«Ο Μελάς εμπιστεύεται τυφλά τον Σάπκα. Τον μυεί σε έναν κρυπτογραφικό κώδικα ώστε να επικοινωνεί μαζί του, και γράφει στην γυναίκα του Νάτα να στέλνει τα γράμματά της στον ιατρό της Λάρισας. Τον Ιούλιο του 1904, μετά την δεύτερη έξοδό του στην Μακεδονία, γράφει από την Κοζάνη: «Χθες έλαβα το εξής σημείωμα του Σάπκα: Κομιτάτονέστειλεν έξοδα όπως τρεις αρχηγοί και δύο μέλη της επιτροπής μεταβώσιν εις Αθήνας. Αναχωρούσιν αύριον. Γράφουν ότι στέλλουν 96 όπλα».
Τον Αύγουστο του 1904 ο Παύλος Μελάς ξεκινάει για τρίτη και τελευταία φορά για την Μακεδονία, επί κεφαλής ενόπλου σώματος πλέον. Τελευταίος σταθμός του σε ελληνικό έδαφος η Λάρισα και οικοδεσπότης του πάλι ο Σάπκας. Γράφει στις 19 Αυγούστου 1904 από τη Λάρισα: «Έφθασα σήμερα εις Λάρισαν περί την 9.30 π.μ. Διηυθύνθην αμέσως εις το σπίτι του Σάπκα όπου αφήκα τα πράγματά μου … Θεού θέλοντος μεθαύριον ή το πολύ αντιμεθαύριον θα ξεκινήσωμεν από την Λάρισαν. Σεις θα μου γραφετε εις Λάρισαν (Σάπκαν) έως ότου σας τηλεγραφήσω ότι έφυγα».
Σαν να σκηνοθέτησε ο ίδιος τον θάνατόν του και το μήνυμα της θυσίας του, ο Παύλος Μελάς φωτογραφίζεται στη Λάρισα πριν εξέλθει στην Μακεδονία. Ο ιατρός Μιχαήλ Σάπκας που τον φιλοξενούσε σπίτι του και ο Βλάχος αξιωματικός Λούφας τον οδήγησαν μέσα σε κλειστή άμαξα στο Βλάχο φωτογράφο Γεράσιμο Δαφνόπουλο από την Σαμαρίνα. Εκεί ντύθηκε τον ντουλαμά του και φωτογραφήθηκε. Η φωτογραφία του κρατήθηκε μυστική. Τυπώθηκε μόνον μία, που ο Μελάς έστειλε μέσω του Σάπκα στην αγαπημένη του σύζυγο Νάτα. Το Σάββατο 21 Αυγούστου 1904 έγραψε στην αγαπημένη του από τη Λάρισα: «Νάτα μου. Ένας φίλος μου, ο ανθυπολοχαγός Λούφας … ηθέλησε να κάμω μίαν φωτογραφίαν μου. Σου στέλλω σήμερον το πρώτον αντίτυπον, αλλά υπό τον όρον να μη ιδή το φως της ημέρας. Αν πέσω εκεί, ας είναι μία ανάμνησις εις σε και τα παιδάκια μου»[1]. Όταν μετά 53 ημέρες έπεσε στη Μακεδονία, εκείνη η φωτογραφία του κυκλοφόρησε σε χιλιάδες αντίτυπα χέρι-χέρι και δημοσιεύθηκε σε όλες τις εφημερίδες. Εικονίζεται όμορφος, ψηλός, με τον μακεδονίτικο ντουλαμά και το τουφέκι στο χέρι. Τότε ψυχωμένοι Έλληνες έτρεξαν εθελοντές στη Μακεδονία και η Μακεδονία σώθηκε.
Εν τω μεταξύ παρέμεινε ακόμη έξη μέρες στο σπίτι του Σάπκα, ο οποίος τον ξεπροβόδησε προς την θυσία και γράφει στις αναμνήσεις του: «Την νύκτα της 27-28 Αυγούστου υπό χειμαρρώδη βροχήν έγένετο η εξόρμησις του Μακεδονικού Σώματος υπό την αρχηγίαν του Παύλου Μελά. Εξήλθε της Λαρίσης τας μεταμεσονυκτίους ώρας και εβάδισεν επί της οδού Λαρίσης-Τρικάλων … διήλθε τον Πηνειόν ποταμόν δια σχεδίας και ετράπη προς βορράν προς τας κορυφογραμμάς».
