Πιο ειδικά η Πελασγιώτιδα εκτείνεται από Όλυμπο και Όσσα μέχρι και την περιοχή του Βόλου και των Παγασών. Θα δούμε μία φαντασιακή, οπωσδήποτε, εικόνα του ποταμού όλης της Θεσσαλίας μέσα από το διάβα των αιώνων, μέχρι και το Βυζάντιο.
1. Ο Πηνειός γεννήτωρ της Θεσσαλίας: η βουλή του «Ποσειδώνα»
O Φιλόστρατος ο πρεσβύτερος (2ος-3ος αι. μ.Χ.), στις περίφημες «Εικόνες του», μια συλλογή που είδε (πραγματικώς ή ποιητικώς) σε μια τετραώροφη έπαυλη-πινακοθήκη στην Νεάπολη της Ιταλίας με θέα στο Τυρρηνικό πέλαγος, περιγράφει έναν ζωγραφικό πίνακα με θέμα τη Θεσσαλία (Βιβλίο ΙΙ, 14). Η «Θετταλία» απεικονίζει πώς ο Ποσειδών με την Τρίαινα διήνοιξε τα Τέμπη.
Περιγραφή: «Θετταλία: Μεταφέρεται στην Αίγυπτο το νόημα τῆς γραφῆς/κειμένου, κι ὁ λόγος που προσφέρει είναι όχι Αἰγυπτιακός, αλλά νομίζω ανήκει στους Θεσσαλούς • Γιατί στους Αιγυπτίους κοντά στον Νείλο υπάρχει η γη, στους Θετταλούς όμως ο Πηνειός. Ο οποίος δεν άντεχε από τα παλιά χρόνια να μην έχει δική του γῆ, αφού ήταν περιβεβλημένη η (Θεσσαλία) με όρη και στις πεδιάδες το ρεύμα του νερού κατέκλυζε, μη έχοντας τρόπο να εκβάλει τα νερά. Θα τα διαρρήξει όμως τα όρη ο Ποσειδών με την τρίαινα και πύλες στον ποταμό θα φτιάξει… Και έχει σηκωθεί το χέρι του για να διαρρήξει τα όρη… Είναι ζωγραφισμένος όχι κυανούς ή θαλάσσιος, αλλά ηπειρώτης και φυσικά χαίρεται που βλέπει τις πεδιάδες ομαλές και ευρείες σαν θάλασσες. Χαίρεται και ο ποταμὸς Πηνειός σαν να λύθηκε (από τα δεσμά) καὶ φυλάττοντας τὸ μέρος του ἀγκῶνα του —γιατί ο ποταμός εικονιζόμενος όρθιος δεν είναι σύνηθες— προσβλέπει εις τὸν Τιταρήσιο ποταμό που είχε ελαφρύ και πιο πόσιμο νερό, ενώ συμφωνεί με τον Ποσειδώνα να εκβάλει τα νερά του χρησιμοποιώντας κανονική οδό (τα Τέμπη). Ανασηκηκώνεται ακόμη και ἡ Θετταλία, αφού καθιζάνει ήδη το νερό, με πλούσια κόμη (κομώσα) ως ελαίᾳ και κρατώντας στάχυα αλλά και ακουμπώντας στο πουλάρι που ακολουθεί δίπλα της. Γιατί θα υπάρχει πλέον ο ίππος σε αυτή ως δώρο του Ποσειδώνα, όταν τη στιγμή που ο θεός θα κοιμόταν η γη θα υποδεχθεί πλέον αντί για νερά τους ίππους».
Αν θέλαμε να δώσουμε έναν δομικό τίτλο στον αρχαίο πίνακα, θα ήταν «Η Γένεσις της Θεσσαλίας». Αυτό ακριβώς που κάπου αλλού αναφέρεται πως η γη της ήταν «αόρατος και ακατασκεύαστος» (Γένεσις, 1.2). Εδώ ήταν η μεγάλη της πρόκληση, ο αγώνας, να διοχετευθεί το νερό που κατέκλυζε τα πάντα στον χώρο που όριζαν τα γύρω όρη. Ήταν επική προσπάθεια ουσιαστικά για διέξοδο, ελευθερία.
Με την δύναμη του γαιοσείστη Ποσειδώνα, υποχώρησε η άβυσσος της θεσσαλικής θάλασσας και συρρικνώθηκε στον Πηνειό και τους παραποτάμους του. Δηλαδή ο Ποσειδών, εκφράζοντας την τεκτονική δύναμη του υγρού στοιχείου, όρισε τον Πηνειό να φτιάξει τα Τέμπη, πύλη της δημιουργίας του, της μεταμόρφωσής του από τη χαώδη στην φυσική του μορφή. Πουθενά αλλού δεν έδειξε τη δύναμή του το νερό όσο εδώ.
