Του Νικόλαου Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com
Πριν από μερικές ημέρες, στo πλαίσιo μιας εκδηλώσεως για την ιστορία των δρόμων της Λάρισας, έγινε και μια συζήτηση για τη συχνή μετονομασία τους, καθώς και στην ανθρώπινη αδυναμία, πολλές φορές να μην αφομοιώνονται εύκολα οι νέες ονομασίες. Και σαν παράδειγμα αναφέρθηκε ακροθιγώς η περίπτωση της οδού Σκυλοσόφου, ενός μικρού δρόμου ο οποίος βρίσκεται στις νότιες παρυφές του λόφου του Φρουρίου. Αν και με την απόφαση αρ. 27 του πρακτικού υπ’ αριθμ. 60/2012 του Δημοτικού Συμβουλίου Λαρισαίων, εγκρίθηκε η πρόταση της Μητροπόλεως Λαρίσης να μετονομασθεί η οδός Σκυλοσόφου, όπως μέχρι τότε αναγραφόταν μονολεκτικά, σε οδό μητροπολίτου Διονυσίου του Φιλοσόφου, εν τούτοις η πλειονότητα των κατοίκων, αλλά και η αναγραφή του σε διάφορα δημόσια έγραφα ή δημοσιεύματα του τύπου εξακολουθεί να υπάρχει. Πολλοί δεν γνωρίζουν την ιστορία αυτής της ονομασίας που αποδόθηκε στον Διονύσιο, γι’ αυτό στο σημερινό σημείωμα θα αναφερθούμε εν συντομία στα βιογραφικά του στοιχεία που είναι πλούσια και συνταρακτικά.
Ο Διονύσιος γεννήθηκε στην Παραμυθιά το 1541.Η οικογένειά του καταγόταν από την Αβδέλλα Γρεβενών. Σε πολύ μικρή ηλικία κατέφυγε στη Μονή του Αγίου Δημητρίου Διχουνίου που βρισκόταν κοντά στην Παραμυθιά. Αργότερα έφυγε στην Πάδοβα της Ιταλίας όπου σπούδασε Ιατρική, Φιλοσοφία, Φιλολογία, Λογική, Αστρονομία και Ποίηση και μελέτησε πολλές ξένες γλώσσες, γεγονός που δείχνει την χαρισματική φιλομάθειά του. Από το 1582 συνέχισε τις σπουδές του στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί χειροτονήθηκε το 1591 από τον πατριάρχη Ιερεμία Β’ τον Τρανό[1], αρχιδιάκονος, μέγας αρχιδιάκονος και εν συνεχεία το 1553 μητροπολίτης Λαρίσης. Εν τω μεταξύ οι διωγμοί, οισφαγές, η φοβερή φορολογία και η αγριότητα των Οθωμανών είχαν σαν αποτέλεσμα να σκορπίσουν οι χριστιανοί κάτοικοι της Λάρισας σε περιοχές ορεινές και απρόσιτες. Μη έχοντας ουσιαστικά ποίμνιο στη Λάρισα ο Διονύσιος εγκαταστάθηκε και αυτός, όπως και οι προηγούμενοί του ιεράρχες στα Τρίκαλα[2] , γι’ αυτό και οι ιστορικές πηγές τον ονομάζουν Λαρίσης και Τρίκκης, καθώς σε όλο το διάστημα μέχρι το 1730 όπου η έδρα της μητροπόλεως Λαρίσης ήταν τα Τρίκαλα, δεν εκλεγόταν επίσκοπος Τρίκκης. Χάρη στις πολύπτυχες μαθησιακές του αρετές και την ευρεία μόρφωση που διέθετε οι σύγχρονοι τού έδωσαν και την προσωνυμία Φιλόσοφος.
Όταν εγκαταστάθηκε στην έδρα του τα Τρίκαλα, μη αντέχοντας να βλέπει άλλο τα βάσανα των Ελλήνων, το παιδομάζωμα, τους βίαιους εξισλαμισμούς και μαθαίνοντας ότι και σε άλλα σημεία του ελληνικού χώρου ξεκινούσαν τοπικές επαναστάσεις, προετοίμασε και ο ίδιος το ποίμνιό του για τη δική τους επανάσταση. Συγχρόνως έστειλε έμπιστους ανθρώπους του σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ζητώντας κάθε είδους βοήθεια για τον σκοπό αυτό, ενώ άρχισε και επαφές με Κλέφτες και Αρματολούς των Χασίων και του Ασπροποτάμου. Για να αντιμετωπίσει οικονομικά την προσπάθεια αυτή, μέρος των ετησίων εσόδων της μητροπόλεως τα οποία αποταμίευε και όφειλε να τα αποδώσει στην Υψηλή Πύλη και το Πατριαρχείο, τα διέθεσε για την προετοιμασία της επαναστάσεως.
