Του Μάξιμου Χαρακόπουλου*
Τα θετικά νέα που μας έρχονται για την κατάσταση της κυπριακής οικονομίας είναι σίγουρα εντυπωσιακά, συγκρινόμενα με το δράμα που βιώνει η ελληνική οικονομία.Και μάλιστα όταν είναι ακόμη νωπές οι εικόνες, μόλις πριν από δύο χρόνια, με τις κλειστές τράπεζες και τις ουρές των πανικόβλητων καταθετών. Το «κούρεμα» στις καταθέσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Κύπρο ήταν κάτι το πρωτοφανές και αναπάντεχο. Τότε από τις καταθέσεις άνω των 100 χιλιάδων ευρώ χάθηκαν εν μια νυκτί περιουσίες. Και στη συνέχεια μπήκε πλαφόν αναλήψεων από τα ΑΤΜ. Η σκληρή αυτή απόφαση ελήφθη ως αντάλλαγμα για την παροχή οικονομικής βοήθειας, ύψους 10 δισεκατομμυρίων, από τη τρόικα, προκειμένου η χώρα να αποφύγει μια άτακτη χρεοκοπία.
Στο ενδιάμεσο διάστημα, λίγα ακούγαμε για την κυπριακή οικονομία. Πολλοί αναλυτές στην Ελλάδα επαναλάμβαναν ότι έπρεπε να προσέχουμε να μην καταντήσουμε σαν την Κύπρο. Απέφευγαν, βεβαίως, να αναφέρουν ότι η κρίση στην οικονομία της μεγαλονήσου οφειλόταν, εν πολλοίς, στη δική μας χρεοκοπία, καθώς οι δύο οικονομίες ήταν στενά συνδεδεμένες και οι κυπριακές τράπεζες είχαν «ανοιχτεί» υπερβολικά στην ελληνική αγορά. Αυτό, όμως, που εντυπωσίαζε ήταν ότι, παρά την κατάρρευση της οικονομίας,τα σκληρά μέτρα λιτότητας και τα χρήματα που χάθηκαν, ούτε κοινωνική αναταραχή σημειώθηκε, ούτε ακραίες πολιτικές εντάσεις υπήρξαν, ούτε οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα γίνονταν θέμα-θέαμα στα διεθνή ΜΜΕ.
Και ξαφνικά, σήμερα, μαθαίνουμε ότι η Κύπρος κάνει αποφασιστικά βήματα προς το «ξέφωτο», αφήνοντας πίσω τον εφιάλτη της κρίσης. Ήδη, ήρθησαν όλοι οι περιορισμοί στην κίνηση των κεφαλαίων. Πρόσφατα, στη δεύτερη μετά το μνημόνιο έξοδο στις αγορές, αντλήθηκε1 δις ευρώ με απόδοση 4%, που θεωρείται εξαιρετική επιτυχία και, το κυριότερο, η Λευκωσία ετοιμάζεται να βγει από το μνημόνιο νωρίτερα από το προβλεπόμενο.
Κανείς, φυσικά, δεν υποστηρίζει ότι όλα στο νησί είναι «καλά και άγια». Η ανεργία συνεχίζει να κινείται σε πολύ υψηλά επίπεδα (16%), πολλοί νέοι, κυρίως επιστήμονες, μεταναστεύουν στη Δ. Ευρώπη, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια βρίσκονται στο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρωζώνη. Με νόμο, μάλιστα, που ψηφίστηκε, μετά από πολύμηνες συζητήσεις, από την κυπριακή βουλή, θα επιτρέπεται ο εκπλειστηριασμός και η κατάσχεση κατοικιών για ποσά άνω των 250 χιλ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, η Κύπρος πέτυχε κάτι, που στην Ελλάδα μετά από πέντε χρόνια οδυνηρών θυσιών, με πέντε διαφορετικές κυβερνήσεις, δεν καταφέραμε. Αντιθέτως, «πετύχαμε», μετά την έξοδο της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας από το μνημόνιο, και την αναμενόμενη έξοδο της Κύπρου, να είμαστε,πλέον, μόνον εμείς ο «μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης και μάλιστα εν αναμονή νέου μνημονίου! Γιατί συνέβη αυτό; Τα αίτια είναι σίγουρα πολλά. Συγκρινόμενοι,όμως, με την Κύπρο συμπεραίνουμε ότι απλώς οι αδελφοί μας Κύπριοι, πολιτικοί και πολίτες, πράττουν τα αυτονόητα.
Για παράδειγμα, κάνουν ό,τι είναι δυνατόν, προσαρμόζοντας και τη νομοθεσία τους, για να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια και επενδύσεις. Γιατί αυτό λέει η κοινή λογική. Και δεν παραλύει η διοίκηση και η λειτουργία του κράτους από αντιδράσεις της κάθε συντεχνίας, ούτε η αντιπολίτευση βάζει «τρικλοποδιά» στην παραμικρή προσπάθεια να προχωρήσει ένα επενδυτικό πρόγραμμα. Σύντομα, μάλιστα, όπως έγινε γνωστό, η κυβέρνηση Αναστασιάδη θα προωθήσει μια σειρά από μέτρα για την παροχή ισχυρών φορολογικών κινήτρων σε φυσικά πρόσωπα και εταιρείες, ώστε να διατηρήσουν την έδρα τους στην Κύπρο.
Κάθε σύγκριση, λοιπόν, με την ελλαδική πραγματικότητα, ιδιαίτερα στην παρούσα φάση, προκαλεί ασφαλώς απογοήτευση. Εγκλωβισμένοι σε ξεπερασμένες ιδεοληψίες, κόμματα και οργανωμένες ομάδες, προσπαθούσαν σταθερά να ακυρώσουν κάθε συμφωνία με όποιον επενδυτή θεωρούσε ότι μπορούσε να κάνει δουλειές στην πατρίδα μας. Και παρά τα παθήματά μας από αυτόν τον παραλογισμό, φθάσαμε στο σημείο, εδώ και τρεις μήνες, να έχουμε μια κυβέρνηση που κάνει ό,τι περνά από το χέρι της προκειμένου όχι μόνον να μην τολμά να πλησιάσει επενδυτής στη χώρα, αλλά και να φύγουν όσοι ρίσκαραν και ήλθαν.
Τούτων ούτως εχόντων –όπως έλεγαν παλαιότερα- δεν χρειάζεται να «σπάζουμε το κεφάλι μας» για να ανακαλύψουμε τι φταίει που η οικονομία μας βρίσκεται και πάλι στα «τάρταρα» της χρεοκοπίας, ενώ εμείς επαιτούμε τη «σωτηρία» για να μην αλλάξουμε τίποτε...
* Ο κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας, πρώην αναπληρωτής υπουργός.