2. Ο Πηνειός γεννήτωρ ανθρώπων: η βουλή του «Απόλλωνα»
Ο Πηνειός είναι γενάρχης των Θεσσαλών ηρώων κατά μία εκδοχή: με τη νύμφη Κρέουσα (=ισχυρή, κυρίαρχη, κράτιστη) ή με τη Ναΐδα [Σχόλια Πινδάρου, Πυθιόνικος IX, 27, 29] απέκτησε τον Υψέα, τον Ανδρέα και τη Στίλβη. Αλλά είναι εποχή που εμφανίζεται ο Απόλλων να δρα στην ανατολική λεκάνη, τα Τέμπη και την ανατολική πεδιάδα ως τον Παγασητικό. Ο φωτεινός θεός από τη Στίλβη, τη λαμπρή γυναίκα, γεννά τον Λαπίθη γενάρχη των Λαπιθών, φυλή που κατοικεί δίπλα στον Πηνειό, στην Πελασγιώδα [Διόδωρος, Βιβλιοθήκη, 4, 68 κ.ε.] Ο Πηνειός με την Πολυδώρα (γη που δίνει δώρα) αποκτά τον Δρύοπα, γενάρχη των Δρυόπων. [Σχόλια Απολλωνίου Ροδίου I, 1213], ενώ είχε κόρες Νύμφες της Θεσσαλίας [Καλλίμαχος, Ύμνοι, 4, 109: «Νύμφαι Θεσσαλίδες, ποταμού γένος»], ακριβώς δηλαδή οι πηγές που εκβάλλουν στον Πηνειό ήταν γενιά του.
Ο μύθος της Στίλβης (στίλβω=λαμποκοπώ) θέλει στην περιοχή που κάποτε άδραξε ο Ποσειδών να αναλαμβάνει πλέον ο Απόλλων, θεός του φωτός. Με τη Στίλβη του Πηνειού δημιουργεί την προϊστορική κοινωνία των Λαπιθών της Πελασγιώτιδας. Το κλασικό όνομα «αργυροδίνης» Πηνειός [Όμηρος, Ιλιάς, Β΄ 753: αργυρός και δινήεις], άλλη μια ποιητική υπερβολή, της ταιριάζει. Το λαμπερό όνομά της συνδέεται νοηματικά με το Άργος το Πελασγικόν, που αποδίδει τον κάμπο της Πελασγιώτιδας, κατά συνεκδοχή και της Λάρισας. Η λ. «Άργος», συγγενής με τη λ. ‘άργυρος’, σημαίνει φωτεινή, αστράπτουσα, στίλβουσα) περιοχή. Ο κάμπος αρχικά ελεγχόταν από την Άργισσα (Ιλιάς, Β΄, 738) ή Άργουρα (Στράβων, ΙΧ 440), δίπλα στο ρεύμα του Πηνειού, μεταξύ Λάρισας και Γούνιτσας. Η αρχαϊκή αυτή πόλη έχει δώσει αρχαιολογικό υλικό ποιότητος παλαιότερο από τη Λάρισα που αναπτύσσεται μόλις τον 6ο αιώνα. Το Άργος αποδίδει μια ποιητική εικόνα των ξανθών, αστραφτερών λιβαδιών με δημητριακά, αποψιλωμένη γη κάτω από το φως του καυτερού ηλίου της Θεσσαλίας, χωρίς πλέον τα δάση που κάποτε κάλυπταν την πεδιάδα. Όλα στην πεδινή Θεσσαλία λάμπουν στο φως, εξ ου και ο ρόλος του Απόλλωνα σε αυτή.
Ο Απόλλων θα επεκτείνει περισσότερο τη δική του μυθική ιστορία με γυναίκες της περιοχής μας. Πρώτα με τη Δάφνη, κόρη του Πηνειού, στα Τέμπη, η οποία μεταμορφώθηκε σε φυτό, όπως την αναφέρουν συγγραφείς, ο Παλαίφατος [49], αλλά πρωτίστως ο Οβίδιος [Ι, 452 κ.ε]. Μετά με μία επίγονο του Πηνειού, την Κορωνίδα από τη Λακέρεια, πόλη μεταξύ Βοιβηϊδας, Όσσας και Πηνειού, στον πυρήνα της γης των Λαπιθών. [Λακέρεια: πρβλ. Lacus, Lake, Λάκκος κτλ]. H λέξη κόρωνος ομοιάζει με το κοίρανος, που σημαίνει αρχηγός. Είναι μία ισχυρή γυναίκα. Από αυτή ο Ασκληπιός [Ησίοδος, Πίνδαρος-3ος Πυθιόνικος, Φερεκύδης, Ομηρικός ύμνος Ασκληπιού, κτλ].
