής αναπτύξεως του ποιμνίου αυτού…»[4]. Το 1767, με πρωτοβουλία του, οικοδομήθηκε το κτίριο του Επισκοπείου στα Αμπελάκια, κτίσμα το οποίο διατηρείται μέχρι και σήμερα σε ερειπιώδη κατάσταση και μερικώς κολοβωμένο. Το 1780 πιστεύεται ότι υπέγραψε το πρώτο καταστατικό της Συντροφίας των Αμπελακίων, στη δημιουργία της οποίας είχε ενεργό συμμετοχή, αφού «…ενήργησε να συστηθώσι κοιναί εμπορικαί εταιρείαι εις την πατρίδα του [εννοεί τη Ραψάνη] και εις τα Αμπελάκια, αι οποίαι έφθασαν εις μεγάλην ακμήν και έκτασιν εις το εμπόριο με τα κόκκινα νήματα και επραγματεύοντο με όλην σχεδόν την Ευρώπην και την Μικράν Ασίαν».
Ο ιεροδιάκονος Γρηγόριος Κωνσταντάς γεννήθηκε στις Μηλιές μετά το 1750. Τα πρώτα στοιχεία της μόρφωσής του τα απέκτησε στην πατρίδα του σε σχετικά μεγάλη ηλικία από τον παπά-Άνθιμο. Σε ηλικία 20 ετών χειροτονήθηκε διάκονος από τον επίσκοπο Σκοπέλου Διονύσιο(5), κοντά στον οποίο παρέμεινε ένα έτος και μετά συνέχισε τις σπουδές του αρχικά στη Ζαγορά και έπειτα στο Άγιον Όρος, στη Χίο, στην Κωνσταντινούπολη και το Βουκουρέστι. Εδώ, στην Ηγεμονική Ακαδημία της, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα (περίπου πέντε χρόνια), κατόρθωσε από μαθητής να προαχθεί σε διδάσκαλο και στη συνέχεια σε σχολάρχη(6). Το 1787 έφυγε από το Βουκουρέστι και ταξίδευσε σε διάφορες χώρες της κεντρικής Ευρώπης, για να μελετήσει, να εργασθεί και να εκδώσει βιβλία, αναζητώντας συγχρόνως θεραπεία και για το «στηθικόν πάθος» από το οποίο ταλανιζόταν για χρόνια(7). Το 1795 προσκλήθηκε στα Αμπελάκια για να διδάξει. Ήταν μικρό το χρονικό διάστημα από τον θάνατο του Διονυσίου [Ιανουάριος 1794] όταν έφθασε στην περίφημη κωμόπολη του Κισσάβου και η σκιά της επιβλητικής προσωπικότητας του αποθανόντος ιεράρχη εξακολουθούσε ακόμη να πλανιέται στην επισκοπική του περιφέρεια, αλλά και στη λειτουργία της Σχολής. Αργότερα μαζί με τον εξάδελφό του Άνθιμο Γαζή δημιούργησε την ξακουστή Μηλιώτικη Σχολή, στην οποία και δίδαξε. Συμμετείχε ενεργά στις τελευταίες φάσεις της επανάστασης της Θεσσαλομαγνησίας τον Μάιο του 1821 και μετά την αποτυχία της κατέφυγε τελικά στην Πελοπόννησο. Εδώ, η προσωρινή διοίκηση του νέου ελληνικού κράτους τού ανέθεσε διάφορα υψηλά κρατικά καθήκοντα. Το 1834 επέστρεψε οριστικά στις Μηλιές, για να διδάξει και πάλι στη Σχολή της μέχρι το 1844, οπότε και πέθανε σε βαθύτατο γήρας.
Από την παράθεση των σύντομων βιογραφιών των δύο ανδρών γίνονται αντιληπτά δύο γεγονότα. Πρώτον, οι δύο άνδρες δεν ήταν συνομήλικοι. Υπήρχε μεταξύ τους μια διαφορά ηλικίας περίπου 25-30 ετών. Και δεύτερον, κατά τη διάρκεια της γνωστής παραμονής του Κωνσταντά στα Αμπελάκια [1795-1803], ο επίσκοπος Διονύσιος δεν βρισκόταν στη ζωή. Επομένως γεννιέται το ερώτημα: Οι δύο άνδρες, οι σχέσεις των οποίων υπήρξαν τόσο στενές, όπως διαπιστώνεται από τις διασωθείσες γραπτές μαρτυρίες, συναντήθηκαν ποτέ; Και εάν ναι, πότε; Για το θέμα αυτό θα παρατεθούν ορισμένα αξιόπιστα ιστορικά στοιχεία, βάσει των οποίων θα εξαχθούν χρήσιμα και αξιόλογα συμπεράσματα. Τα ιστορικά στοιχεία τα οποία θα παρατεθούν, αφορούν στις σχέσεις των δύο ανδρών και μπορούμε να τα διακρίνουμε σε άμεσα ιστορικά στοιχεία και σε έμμεσα. Τα άμεσα αφορούν στις σχέσεις μεταξύ των δύο ιερωμένων, τα έμμεσα αφορούν στις σχέσεις του Κωνσταντά με το άμεσο συγγενικό περιβάλλον του επισκόπου.