Το 1600 κήρυξε την επανάσταση στα Άγραφα από το Μοναστήρι της Παναγίας Τατάρνας, αλλά δυστυχώς η ηρωική εξέγερση καταπνίχθηκε στο αίμα. Ολόκληρα χωριά, εκκλησίες και μοναστήρια καταστράφηκαν, ενώ ο επίσκοπος Φαναρίου και Νεοχωρίου Σεραφείμ συνελήφθη ως συνεργός. Οι Τούρκοι τον φυλάκισαν, τον βασάνισαν σκληρά και του ζήτησαν να απαρνηθεί την πίστη του. Όμως Σεραφείμ αντιστάθηκε με σθένος. Κατόπιν τον έσυραν στην αγορά του Φαναρίου και τον θανάτωσαν δημόσια με τον πιο φρικτό τρόπο.
Μετά απ’ όλα αυτά τα επαναστατικά γεγονότα και επειδή χρησιμοποίησε χρήματα της εκκλησίας για τους μυστικούς του σκοπούς, ο Διονύσιος κηρύχθηκε έκπτωτος του θρόνου του[4]. Κατέφυγε στην Ισπανία και την Ιταλία, όπου ήλθε σε επαφή με τον Πάπα και με αρκετούς ισχυρούς άνδρες της εποχής του, από τους οποίους ζήτησε τη βοήθειά τους για να ξεκινήσει εκ νέου την επανάσταση εναντίον των Οθωμανών. Μάλιστα πήρε υποσχέσεις και από τον βασιλιά της Γαλλίας Ερρίκο τον Δ’, οι οποίες όμως δεν μπόρεσαν να πραγματοποιηθούν μετά την δολοφονία του. Έτσι είδε τις προσπάθειές του να μην καρποφορούν στο εξωτερικό και ενώ έφθανε στα εβδομήντα του χρόνια ο Διονύσιος επέστρεψε στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Ήπειρο και εγκαταστάθηκε στο μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου. Έπειτα από συνεννοήσεις με τοπικούς παράγοντες άρχισε να παρασκευάζει το έδαφος για την επανάσταση. Στην προσπάθειά του αυτή συνάντησε όμως αντιδράσεις και εχθρότητα ακόμα και από τον χριστιανικό πληθυσμό. Μεταξύ αυτών ήταν και ο μοναχός Μάξιμος ο Πελοποννήσιος[3].
Παρ’ όλα αυτά όμως τον Σεπτέμβριο του 1611 ξεκίνησε τη δεύτερη επανάσταση εναντίον των Τούρκων στα Ιωάννινα. Η επίθεση κατά του Διοικητηρίου που έγινε νύχτα στέφθηκε από επιτυχία. Το πυρπόλησαν και ο Τούρκος διοικητής με τη σύζυγό του σώθηκαν ως εκ θαύματος. Το πρωί όμως οι πολυπληθέστεροι Τούρκοι επιτέθηκαν στους επαναστάτες, τους διέλυσαν και άρχισαν να σκοτώνουν ομαδικώς και τους χριστιανούς της πόλεως οι οποίοι δεν είχαν πάρει μέρος στην εξέγερση. Ο Διονύσιος κρύφθηκε στο σπήλαιο που και σήμερα ονομάζεται «Σπήλαιο του Σκυλοσόφου». Ο Μάξιμος Πελοποννήσιος, ο οποίος υπήρξε και αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων, αναφέρει ότι πολλοί από του συλληφθέντες επαναστάτες από τον φόβο των βασανιστηρίων «δειλιάσαντες και δη φιλοψυχήσαντες τέλεον εξωμόσαντο, τον Χριστόν αρνηθέντες». Σύμφωνα με τον συντάκτη του ανώνυμου «Ηπειρωτικού Χρονικού», την κρύπτη του Διονυσίου στο σπήλαιο πρόδωσαν στους Τούρκους οι Εβραίοι. Οι Αγαρηνοί τον «έγδαραν ζωντανόν», γέμισαν το δέρμα του με άχυρα και τον περιέφεραν από πόλη σε πόλη, μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Μετά απ’ όλα αυτά στα Ιωάννινα έμεινε ζωντανή η ανάμνηση του Διονυσίου, η φρίκη από τις σφαγές και η πίστη ότι αν και η ελευθερία δεν κατακτήθηκε από την επανάσταση του μητροπολίτου Λαρίσης και Τρίκκης, όμως αργά ή γρήγορα θα έφθανε και αυτή η στιγμή.