Ο Απόλλων απέκτησε επίσης με την κόρη τού γιου του Πηνειού Υψέα, την Κυρήνη, τον ήρωα Αρισταίο. Η Κυρήνη (πηγή της Κύρης, αφέντρα κι αυτή;) ζούσε στα ορεινά των Λαπιθών δουλεύοντας στα κοπάδια του πατέρα της. Εκεί τη συνάντησε ο Απόλλων και τη μετέφερε στην Αφρική. [Σχόλια Πινδάρου, 9ος Πυθιόνικος, 27] Ο Αρισταίος διετέλεσε ήρωας εφευρέτης και σωτήρας από δυσμενείς καιρικές συνθήκες.
Οι Λαπίθες στη βόρεια-ανατολική Θεσσαλία πάνω από τη Λάρισα, διατήρησαν μνήμες, τόσο για δικούς τους βασιλιάδες (Φλεγύας, Ιξίων, Πειρίθους, Πολυποίτης, Καινέας, Μόψος, Κόρωνος κ.α.), όσο για τις μάχες τους ως γενναίος λαός που ήταν με γειτονικές φυλές, όπως τους Κενταύρους, μυθικές προσωποποιήσεις χειμάρρων, που εξέφραζαν ορεινή φυλή που ζούσε στα ανατολικά ορεινά, πρωτίστως το Πήλιο. Μάχη πολιτισμένων κατά απολίτιστων, του νέου φωτεινού κατά του παλαιού σκοτεινού.
Ο Απόλλων εμπνέει τον Λαπίθη Μόψο που συμμετέχει στην Αργοναυτική εκστρατεία ως οιωνοσκόπος. [Απολλώνιος, Αργοναυτικά, Ι, 65-66] Κατοικεί σε μία περιοχή που λέγεται Τίταρον, εξού και το όνομα του ποταμού Τιταρήσιος -ο εταίρος του Πηνειού στη διάνοιξη των Τεμπών που είδαμε στον Φιλόστρατο. Στην περιοχή του υπήρχε ένα αρχαϊκό μαντείο, η θεσσαλική Δωδώνη κοντά στον Τιταρήσιο [Ιλιάς Β΄ 750-752].
Οι επίγονοι του Πηνειού κατέκλυσαν την Πελασγιώτιδα. Ο Απόλλων μυθική έκφραση της διαυγούς, φωτεινής αλήθειας, γνώσεων και τεχνών, είναι και ο προστάτης της νέας Λάρισας, δίπλα στον Πηνειό, μία πόλη εμπορική, γι’ αυτό εδώ λέγεται «Κερδώος».
3. Ο Πηνειός καταστρέφει και ανανεώνει: η βουλή του «Δία»
Ο Πηνειός είναι και βίαιος ποταμός, παρασέρνει. Το ίδιο όνομα Πηνειός ετυμολογείται από το τις λλ. ‘πήνη’ και ‘πηνίον’ [Λεξικό Liddell-Scott], ξετυλίγεται ο ίδιος σαν κουβάρι ή επίσης είναι ποτάμι με ‘πηνέλοπες’ (πάπιες). Οι κουλούρες χαρακτηρίζουν το ποτάμι πρωτίστως στην περιοχή Λάρισας. Δεν είναι όμως το μοναδικό του όνομα. Λέγεται και Αράξης, που σημαίνει τον ποταμό που διαρρηγνύει τα Τέμπη [Στράβων, Θ΄, ΧΙΙΙ, 13] Ο Απολλώνιος Ρόδιος στα Αργοναυτικά, την ώρα που οι Αργοναύτες περνούσαν από την έξοδο των Τεμπών, του δίνει το όνομα Άμυρος. Ο πραγματικός Άμυρος όμως είναι ένας παραπόταμος, περιέχει και το δυσώδες σήμερα Ασμάκι, ρίχνει τα νερά του στη Βοιβηΐδα αλλά και στον Πηνειό, αφού επικοινωνούσαν κατά εποχές λόγω πλημμυρών. Στο χώρο αυτόν οι Λαρισαίοι είχαν κτίσει φράγμα.
