Ο ενθουσιώδης και παράτολμος Λίβινγκστον, διασχίζει την αφρικανική ήπειρο από τη δυτική ακτή του Ατλαντικού (Λουάντα της Αγκόλα), μέχρι την ανατολική (Μοζαμβίκη) του ινδικού Ωκεανού μέσα σε 20 μήνες, είτε πεζή, είτε χρησιμοποιώντας βόδια ή γαϊδούρια, ως μεταφορικά μέσα.
Τις εντυπώσεις του αλλά και τις εκτιμήσεις του από το πρώτο του αυτό ταξίδι (θα ακολουθήσουν άλλα τέσσερα), όταν επιστρέφει, τις ανακοινώνει, δίνοντας διαλέξεις μπροστά σε πολυπληθή ακροατήρια, ομιλεί για το δουλεμπόριο Αράβων που πωλούν μαύρους σκλάβους σε Μουσουλμάνους αξιωματούχους και καταλήγει πάντα, λέγοντας: «Το ιεραποστολικό έργο στην Αφρική θα είχε επιτυχία, αν συμβάδιζε με επιχειρήσεις… Ο Χριστιανισμός και το εμπόριο παράγουν πολιτισμό»… Στην ίδια συχνότητα, 30 χρόνια σχεδόν αργότερα, ο εξερευνητής και δημοσιογράφος της εφημερίδας Χέραλντ Τρίμπιουν της Ν. Υόρκης, Μόρτον Στάνλι (Stanley), δηλώνει ανερυθρίαστα: «Η φιλοδοξία μου είναι να εισάγω τον πολιτισμό της Ευρώπης στον βαρβαρισμό της Αφρικής».
Ο Βρετανός Σέσιλ Ρόουντς (1853-1902), πρωθυπουργός της αποικίας του Ακρωτηρίου, λέει, το 1890: «Αν υπάρχει Θεός, πιστεύω ότι θα του άρεσε να κρατά όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής, βρετανικό». Το μεγαλύτερο όμως όνειρο του Ρόουντς ήταν η σιδηροδρομική σύνδεση Καΐρου-Ακρωτηρίου (Κέηπ-Τάουν), το ιστορικό 2Κ, που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Κάπως έτσι και με τέτοιου είδους υλικά χτίστηκε το ανεκδιήγητο δόγμα: «Στη Βρεττανική Αυτοκρατορία, ο ήλιος δεν δύει ποτέ», ή η ρήση: «Η Αυτοκρατορία των 5 ηπείρων και των 7 θαλασσών».
Ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος Βαρθολομαίος Ντιάς (1450-1500), το 1488, πρώτος, πραγματοποιεί τον περίπλου της Αφρικής, αφήνει το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδος και κατευθύνεται ανατολικά προς τις Ινδίες.
Ολλανδοί τυχοδιώκτες το 1652, ναυαγούν λίγο έξω απ` το Ακρωτήριο, εγκαθίστανται στην περιοχή και ιδρύουν την πρώτη κοινότητα. Εργατικοί καθώς είναι και σκληροτράχηλοι, ασχολούνται με την καλλιέργεια της γης, την κτηνοτροφία, την αλιεία και έρχονται σε επαφή με τους ιθαγενείς, με τους οποίους και συνεργάζονται. Ακολουθούν οι Γερμανοί τυχοδιώκτες, που αφήνουν την περιοχή και εγκαθίστανται βορειότερα, ενώ οι Γάλλοι, μένουν εκεί, συνεργάζονται με τους Ολλανδούς, - οι οποίοι εν τω μεταξύ, δημιουργούν την Ολλανδική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών - και από τη σχέση τους αυτή, προέρχονται οι Μπόερς (ολλανδοί αγρότες, χωρικοί). Η Εταιρεία αυτή, με τα χρόνια, αναπτύσσεται, κατασκευάζει πλοία, συγκεντρώνει τρόφιμα και άλλα αγαθά ή εργαλεία με τα οποία εφοδιάζει τα παραπλέοντα πλοία, αλλά εμπορεύεται και σκλάβους που έρχονται από τη Μαδαγασκάρη.