Το προσωνύμιο «Σκυλόσοφος» είχε ειρωνικό χαρακτήρα και του το απέδωσαν οι Τούρκοι ως παραφθορά της λέξεως Φιλόσοφος, επειδή ιδιαίτερα μετά την επίθεση στο Διοικητήριο των Ιωαννίνων, έγινε μισητός και αποδιοπομπαίος, γι’ αυτό και βασανίσθηκε με τόσο οδυνηρό τρόπο. Αλλά περισσότερο διασώθηκε μέχρι τις ημέρες μας η ονομασία αυτή από τα στηλιτευτικά γραπτά χριστιανών, όπως ο Μάξιμος ο Πελοποννήσιος , οι οποίοι δεν συμφωνούσαν με τις ενέργειες του Διονυσίου και ισχυρίζονταν ότι και η χρονική περίοδος δεν ήταν κατάλληλη για επαναστάσεις, αλλά και η προπαρασκευή δεν ήταν η δέουσα για να αντιμετωπισθεί η μεγάλη στρατιωτική δύναμη των πανίσχυρων Οθωμανών. Στις κατηγορίες αυτές άλλωστε βασίζεται ως ένα βαθμό το γεγονός ότι η μορφή του Διονυσίου ακόμα και σήμερα είναι τόσον παραγνωρισμένη ίσως και άγνωστη. Έπειτα η καθαίρεση που του επέβαλε η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου είχε ως αποτέλεσμα να απουσιάζει κάθε επαναστατική μνεία του στα βιβλία της εκκλησιαστικής ιστορίας, με αποτέλεσμα να αδικηθούν από την ιστορία οι αγώνες του.
Η πρόταση που έκανε η Μητρόπολη Λαρίσης το 2012 προς το Δημοτικό Συμβούλιο να μετονομαστεί σωστά η οδός Σκυλοσόφου και να αλλάξει η πινακίδα με τη σωστή ονομασία, όπως αρμόζει στην ηρωική μορφή του ας είναι μια απαρχή να εξαλειφθεί για πάντα η αποτρόπαια αυτή ονομασία που αποδίδεται σε έναν ιεράρχη της πόλεώς μας.
------------------------------------------
[1]. Είχε διατελέσει προηγουμένως μητροπολίτης Λαρίσης κατά το διάστημα 1570 έως 1572και κατόπιν εκλέχθηκε οικουμενικός πατριάρχης με την επωνυμία Ιερεμίας Β΄ ο Τρανός.
[2]. Από τα μέσα του 14ου αιώνα είχε ήδη μεταφερθεί η έδρα της μητροπόλεως Λαρίσης λόγω βαρβαρικών επιδρομών στα Τρίκαλα. Ο μητροπολίτης Λαρίσης Αντώνιος (περίπου 1333-1363), συνέθεσε περί το 1362 εγκώμιο στη μνήμη του προκατόχου του Κυπριανού, στο οποίο αναφέρει μεταξύ άλλων ότι όταν επισκέφθηκε τη Λάρισα την βρήκε έρημη και ακατοίκητη εξ αιτίας των βαρβαρικών επιδρομών: «…την μεν πόλιν ήςεπεκηρύχθην προστάτης, αοίκητονεύρον και θηρσί και πετεινοίς του ουρανού ψαλμικώς ειπείν φωλεάν».
[3]. Λόγιος μοναχός που έζησε από τα μέσα του 16ου μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα. Την περίοδο 1611-15 έζησε στα Ιωάννινα, όπου λέγεται ότι δίδαξε στη Σχολή των Φιλανθρωπηνών. Αργότερα μετέβη στα Ιεροσόλυμα και κατά το 1621 στην Πελοπόννησο. Έγραψε διάφορες μελέτες, μεταξύ των οποίων και τον λίβελο εναντίον του Διονυσίου, με τίτλο «Στηλιτευτικός λόγος κατά Διονυσίου και των συναποστησάντων αυτώ εις Ιωάννινα».
[4]. Το πατριαρχείο εξέλεξε διάδοχό του τον μητροπολίτη Θεωνά (1601-1604).