Αρχικά ο Παύλος Μελάς σχεδίαζε να περάσει στη Μακεδονία από το Βελιμίστι[2] ή την Μελούνα που ήταν ο συντομότερος δρόμος. Εκεί όμως τον περίμεναν σε ενέδρες πολλά αποσπάσματα του Οθωμανικού στρατού, που πιθανότατα θα τον είχαν σκοτώσει και η ιστορία θα είχε λάβει άλλη τροπή. Τελευταία στιγμή όμως άλλαξε δρομολόγιο, όταν ο στενός συνεργάτης του Σάπκα Γεώργιος Γεωργιάδης, δάσκαλος από το Λιβάδι του Ολύμπου, τον ειδοποίησε ότι οι Τούρκοι γνώριζαν τα πάντα και του είχαν στήσει καρτέρι. Ο Γ. Γεωργιάδης είχε διδαχθεί την τουρκική και την γαλλική γλώσσα στην Ανωτέρα Ελληνική Σχολή της Τσαριτσάνης και είχε μυηθεί στην μυστική οργάνωση της Λάρισας από τον Σάπκα, ο οποίος φρόντισε να διορισθεί δεύτερος γραμματέας στο τουρκικό προξενείο της πόλεως. Στις αναμνήσεις του ο Γεωργιάδης γράφει: «Εις τας αρχάς του 1904 … μετά του αδελφικού μου φίλου Κων. Σαλαβάτη μετέβημεν εις Λάρισαν και επεσκέφθημεν τον ιατρόν κ. Μιχαήλ Σάπκαν, δήθεν δια λόγους υγείας. Εις την οικίαν του ωρκίσθημεν αμφότεροι μέλη του ιδρυθέντος υπό του ιδίου Ελληνικού Κομιτάτου … Διωρίσθην δεύτερος Γραμματεύς του Τουρκικού Προξενείου Λαρίσης, κατόπιν ενεργειών του ιατρού Λαρίσης Μιχαήλ Σάπκα … Μίαν ημέραν μετά τον Δεκαπενταύγουστο, με κάλεσε ο Πρόξενος απόγευμα εις την οικίαν του να αποκρυπτογραφήσωμε ένα τηλεγράφημα που μόλις είχε πάρει από την Τουρκικήν Πρεσβεία του των Αθηνών. Κάθισε στην έδρα ψηλότερα από εμένα και εγώ αναφωνούσα τους αριθμούς και αυτός με τον κώδικα στα χέρια, αποκρυπτογραφούσε. Για μια στιγμή τον φώναξε η γυναίκα του ν’ ανεβή. Εγώ σηκώθηκα και διάβασα σε γαλλικά γράμματα «καπετάν Παύλος Μελάς». Δεν ήθελα περισσότερα. Κατάλαβα το θέμα. Ήταν το μυστικό σχέδιο δολοφονίας του Μελά την ώρα που θα περνούσε τα σύνορα. Κάθισα πάλι στη θέση μου και περίμενα την επιστροφή του Προξένου. Τον είδα σε λίγο να κατεβαίνη τροχάδην και με πάταγον τις σκάλες, φανερά ανήσυχος. Με είδε όμως ήρεμο και ατάραχο και έτσι ησύχασε. Εξακολουθήσαμε την αποκρυπτογράφηση. Μετά το τέλος έφυγα και με προφυλάξεις, μήπως με παρακολουθούν, πήγα στον Γενησεβδά και τον ενημέρωσα.
Εν τω μεταξύ, μετά την αποκρυπτογράφηση ο Πρόξενος έστειλε ιππείς να ειδοποιήσουν τα φυλάκια της οροθετικής γραμμής Μελούνας-Βελιστιμίου να πυκνώσουν τα αποσπάσματα και να αυξήσουν την προσοχή και την επίβλεψίν τους. Ο Κώστας ειδοποίησε αμέσως τον Μελά να μην περάση από τα μέρη αυτά γιατί υπήρχε μεγάλος κίνδυνος. Έπειτα από τρεις ημέρες με κάλεσε ο Πρόξενος. Ήταν έξαλλος και απειλούσε θεούς και δαίμονες. Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο Παύλος Μελάς πέρασε από τα σύνορα. Ήμουν ο πρώτος που υποπτευόταν για την αποτυχία του αυτή, αλλά δεν είχε αποδείξεις δια να με κατηγορήση. Διέταξε να μου πληρώσουν τον μισθό μου και με απέλυσε. Έφυγα με ήσυχη την συνείδησίν μου ότι είχα πράξει το καθήκον μου»[3].