Πριν γίνει φιλικός, δηλαδή προσπελάσιμος και ελεγχόμενος ο Πηνειός ήταν εχθρικός και βίαιος ή κάποιοι εκμεταλλεύονταν για να κάνουν κακό στους περαστικούς. Ένα ύποπτο πέρασμα, εθεωρείτο ότι ήταν κατοικία πνεύματος, numen περάσματος που ήθελε τάξιμο, προσφορές. Ή φόρους για τοπικούς παράγοντες ή ληστές. Αυτό υπονοεί ο Απουλήιος (2ος αι.) για τον ήρωά του Σωκράτη (Ι.7) που τον λήστεψαν ερχόμενον από ερχόμενον από Μακεδονία προς Λάρισα. Σε επιγράμματα που έγραψαν δύο ελληνιστικοί συγγραφείς [Παλατινή Ανθολογία, 7, 289: Αντίπατρος Θεσσαλονικεύς, και 7, 550: Λεωνίδας Αλεξανδρινός] αναφέρουν για έναν ναυαγό, τον Ανθέα, ο οποίος μόλις γλίτωσε από τα βόρεια ρεύματα του Θερμαϊκού και βγήκε στις εκβολές του Πηνειού, τον κατασπάραξε ένας λύκος. Ήταν συνηθισμένο όνομα ποταμών το «Λύκος», οπότε ίσως κι εδώ το μετά τα Τέμπη ρεύμα λεγόταν ανάλογα, αποδίδοντας το αίσθημα του άγνωστου αφιλόξενου τόπου, όπως το βλέπουν οι ναυτικοί που έρχονται από τη θάλασσα. Ο Νορμανδός Βοημούνδος πολιορκώντας τη Λάρισα το 1083 έμαθε από κάποιον για το Λυκοστόμιο, μεσαιωνικό όνομα του Πηνειού μετά τα Τέμπη, όπου και ο ομώνυμος οικισμός (στον Πυργετό), και ειρωνεύτηκε τον Αλέξιο Α΄Κομνηνό, μια και είχε κρυφτεί στα Τέμπη, ότι τον έριξε στο στόμα του λύκου [Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς, 26-27,29]. Δημιουργήθηκε έτσι το όνομα «ποταμός Λυκοστομίου», που προσδιορίζει το ρεύμα μετά τα Τέμπη. Καταγράφεται από αρκετούς συγγραφείς μεταξύ των οποίων και ο Άραβας Al-Indrisi (12ος αι.), και αργότερα Οθωμανικές πηγές για όλον τον Πηνειό: Λυκοστόμι(ο)ς, Λυκοστούν ή Κοστούν.
Η επικινδυνότητα του Πηνειού σύντομα εξελίχθηκε σε καθαρτική δύναμη όπως δείχνει ο μύθος του Απόλλωνα των Δελφών, φονέα του Πύθωνα. Ορίσθηκε από τον Δία να καθαρθεί στα νερά του Πηνειού. [Ευριπίδης, Ιφιγένεια εν Ταύροις, Β΄ χορικό, 1234 κ.ε.] Ανά εννέα χρόνια γινόταν η «Πυθιάς» οδός, όπου τώρα ένας νεαρός που αναπαριστούσε τον Απόλλωνα ερχόταν με συνοδεία στο ιερό του Απόλλωνα Τεμπείτη για να καθαρθεί. Στην επιστροφή περνούσε από τη Λάρισα, με στάση όπως και στην κώμη Δειπνιάς (περί τον Πλατύκαμπο) ετελείτο μεγάλο δείπνο.
Πάντως αναφέρει ο Στράβων [Θ΄, V, 20]: «Το μεν ουν του Πηνειού καθαρόν εστίν ύδωρ...».] Τα νερά βέβαια ήταν σχετικώς καθαρά, αφού μέχρι πρό τινος ήταν πόσιμα αλλά το υποδηλώνει και το μεσαιωνικό όνομα του Πηνειού Σαλαμπριάς (απαντά από 10ο αι., κ.ε.), που σημαίνει και πλημμύρα από βροχή. Είναι λατινικό, saluber, salubris, σημαίνει καθαρός, υγιεινός. Προέρχεται από τους λατινόφωνους κατοίκους της υστερορωμαϊκής Θεσσαλίας, που αργότερα έγιναν γνωστοί ως Βλάχοι, σε σημείο να χαρακτηρίζεται η Θεσσαλία Μεγάλη Βλαχία.