Άμεσες ιστορικές πηγές. Οι πηγές αυτές προέρχονται όλες από την πλευρά του Γρηγορίου Κωνσταντά και θα τις καταγράψουμε κατά χρονολογική σειρά:
Α’. Το 1791 οι Δημητριείς (Δανιήλ Φιλιππίδης και Γρηγόριος Κωνσταντάς) εκδίδουν στη Βιέννη τον Α’ και μοναδικό τελικά τόμο της Γεωγραφίας Νεωτερικής, «… τη φιλοτίμω χρηματική συνδρομή του εντιμοτάτου κυρίου Ίβου Δροσινού Χατζή Ίβου του εξ Αμπελακίων ...». Στο βιβλίο τους αυτό οι συγγραφείς αναφέρουν για τα Αμπελάκια τα εξής: «… έχουν μεταξύ των άλλων και σχολείο Ελληνικό το οποίο εσύστησε με την προτροπήν του ο νυν αρχιερατεύων επίσκοπος του Πλαταμώνος, ο οποίος έκαμε και άλλα ωφέλιμα εις αυτή τη χώρα και εις άλλαις της επισκοπής του. Άμποτες να είχαν όλαις αι επισκοπαίς της Ελλάδος μας τέτοιους επισκόπους».[8].
Κατά τη συγγραφή της Νεωτερικής Γεωγραφίας ο Κωνσταντάς, με τα μέχρι σήμερα γνωστά δεδομένα, δεν είχε επισκεφθεί τα Αμπελάκια. Η αναφορά όμως για την περιοχή και τον επίσκοπο Διονύσιο είναι πολύ μεγάλη σε έκταση, συγκριτικά με άλλες περιοχές. Για το γεγονός αυτό η χορηγία του Αμπελακιώτη Ίβου Δροσινού για την έκδοση της Γεωγραφίας δεν αξιολογείται ιδιαίτερα, καθώς η οικονομική κατάσταση των κατοίκων των Αμπελακίων την περίοδο εκείνη ήταν ανθηρή και η συνδρομή τους στην πνευματική ανάπτυξη του γένους ήταν αναμενόμενη. Όμως οι έπαινοι για τον Διονύσιο και η συχνή αναφορά σ‘ αυτόν, δημιουργεί την αίσθηση ότι δεν υπήρχε μόνον μια απέραντη εκτίμηση του Κωνσταντά[9] στο πρόσωπό του και στις ικανότητές του, αλλά και πως είχε προηγηθεί μεταξύ τους κάποια στενή προσωπική γνωριμία.
(Συνεχίζεται)
-------------------------------------------------------------------
[1]. Αι Επιστολαί Συνεσίου του Κυρηναίου, μετά των Σχολίων του Διδασκάλου Νεοφύτου Ιεροδιακόνου του Πελοποννησίου, εκδοθείσαι σπουδή τε και επιστασία Γρηγορίου Ιεροδιακόνου Δημητριέως του Κωνσταντά και συνδρομή εν μέρει των εντιμοτάτων κυρίων Ελευθερίου Μιχαήλ Ραψανιώτου, και Αβραμίου Χατζή Δημητρίου. Εν Βιέννη της Αούστριας, εν τη τυπογραφία Γεωργίου του Βεντότου. 1792.
[2]. Λυκοστόμιο. Μεσαιωνική πόλη της περιοχής των Τεμπών, η θέση της οποίας δεν έχει ακόμα εντοπισθεί με ακρίβεια.
[3]. Παπαδημητρίου Νόννα. Η Επισκοπή Πλαταμώνος και Λυκοστομίου. Διδακτορική διατριβή. Αθήναι (1984), σ. 126.
[4]. Γεδεών Μανουήλ. Διονύσιος Πλαταμώνος, εφ. "Εκκλησιαστική Αλήθεια", Κωνσταντινούπολις, έτος Ε', τεύχος Α, 16 Οκτωβρίου 1884, σελ. 9.
[5]. Ο ιεράρχης Διονύσιος, καταγόμενος από τη Σκόπελο, ποίμανε την επισκοπή Σκιάθου–Σκοπέλου περίπου 45 χρόνια (7.12.1731 – 26.10.1776), όπως αναφέρει ο Τρύφων Ευαγγελίδης στο βιβλίο του "Η νήσος Σκιάθος και αι επρί αυτήην νησίδες", Εν Αθήναις, (1913), σ. 69.
[6]. Camariano-Cioran Ariadna. Ο Γρηγόριος Κωνσταντάς δάσκαλος στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου, 1782; - 1787. "Θεσσαλικό Ημερολόγιο", τόμ. 28 (1895), σς. 94-104.
[7]. Καμηλάρις Ρήγας. Γρηγορίου Κωνσταντά. Βιογραφία-Λόγοι-Επιστολαί, μετά περιγραφής των Μηλεών και της Σχολής αυτών. Εν Αθήναις, (1897), σελ. 12-13.
[8]. Δανιήλ Φιλιππίδης – Γρηγόριος Κωνσταντάς. Γεωγραφία Νεωτερική. Επιμέλεια Αικατερίνη Κουμαριανού, Αθήνα (1988) σελ. 193-194.
[9].Οι ιστορικοί ερευνητές δέχονται ότι τα κείμενα της "Νεωτερικής Γεωγραφίας" τα οποία αφορούσαν στη Θεσσαλία έγραψε ο Γρηγόριος Κωνσταντάς.
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com