Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα

Η εκκλησιαστική χορωδία του Αγίου Νικολάου

Δημοσίευση: 28 Ιαν 2015 11:00 | Τελευταία ενημέρωση: 25 Μαϊ 2015 19:09

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

nikapap@hotmail.com

Η μουσική της Ανατολικής ορθόδοξης Εκκλησίας διατηρείται εδώ και δύο χιλιετίες τώρα μονόφωνη. Κατά τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου αναπτύχθηκε το περίφημο βυζαντινό μέλος, το οποίο εμπλούτισαν οι κατά καιρούς κορυφαίοι πρωτοψάλτες-μαΐστορες και το απολαμβάνουμε μέχρι σήμερα κατά τη θεία λατρεία[1]. Στη Δύση επικράτησε στην εκκλησιαστική μουσική αρχικά το Αμβροσιανό και αργότερα το Γρηγοριανό μέλος, μονοφωνικά και τα δύο, αλλά από τον 12οαιώνα εμφανίσθηκε η πολυφωνία, η οποία αναπτύχθηκε από τους μεγάλους συνθέτες και διατηρείται μέχρι σήμερα. Εν τω μεταξύ η πολιτιστική στροφή της τσαρικής Ρωσίας προς τη Δύση, έφερε μεταξύ των άλλων και την τετραφωνία στην ορθόδοξη εκκλησιαστική μουσική[2]. Η βασίλισσα Όλγα, καθώς ήταν Μεγάλη Δούκισσα της Ρωσίας, κατόρθωσε με τη βοήθεια του αρχιεπισκόπου να προωθήσει σε ορισμένους ναούς των Αθηνών την τετραφωνία που επικρατούσε στη Ρωσική Εκκλησία. Οι φίλοι της κλασικής μουσικής ενθουσιάσθηκαν από την πρωτοβουλία αυτή της βασίλισσας και αυτό είχε αντίκτυπο σε όλη την Ελλάδα.

Η Λάρισα, πάντοτε φιλόμουση πόλη, ακολούθησε το νέο αθηναϊκό ρεύμα στην εκκλησιαστική μουσική. Διαβάζουμε σε τοπική εφημερίδα του 1910: «Ομάς εκ δέκα φιλομούσων νέων της πόλεώς μας αποτελουμένη, υπό τη δεξιάν διεύθυνσιν του προς παν καλόν αείποτε οργώντος φιλοτιμοτάτου δημοδιδασκάλου και της του Απόλλωνος θεσπεσίας τέχνης μύστου κ. Κ. Χριστοδουλοπούλου, από τεσσάρων ήδη μηνών ασκουμένη, κατόρθωσε να εκμάθη άπασαν την ιεράν λειτουργίαν εν τετραφωνία, κατά τας εναρμονίσεις των εν Αθήναις διευθυντών τοιούτων εκκλησιαστικών χορωδιών κ. κ. Θ. Πολυκράτους (του εν των Αγίω Γεωργίω Καρύτση) και Ιω. Σακελλαρίδου (του εν τω Αγίω Κωνσταντίνω Ομονοίας) και παρουσιάση ούτως αληθείς εκπλήξεις εις τα εκκλησιαστικά χρονικά της Θεσσαλικής πρωτευούσης. Και μέχρι μεν της παρελθούσης Κυριακής εψάλλοντο μόνον τα βαθμηδόν εκμανθανόμενα τμήματα της εν λόγω λειτουργίας, προχθές όμως ότε απεπερατώθη πλέον πάσα διδασκαλία, εψάλλη αύτη απ’ αρχής μέχρι τέλους»[3].

 Σε άλλο φύλλο της η «Μικρά» λίγες ημέρες αργότερα, περιγράφει τον αντίκτυπο που είχε η πρωτοβουλία αυτή στους εκκλησιαζόμενους και μάλιστα εξειδικεύει μουσικά την απόδοση των ύμνων, σημειώνοντας ότι ακολουθεί τα βυζαντινά πρότυπα, τα οποία έχουν διασκευασθεί πολυφωνικά. Γράφει σχετικά: «οι ευτυχήσαντες να εκκλησιασθώσιεν τω Ναώ του Αγίου Νικολάου ηδυνήθησαν να αισθανθώσι όλην την αισθητικήν εκείνην ευφροσύνην, όλον το ύψος και το μεγαλείον των ιερών μας ύμνων, αποδιδομένων δια γνησίας Βυζαντινής μουσικής, εναρμονισμένης πολυφωνικώς και εκδηλουμένης αψόγως υπό τε την έποψιν χρόνου, χρωματισμού και καλλιφωνίας».

 Επομένως η ίδρυση της εκκλησιαστικής χορωδίας του Αγίου Νικολάου ανάγεται στο έτος 1910 και πρώτος μαέστρος και πιθανόν ο εμπνευστής της ίδρυσής της ήταν ο δάσκαλος Κ. Χριστοδουλόπουλος. Δυστυχώς όμως η ολιγομελής αυτή εκκλησιαστική χορωδία το 1912 διαλύθηκε προσωρινά. Φαίνεται ότι οι χορωδοί, αν και ερασιτέχνες μουσικοί, χρηματοδοτούντο από την εκκλησία, και όπως αναφέρει ο Βάσος Κυλικάς, σταμάτησε να ψάλλει «εξ αιτίας παράλογων αξιώσεων των μελών της ως προς τον μισθό»[4].