Ο Κωνσταντίνος Γενησεβδάς από το Λιβάδι του Ολύμπου μετείχε στην Επιτροπή Αγώνα. Διατηρούσε στη Λάρισα χάνι. Στο χάνι και στο φαρμακείο του Τσόκανου, επίσης Βλάχου, έφθαναν αργότερα τα φορτία όπλων προς την Μακεδονία. Το μυστικό δίκτυο, στο οποίο μετείχε ο αδελφικός φίλος τού Γεωργιάδη, Κωνσταντίνος Ι. Σαλαβάτης επίσης δάσκαλος, είχε οργανώσει και διηύθυνε ο ιατρός Μιχαήλ Σάπκας. Όσα φορτία προορίζονταν για την Κεντρική Μακεδονία, μεταφέρονταν μυστικά στο Τσάγεζι και από εκεί με καράβια στις ερημικές ακρογιαλιές του Πλαταμώνα και του Λιτοχώρου. Στη Δυτική Μακεδονία μεταφέρονταν με βλάχικα καραβάνια, κρυμμένα σε δέματα εμπορευμάτων. Την διακίνηση στο Τσάγεζι επόπτευε ο προεστός Νικόλαος Χαδούλης, που παρέδιδε τα φορτία στον καραβοκύρη Μανώλη Βατικιώτη.
Μετά την θυσία του Παύλου Μελά, ο Σάπκας και το εθνικό δίκτυο της Λάρισας συνέχισαν τον αγώνα. Ο Σάπκας υποδέχθηκε στη Λάρισα και κατηύθυνε με εμπίστους του στη Μακεδονία, τους δύο διαδόχους του Παύλου Μελά, αρχηγούς της Δυτικής Μακεδονίας. Πρώτα τον Γεώργιο Κατεχάκη με το ψευδώνυμο Ρούβας και μετά τον Γεώργιο Τσόντο με το ψευδώνυμο Βάρδας. Ένας από τους καπετάνιους του Αγώνα που ο Σάπκας φιλοξένησε στη Λάρισα και κατηύθυνε στη Δυτική Μακεδονία ήταν ο Κρητικός Δικώνυμος Μακρής. Η τύχη το έφερε έτσι ώστε ο Μακρής έδρασε στη γενέτειρα του Σάπκα, το Μεγάροβο, όπου ο συγχωριανός του Σάπκα Νάκης Κολίτσας αυτοθυσιάσθηκε το 1905 για να σώσει – και έσωσε – το αντάρτικο σώμα του Μακρή».
Εδώ τελειώνει η αφήγηση του Νικολάου Μέρτζου, η οποία εντυπωσίασε το ακροατήριο κατά την παρουσίαση του βιβλίου: «Μιχαήλ Σάπκας. Ο ευπατρίδης πολιτικός. 1873-1956» και παρέθεσε νέα στοιχεία για την συμβολή του Μακεδονικού Συλλόγου Λαρίσσης και του προέδρου του Μιχαήλ Σάπκα. Όπως αναφέρθηκε η εκδήλωση είχε πραγματοποιηθεί στην αίθουσα του Δημοτικού Ωδείου στις 8 Οκτωβρίου 2013.
--------------------------------------------
[1]. Παύλος Μελάς Βιογραφία, εκδ. «Νέα Ζωή», Αλεξάνδρεια, (1926) σελ. 336.
[2]. Το Βελιμίστι σήμερα ονομάζεται Αγιόφυλλο και βρίσκεται 27 χιλιόμετρα βόρεια της Καλαμπάκας.
[3]. Γρηγόρης Βέλκος, Το Λιβάδι του Ολύμπου στον Μακεδονικό Αγώνα, ανέκδοτη μελέτη, 2003.
* Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com