Η πολυεθνική σύνθεση της πόλης του Ακρωτηρίου με τους 20.000 Μπόερς, τους 25.000 σκλάβους και τους 15.000 ιθαγενείς και τους διαφορετικούς ρόλους στον καταμερισμό της εργασίας, λειτουργεί θετικά, ενώ η άφιξη των Βρετανών, το 1833, με τις χιλιάδες των Ινδών εργατών γης, που φέρνουν μαζί τους, γίνεται η αφορμή για ταραχές και συγκρούσεις. Οι Βρετανοί διώχνουν τους Μπόερς, οι οποίοι αρχίζουν τη «Μεγάλη Πορεία», (1836-1840), προς το εσωτερικό και βορειοανατολικά. Κατά τη διάρκεια της πορείας συναντούν τους Ζουλού, με τους οποίους συγκρούονται, τους κατανικούν και δημιουργούν τη μεγάλη αποικία του Νατάλ. Το 1843 οι Βρετανοί καταλαμβάνουν το Νατάλ, ενώ οι άμοιροι οι Μπόερς, ξεσπιτώνονται, περνούν τον ποταμό Οράγγη και ιδρύουν τη Δημοκρατία της Οράγγης (1854), αλλά οι αντίπαλοί τους, τους παίρνουν από πίσω. Ο ποταμός Βάαλ είναι μπροστά τους, εκεί οργανώνονται και ιδρύουν τη Δημοκρατία του Τράνσβααλ (1857), ενώ οι Βρετανοί, εξουθενωμένοι από την κούραση και απογοητευμένοι, εγκαταλείπουν, και το 1852, αναγνωρίζουν τη Δημοκρατία τουΤράνσβααλ και τη Δημοκρατία της Οράγγης κι αποχωρούν, ώσπου, ανακαλύπτεται χρυσός και διαμάντια. Αυτό σημαίνει την αρχή του τέλους για τους Μπόερς του Τρανσβάαλ.
Ενώ ο τριμέτωπος πόλεμος Βρετανών-Ζουλού, Βρετανών-Μπόερς και Ζουλού-Μπόερς συνεχίζεται, οι ηττημένοι Ζουλού αποσύρονται σταδιακά, εγκαταλείπουν τους οικισμούς τους και κατευθύνονται ανατολικότερα. Το 1877 οι Βρετανοί, επιδιώκοντας τον έλεγχο του χρυσοφόρου Τράνσβααλ των Μπόερς, καταλαμβάνουν την πρωτεύουσα Πραιτώρια και το 1881 την εγκαταλείπουν, σεβόμενοι την ανεξαρτησία της…
Όταν στο Γιοχάνεσμπουργκ όμως, που βρίσκεται κοντά στην Πραιτώρια, ανακαλύπτονται νέες χρυσοφόρες περιοχές και καταφτάνουν δεκάδες χιλιάδες μετανάστες, οι συγκρούσεις συνεχίζονται, παρά τις προσπάθειες του πρωθυπουργού του Ακρωτηρίου για ειρήνευση, αφού προτείνει στους Μπόερς συνεργασία, αλλά κάτω από τη Βρετανική κυριαρχία…
Κάποια προσπάθεια να εισβάλουν στο έδαφος του Τράνσβααλ το 1895, αποτυγχάνει, ενώ συνεχίζονται οι αψιμαχίες για δύο ακόμα χρόνια.
Τον Οκτώβριο του 1899 ξεσπάει ο δεύτερος πόλεμος των Μπόερς που κρατάει τρία χρόνια. Καταλαμβάνεται η Πραιτώρια και οι Άγγλοι, με αρχηγό τους τον σκληρό στρατηγό Κίτσενερ- τον κατοπινό υπουργό του πολέμου της Μ. Βρετανίας, το 1914- σκορπίζουν τον θάνατο, ακόμα και στον άμαχο πληθυσμό. Κτίζουν στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου κλείνουν κυρίως γυναικόπαιδα για να μη βοηθούν -δήθεν- τους μαχόμενους αντάρτες Μπόερς. Ενώ οι νοτιοαφρικανοί εργάτες των χρυσωρυχείων φτάνουν τους 97.000, τα γυναικόπαιδα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης πεθαίνουν από την πείνα και τις αρρώστιες. Υπολογίζεται ότι έως το 1902 πεθαίνουν 28.000 Μπόερς, από τους οποίους 22.000 παιδιά, και 20.000 Αφρικανοί… και κατά το διάστημα 1904-1907 σκοτώνονται ή πεθαίνουν από τις κακουχίες 100.000 Αφρικανοί, δύο μόνο φυλών.
Ο ΟΗΕ σήμερα θεωρεί πως αυτή ήταν η πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα. Έτσι,«επαληθεύεται» για μία ακόμα φορά, η αλαζονική ρήση της βασίλισσας Βικτωρίας, που γράφει στο ημερολόγιό της: «Είμαστε ικανοί να καταφέρουμε τα πάντα»…
Βοηθήματα
Παγκόσμια Ιστορία. Αποικιοκρατία τ. 17οςΚαπόπουλος
Παγκ. Ιστ. Εγκυκλοπ. Εμπόριο-Αποικιοκρατία τ. 6ος Μοντ. Καιροί
Ο Απωθημένος πόλεμος των Μπόερς. ΤΟ ΒΗΜΑ
Ο πόλεμος των Μπόερς «Έθνος» 4-6-1999
Του Τάσου Πουλτσάκη