 Λίγα χρόνια αργότερα, πότε ακριβώς δεν είναι γνωστό, ανασυστήθηκε η εκκλησιαστική χορωδία του Αγίου Νικολάου, με διευθυντή αυτή τη φορά έναν άλλο δάσκαλο, τον Ιωάννη Πρωτοσύγκελο. Δίδασκε στο Α΄ Δημοτικό Σχολείο, το οποίο στεγαζόταν την εποχή εκείνη στην οδό Φαρσάλων (Ρούσβελτ σήμερα), κοντά στο Χατζηγιάννειο. Το σπίτι του ήταν απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου, δίπλα από τη σημερινή παιδική χαρά. Ήταν ήρεμος και καλοπροαίρετος άνθρωπος και κατόρθωνε να επιβάλλεται με την καλοσύνη του στους 10-15 χορωδούς που διέθετε. Υπό την διεύθυνσή του η χορωδία μετείχε στις κυριακάτικες λειτουργίες, στους Χαιρετισμούς και τον Ακάθιστο Ύμνο, στις ακολουθίες του Νυμφίου το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων και της Μ. Τρίτης με το Τροπάριο της Κασσιανής. Εκτελούσε έργα του Ιωάννη Σακελλαρίδη[5],Θεμιστοκλή Πολυκράτη[6], αλλά και άλλων. Έμεινε στη διεύθυνση της χορωδίας μέχρι τον θάνατό του το 1954. Σε όλα αυτά τα χρόνια υπήρχαν διαστήματα, κυρίως σε ανώμαλες πολιτικά περιόδους, κατά τα οποία η χορωδία προσωρινά σταματούσε. Μερικοί από τους χορωδούς που πέρασαν από τα χέρια του ήταν ο Ιωάννης (Τζοβανάκης) Μικρός, ένας εύθυμος τύπος της εποχής, ο οποίος ήταν από τους καλύτερους τενόρους, ο διευθυντής του Α΄ Δημοτικού Σχολείου δάσκαλος Πατίτσας, ο δάσκαλος Νίκος Τράκας, ο δάσκαλος Γιάννης Θωμόπουλος, ο συνταγματάρχης Χουτόπουλος, ο ποδοσφαιριστής Θεόδωρος Κομίτσας, ο Γιάννης Δαλθανάσης, ο Θεόδωρος Κουρσούμης και άλλοι.

 Τον Πρωτοσύγκελο διαδέχθηκε περί το 1954 στη διεύθυνση της χορωδίας ένα από τα μέλη της, ο Κωνσταντίνος Τσέλιος, ο οποίος διατηρήθηκε μέχρι το 1972, όταν σοβαρή ασθένεια τον κατέστησε μόνιμα κλινήρη. Μέλη της χορωδίας ήταν τότε ο σιδηροδρομικός Μιχάλης Λοϊζος και ο αδελφός του καθηγητής Γεώργιος Λοϊζος,ο τραπεζικός υπάλληλος Χριστόφορος Κύρκος, ο αρτεργάτης Νίκος Μπατζαλέξης, ο οποίος μετά από ένα διάστημα αποχώρησε για να γίνει μαέστρος στη χορωδία της Ζωοδόχου Πηγής,ο Γεν. Γραμματέας του Δήμου Αριστοτέλης Παρασκευάς, ο καθηγητής Νικόλαος Ταξιλτάρης, ο Σαγρής πεθερός του ποδοσφαιριστή και γυμναστή Χρήστου Κλέτσα, οι δημοτικοί υπάλληλοι Κώστας Παπαϊωάννου και Γιώργος Ανδρονάδης, ο Γιώργος Αντωνόπουλος, ο διευθυντής της Αβερωφείου Γεωργικής Σχολής Φιτσόπουλος, ο καθηγητής Κων. Μίχος και πολλοί άλλοι.

 Το 1972 ανέλαβε τη διεύθυνση ο κομψός καθηγητής και λυκειάρχης Κων. Μίχος, με το χαρακτηριστικό παπιγιόν που δεν το αποχωρίζονταν ποτέ, και κατά διαστήματα και ο καθηγητής Νίκος Ταξιλτάρης. Εν τω μεταξύ η σύνθεση της χορωδίας ανανεώνονταν συνεχώς και τα νέα μέλη προέρχονταν από τους χορωδούς του Μουσικού Συλλόγου και κυρίως από τη «Λαρισαϊκή Χορωδία». Στο διάστημα αυτό πέρασαν από το «κασιάνι», όπως ονόμαζαν χαριτολογώντας την ομάδα των χορωδών, ο Γιάννης Καρκάλας, ο Τάκης και ο Γιάννης Παπαθεοδώρου, ο Ορέστης Δαόπουλος, ο Χρήστος Κατσάρος, ο Τσαούσης, Ο Παναγιώτης Κολοκυθόπουλοςκαι πολλοί άλλοι τα ονόματα των οποίων μας διαφεύγουν τώρα, αλλά θα καταβληθεί προσπάθεια να τα εντοπίσουμε.