Το νερό μιας άλλης πηγής της Αιμονίας (αρχέγονο όνομα της Θεσσαλίας, αλλά τώρα είναι πηγή της Όσσας, άρα ανήκουσα στον Πηνειό) δημιούργησε έναν ξεχωριστό τοπικό ήρωα, τον Αλεύα, γενάρχη των Αλευάδων της Λάρισας, τον επικαλούμενο Πυρρό (αναμμένο, κόκκινο). Αυτός είχε συνοδό ένα φίδι, όπως ο Ασκληπιός, με χθόνια θαυματουργή ιδιότητα, πλούτο, υγεία. Ήταν ποιμένας βουκόλος της Όσσας στην πηγή Αιμονία. (Αιλιανός, Περί ζώων ιδιότητος, VIII 11). Τελικά τον ανέδειξε βασιλέα των Θεσσαλών ο Απόλλων των Δελφών [Πλούταρχος, Περί Φιλαδελφίας, 21].
Στον Αλεύα που ξεκίνησε από την πηγή Αιμονία αποδίδεται η ένωση όλων των πεδινών Θεσσαλών, σε τέσσερις τετράδες (Πελασγιώτις, Εστιαιώτις, Θεσσαλιώτις, Φθιώτις). Είναι ίσως η πιο πρώιμη ένωση Ελλαδιτών, επιβαλλόμενη από τη σύσταση της πεδινής μορφής της Θεσσαλίας, ενωμένης με το σύστημα μικρών ποταμών του Πηνειού. Ονομάστηκε αργότερα «Κοινόν των Θεσσαλών» (6ος αι. κ.ε.) και μετά από αλλαγές έφθασε ως το τέλος της Αρχαιότητας (297μ.Χ). Την κοινοπολιτεία σχολιάζει ο Αριστοτέλης, αλλά οι Ρωμαίοι, μελέτησαν και χρησιμοποίησαν τον τρόπο διακυβέρνησής της για να επιβάλουν ανάλογες συνεργασίες πόλεων στις πόλεις της Ανατολής. Η ένωση αυτή, ήταν μεγάλη κληρονομιά των Θεσσαλών, οι οποίοι από νωρίς συνεργάζονταν στην ανοικτή χώρα τους, συνδεδεμένη με το δίκτυο των παραποτάμων του Πηνειού, για να αντιμετωπίζουν με το περίφημο ιππικό τους τούς ξένους εισβολείς ή διερχόμενους στρατούς.
Η συνύπαρξη των Θεσσαλών κατανοείται από μία ειδική γιορτή. Ο Βάτων ο Σινωπεύς [Αθήναιος, Δειπνοσοφιστές, 14, 639κ.ε.] αναφέρει ότι στην εποχή του (3ος-2ος αι. π.Χ.) υπήρχαν τα «Πελώρια», γιορτή στον τύπο των κρονίων γιορτών, δηλαδή γενική ευωχία όπου τα αφεντικά υπηρετούσαν τους δούλους, απελευθερώνονταν οι δεσμώτες. Ετελείτο σε ανάμνηση της γιορτής που έγινε στην εποχή των Πελασγών όταν ανήγγειλαν ότι λόγω των «εν τη Αιμονίᾳ σεισμών μεγάλων γενομένων ραγείη τα Τέμπη όρη …». Το φοβερό νέο ανήγγειλε στον βασιλιά Πελασγό κάποιος Πέλωρος «Απομίμημα της τότε γενομένης εορτής ... και θύοντας Διὶ Πελωρίω τραπέζας τε λαμπρώς κοσμούντας παρατιθέναι και το σύνολον έτι και νυν Θεσσαλούς μεγίστην εορτήν άγοντας προσαγορεύειν Πελώρια».
Τα Πελώρια δεν ήταν γιορτή του Ποσειδώνα, αλλά του εκφράζοντος το αρχέτυπο του κυβερνήτη Δία (Πελωρίου), ως ελευθερωτή της Θεσσαλίας από τα δεσμά των υδάτων. Ο Δίας, ο νεφεληγερέτης, ο ελευθερωτής από τον Κρόνο/Χρόνο, αυτόν που έτρωγε τη νέα γενιά, κυβέρνησε τη Θεσσαλία και ειδικά τη Λάρισα. Ο τοπικός Δίας Λαρίσιος εξελίχθηκε μετά τη ρωμαϊκή παρουσία (197 π.Χ.) ως Δίας «Ελευθέριος».
Ο λόγος (κι όχι η λατρεία που θέλουν οι νεοειδωλολάτρες) που εκφράζουν οι τρεις θεοί μέσω του Πηνειού προσδιορίζει την ταυτότητα της γης που ζούμε.
Από τον Σταύρο Γουλούλη
* Ο Σταύρος Γουλούλης είναι διδάκτωρ ιστορικός.
(Το παραπάνω κείμενο είναι προϊόν ομιλίας του που έγινε στον Σύλλογο Φίλων του Πηνειού τον περασμένο Φεβρουάριο).