Παρ’ όλο που η ημέρα φαίνεται ηλιόλουστη, η λήψη της φωτογραφίας έγινε στις 6 Ιανουαρίου 1929, κατά την ώρα της τελετής της καταδύσεως του Σταυρού στον Πηνειό κατά την εορτή των Θεοφανείων. Για ευκολότερο προσανατολισμό αναφέρουμε ότι στο κέντρο της φωτογραφίας διακρίνεται η παλιά λίθινη γέφυρα του Πηνειού, η οποία ενώνει τις δύο όχθες του. Κατά την επικρατέστερη άποψη κτίσθηκε κατά τους πρώτους χρόνους της Τουρκοκρατίας (αρχές 16ου αι.) από τον Χασάν μπέη, εγγονό του κατακτητή της Λάρισας Τουρχάν μπέη. Ήταν το σπουδαιότερο κτίσμα της πόλεως, το περισσότερο ζωγραφισμένο και φωτογραφημένο τοπίο της Λάρισας όλους αυτούς τους 4,5 αιώνες ύπαρξής του. Κατασκευαστικά έχει πολλές ομοιότητες με την γέφυρα της Αλαμάνας η οποία βρίσκεται έξω από την Λαμία και την γέφυρα του Ενιπέα στα Φάρσαλα και αποδίδονται και οι τρεις στον ίδιο τεχνίτη[1].Ως γνωστόν ανατινάχτηκε δύο φορές κατά τη διάρκεια της κατοχής.
Το νερό του ποταμού είναι ομαλά εγκιβωτισμένο από τις όχθες του Πηνειού και στη δεξιά πλευρά της εικόνας, στο ύψος του Αλκαζάρ, η κοίτη του διχάζεται επειδή στο μέσον προβάλλει το νησάκι. Ήταν μια μικρή επιμήκης λωρίδα γης μέσα στο ποτάμι, ανώμαλη, αδιαμόρφωτη, με χαμηλή βλάστηση, η οποία ήταν προσβάσιμη μόνον με πλωτά μέσα. Σήμερα δεν υπάρχει γιατί συσσωματώθηκε με την δεξιά όχθη.
Στο επάνω μέρος της φωτογραφίας αποτυπώνεται μέρος από την συνοικία Πέρα μαχαλάς, ο οποίος σε έκταση είναι πολύ μικρός σε σύγκριση με τον σημερινό και χωρίς διακριτές ρυμοτομικές γραμμές. Οι κατοικίες είναι ως επί το πλείστον ισόγειες, μικρές και τα μόνα κτίσματα που διακρίνονται είναι το θέατρο «Απόλλων», το οποίο εντοπίζεται στα αριστερά βγαίνοντας από την γέφυρα και πιο κάτω στη θέση του σημερινού ναού του Αγ. Χαραλάμπους ο προπολεμικός ναός, που καταστράφηκε από τον σεισμό του 1941. Στα δεξιά βγαίνοντας από την γέφυρα μόλις διακρίνεται το σπιτάκι του φόρου, όπου πληρώνονταν τα διαπύλια τέλη[2].Δεξιά εκτείνεται το άλσος Αλκαζάρ, του οποίου η βλάστηση σταματάει στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται το μνημείο των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης. Η δενδροφύτευση που συνεχίζεται σήμερα μέχρι το Στάδιο Αλκαζάρ έγινε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια από μαθητές και προσκόπους. Πίσω από το Αλκαζάρ ξεκινάει ο οδικός δρόμος προς Γιάννουλη και Τύρναβο.
Στο κάτω τμήμα της φωτογραφίας, από αριστερά μια μεγάλη έκταση δίπλα στο ποτάμι είναι ελεύθερη από κτίρια, ακολουθεί ένα μεγάλο συγκρότημα κτισμάτων περιτοιχισμένο, με έναν ψηλό, λεπτό, κωνοειδή πύργο. Στα κτίρια αυτά ήταν εγκατεστημένες οι αποθήκες υλικού πολέμου, οι οποίες βομβαρδίστηκαν ανηλεώς από τους Γερμανούς τον Απρίλιο του 1941. Στο σημείο αυτό βρίσκεται σήμερα το Β΄ Αρχαίο Θέατρο. Δεξιότερα βρίσκονται τα «Πευκάκια», μια υπερυψωμένη περιοχή όπου μέχρι το 1908 βρισκόταν το τζαμί του Χασάν μπέη και μετά την κατεδάφισή του ο χώρος διαμορφώθηκε σε εξοχικό κέντρο «Τα Πευκάκια», από τα οποία οι θαμώνες είχαν μια απέραντη θέα στον θεσσαλικό κάμπο μέχρι τον Όλυμπο. Ακολουθεί η οδός Κενταύρων η οποία διασταυρώνεται με την οδό Μανωλάκη και στην είσοδο της γέφυρας συγχωνεύεται με την οδό Μακεδονίας (Βενιζέλου)[3].
Εν συνεχεία αρχίζει να αναπτύσσεται ο λόφος της Ακροπόλεως, από τον οποίο στη φωτογραφία αποτυπώθηκε ένα μέρος από το δυτικό τμήμα του λόφου. Στο σημείο αυτό όσοι είναι εθισμένοι από την τοπιογραφία της Λάρισας μπορούν να αναγνωρίσουν διάφορα κτίρια. Εκτός από τα καταστήματα και το ξενοδοχείο «Μακεδονία» τα οποία βρίσκονται κατά μήκος της οδού Μακεδονίας, διακρίνεται στην πίσω σειρά το μεγάλο κτίριο των Ποινικών Φυλακών[4], πιο πίσω το τριώροφο αρχοντικό που είχε κτίσει ο Ιωάννης Βελλίδης και στο τέλος ο μητροπολιτικός ναός του Αγ. Αχιλλίου. Και τα τρία αυτά κτίσματα υπέστησαν σοβαρές καταστροφές από τον μεγάλο σεισμό του 1941 και μεταπολεμικά κατεδαφίσθηκαν.
Αν κάποιος είναι προσεκτικός θα διαπιστώσει ότι η ρυμοτομία της Λάρισας στην περιοχή αυτή, αν εξαιρέσει κανείς το τμήμα του λόφου, παραμένει η ίδια μέχρι και σήμερα, 90 χρόνια μετά την λήψη της συγκεκριμένης φωτογραφίας.
[1]. Βλέπε: Παλιούγκας Θεόδωρος, Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881), τόμ. Β΄, Κατερίνη (2007) σελ. 543.
[2]. Μέχρι το 1948 υπήρχαν στις κύριες εισόδους της πόλεως μικρά κτίσματα ενός μικρού δωματίου, τα οποία ο κόσμος ονόμαζε φόροι, όπου σταματούσαν και πλήρωναν τα λεγόμενα «διαπύλια τέλη» όσοι μετέφεραν εμπορεύματα και διάφορα προϊόντα στην πόλη. Τα τέλη αυτά ήταν φορολογία η οποία εισπράττονταν από την δημοτική αρχή. Μέχρι το 1939 ο Δήμος παραχωρούσε με δημοπρασία σε ιδιώτη την είσπραξη των τελών αυτών. Από το 1939 και μετά τον φόρο εισέπρατταν δημοτικοί υπάλληλοι, οι οποίοι στεγάζονταν στα κτίσματα αυτά. Τα φυλάκια των φόρων ήταν συνολικά έξη. Του Τυρνάβου ή Γεφυρόπορτα, η Βολιόπορτα, η πόρτα (πύλη) των Σιδηροδρόμων του Διεθνούς και του Θεσσαλικού, η Καρδιτσόπορτα, η Τρικαλόπορτα και της Αγιάς.
[3]. Για ένα διάστημα η οδός Μακεδονίας από την γέφυρα μέχρι την Ηφαίστου ονομαζόταν οδός Ιης Μεραρχίας, ονομασία η οποία δεν επικράτησε μεταξύ των κατοίκων.
[4]. Το κτίριο αυτό, κτίσμα των τελευταίων χρόνων της τουρκοκρατίας, μέχρι το 1905 στέγαζε το περίφημο χάνι των αδελφών Σαχίνη, τόπο προσωρινής διαμονής των ταξιδιωτών και στάθμευσης των ζώων με τις άμαξες από τις περιοχές της Ελασσόνας και της Δυτικής Μακεδονίας.
Γράφει ο Νίκος Παπαθεοδώρου