Το 1987 μαέστρος ανέλαβε ο Κώστας Παπαϊωάννου. Εν τω μεταξύ η τάση της εποχής για την επιστροφή στην παραδοσιακή βυζαντινή μουσική δημιουργούσε προβλήματα και αντιθέσεις μεταξύ χορωδίας, ψαλτών, ιερέων και εκκλησιαστικού συμβουλίου. Και ενώ το εκκλησίασμα στην πλειονότητά του αγαπούσε την τετράφωνη εκτέλεση των θρησκευτικών ύμνων, τα προβαλλόμενα προσκόμματα εξασθένιζαν τη διάθεση, την απόδοση και την προσέλευση των χορωδών, με αποτέλεσμα την ποιοτική της υποβάθμιση.

 Τελευταίος μαέστρος υπήρξε ο Ορέστης Δαόπουλος. Καθώς περνούσε ο καιρός η εμφάνιση της χορωδίας στις κυριακάτικες λειτουργίες γινόταν κάθε δεύτερη Κυριακή, μέχρι που κάποια στιγμή σταμάτησε οριστικά η εμφάνισή της και έκτοτε σε καμιά εκκλησία της Λάρισας δεν υπάρχει πλέον τετράφωνη εκκλησιαστική χορωδία. Ο κύκλος ζωής της διήρκησε περίπου 90 χρόνια, με ενδιάμεσες διακοπές. Όμως στάθηκε το φυτώριο για να αναπτυχθεί η χορωδιακή μουσικήκαι να δρέπει δάφνες η Λάρισα με τις χορωδίες του Δημοτικού Ωδείου, του Μουσικού Συλλόγου και της Λαρισαϊκής Χορωδίας όχι μόνον πανελληνίως, αλλά και διεθνώς[7].

 

 [1]. Βέβαια μερικοί πρωτοψάλτες δεν έχουν αντιληφθεί ότι το βυζαντινό μέλος είναι μεν μονοφωνία, αλλά δεν είναι μονωδία και ο μεν χορός είτε δεν υπάρχει είτε υποβαθμίζεται, οι ίδιοι δε βρίσκουν την ευκαιρία, βοηθούσης και της σύγχρονης τεχνολογίας, να προβάλλουν προκλητικά τα φωνητικά τους προσόντα.

[2]. Όσοι έχουν επισκεφθεί τη ρωσική μονή του Αγίου Παντελεήμονος στο Άγιον Όρος και παρακολούθησαν κάποια ακολουθία, θα έχουν πάρει μια γεύση της τετράφωνης απόδοσης των ύμνων στην ορθόδοξη Ρωσία.

[3]. Παρεπίδημος, εφ. «Μικρά», Λάρισα, φύλλο της 7ης Αυγούστου 1910. Πίσω από το ψευδώνυμο «Παρεπίδημος» πρέπει να κρύβεται ο μουσικόφιλος διευθυντής της «Μικράς» Θρασύβουλος Μακρής. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε ότι ο Μακρής ήταν ενορίτης του Αγίου Νικολάου, βρισκόταν κάθε Κυριακή στο αναλόγιο του δεξιού ψάλτη του ναού και επί πλέον είχε την άδεια του μητροπολίτου Αμβροσίου, ελλείψει μορφωμένου ιερού κλήρου, να «κηρύττει τον Θείον λόγον» στους ναούς της Λάρισας.

[4]. Κυλικάς Βάσος, Η Μουσική κίνησις εις την Λάρισαν (1881-1935). Χειρόγραφο κείμενο 25 μεγάλων σελίδων, γραμμένο το 1935, για την έκτακτη έκδοση των «Θεσσαλικών Χρονικών».

[5]. Ο Ιωάννης Σακελλαρίδης (1854-1938) διετέλεσε ψάλτης στη μητρόπολη των Αθηνών και την Αγ. Ειρήνη. Ίδρυσε δικήτου σχολή και δημιούργησε μεικτό σύστημα βυζαντινής και τετράφωνης ευρωπαϊκής μουσικής, το οποίο κατόρθωσε να επιβάλει όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά και πανελλήνια.

[6]. Ο Θεμιστοκλής Πολυκράτης (1863-1926)διηύθυνε χορωδία στον Αγ. Γεώργιο Καρύτση και αργότερα στον Άγ. Διονύσιο Αρεοπαγίτη και τη Μητρόπολη. Δέχθηκε επιδράσεις από τη ρωσική εκκλησιαστική μουσική με τρόπο γόνιμο και δημιουργικό.

[8]. Ο Βαλεντίνος Τσέλιος και οι χορωδοί Κώστας Παπαϊωάννου και Γιώργος Αντωνόπουλος βοήθησαν σημαντικά με τις αναμνήσεις τους στη συγγραφή του κειμένου αυτού.

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

SYNERGEIO
ΛΙΟΠΡΑΣΙΤΗΣ

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass